ΜΕΡΟΣ 2ον - ἀπὸ 18
Υπεύθυνη για τα
παραπάνω «στερεότυπα» είναι η «ιστοριογραφική παράδοση» που
«δημιουργήθηκε τον περασμένο αιώνα στο πλαίσιο του εθνικού κράτους,
δεδομένου ότι η ελληνική ιστοριογραφία, επηρεασμένη από τα ρεύματα του
ρομαντισμού και του θετικισμού αλλά και από τον θριαμβεύοντα εθνικισμό,
αναπτύχθηκε ως εθνική ιστοριογραφία».
Γι’ αυτό και «μόνον μετά
την επανάσταση του 1821 μερικοί λόγιοι της εποχής, διεκτραγωδώντας τα
παθήματα του Ελληνισμού κατά την τουρκοκρατία, υπαινίχθηκαν –χωρίς να αναφέρουν κανένα συγκεκριμένο παράδειγμα– ότι η παιδεία, όπως και η εκκλησία, ήταν υπό διωγμόν»[45].
Συγκεκριμένα, «η πρώτη διατύπωση της αντίληψης ότι οι Οθωμανοί κατέτρεχαν τα σχολεία των χριστιανών διατυπώνεται από τον Στέφανο Κανέλλο σε μια επιστολή του προς τον Γερμανό Ίκεν το 1822», διότι φυσικά «παρόμοια άποψη δεν έχει διατυπωθεί πουθενά έως τότε»[46].
Σήμερα η νέα αυστηρά επιστημονική ιστορική τάση «σημαίνει αναθεώρηση
της βασικής […] ερμηνείας της οθωμανικής κληρονομιάς: ότι η οθωμανική
περίοδος της ιστορίας τους υπήρξε μια «αλλότρια» επιβολή στις αυτόχθονες
χριστιανικές κοινωνίες που είχε τη μορφή «ζυγού»[47], καθώς μέχρι τώρα «η εθνική αφήγηση, από τον Κοραή
ως τον Παπαρρηγόπουλο» δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να «αποσιωπά την
οθωμανική περίοδο και να τη διανθίζει με ιστορίες για σφαγές,
γενίτσαρους, χορό του Ζαλόγγου και κρυφά σχολειά»[48].
Και ποιος είναι
υπεύθυνος για την καλλιέργεια του μύθου του κρυφού σχολειού; Για όλους
συνολικά τους αναθεωρητές ιστορικούς, την ευθύνη δεν θα μπορούσε να την
έχει κανένας άλλος, παρά μόνον ο «συνήθης ύποπτος», η εκκλησία[49], καθώς «αυτές οι ιστορίες είναι μύθοι που δημιουργήθηκαν από την Εκκλησία για να ενισχύσει το γόητρό της»[50].
Ο μύθος του κρυφού σχολειού, όπως και οι υπόλοιποι εθνικοί «μύθοι»,
«κατασκευάστηκε για να υποστηρίξει το ελληνορθόδοξο ιδεολόγημα»[51].
Η εκκλησία είναι αυτή που συντηρεί τους «εθνικούς μύθους» μέχρι και
σήμερα, επειδή ακριβώς «η αλήθεια σχετικά με το παρελθόν είναι ο
χειρότερος εχθρός της»[52].
Τα παραπάνω αποτελούν κοινή πίστη και άποψη όλων των αναθεωρητών ιστορικών.
Όλων;
Όχι.
Υπάρχει ένας μοναχικός ερευνητής που διαφοροποιείται πλήρως και με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο από όλους τους υπόλοιπους.
Αυτός δεν είναι άλλος από τον Άλκη Αγγέλου, ο οποίος ως υπεύθυνους για την κατασκευή του «μύθου» του κρυφού σχολειού θεωρεί αποκλειστικά και μόνον τον νεοελληνικό διαφωτισμό και τον ρομαντισμό, όπως επίσης και την ακυριολεξία του ρητορισμού, η οποία τον διαμόρφωσε και τον παγίωσε[53]. Δηλαδή, την νεοτερικότητα αυτοπροσώπως.
Όταν ο καθηγητής
Κρεμμυδάς παρουσίασε με θούριους και διθυράμβους στο αναγνωστικό κοινό
των Νέων το γνωστό βιβλίο του αείμνηστου καθηγητή Αγγέλου[54],
απέφυγε επιμελώς να αναφέρει ποια θεωρούσε ο Αγγέλου ως την αιτία για
την δημιουργία αυτού του «μύθου». Και δεν το παρέλειψε καθόλου τυχαία.
Διότι αν ανέφερε ότι σύμφωνα με τον Αγγέλου τον «μύθο» για το κρυφό
σχολειό τον έπλασαν αποκλειστικά και μόνον
ο νεοελληνικός διαφωτισμός και ο ρομαντισμός, πώς θα μπορούσε μετά ο
ίδιος ο Κρεμμυδάς να ισχυρίζεται ότι τον «μύθο» τον έφτιαξε «η εκκλησία»
και οι «εθνικιστικοί κύκλοι»[55];
Είδαμε πριν πως οι
αναθεωρητές ιστορικοί μας λένε –σε όλους τους τόνους– πως το κρυφό
σχολειό δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας εθνικός μύθος. Όμως, παρ’ όλο
που κατά τους αναθεωρητές ιστορικούς η ιστοριογραφία έχει αποδείξει
οριστικά πλέον ότι «κρυφό σχολειό» δεν υπήρξε ποτέ, η άποψη πως το κρυφό
σχολειό ήταν μύθος, όλως περιέργως, δεν γίνεται αποδεκτή από όλους τους
σύγχρονους ιστορικούς. Έτσι, κορυφαίοι ερευνητές όπως ο Δ. Κόκκινος, ο
Τ. Γριτσόπουλος ο Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος[56] ο Β. Σφυρόερας[57]
και άλλοι δέχονται απόλυτα την ιστορικότητα του κρυφού σχολειού, πράγμα
που κάνει τους ιστορικούς της αποδόμησης να το ομολογούν, σε στιγμές
απρόσμενης ειλικρίνειας, με ιδιαίτερη πικρία και οργή: «Πώς αυτή η ισχυρότατη αποδοχή του μύθου και ακόμη περισσότερο η αντίσταση ακόμη και μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας να δεχθούν την απόρριψη του;» [58].
Το πιο ενδιαφέρον
όμως είναι πως η ιστορικότητα του κρυφού σχολειού γίνεται ανεπιφύλακτα
δεκτή από πολλές μελέτες της σύγχρονης διεθνούς βιβλιογραφίας.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφουν οι Aliki Dragona και Carolyn Handa:
«Ακόμη και σε περιόδους μεγάλης πολιτικής καταπίεσης, όπως η Οθωμανική κυριαρχία, αλλά και η ναζιστική κατοχή, οι Έλληνες, με κάποια αίσθηση ανωτερότητας και υπεροχής,
φρόντιζαν να διασφαλίζουν την συμμετοχή τους σε κάποιου είδους επίσημων
ή ανεπίσημων σχολείων για την εκμάθηση γραφής και ανάγνωσης.
Παράδειγμα, τα «κρυφά σχολεία», τα οποία λειτουργούσαν κρυφά και «παράνομα» σε όλη την Ελλάδα, στα 400 χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, και τα οποία ενστάλαζαν ένα ισχυρό ελληνικό ήθος.
Το ίδιο και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν τα επίσημα δημόσια και
ιδιωτικά σχολεία έκλεισαν τις πόρτες τους για τους μαθητές τους, πολλοί
διδάσκονταν «κατ’ οίκον», από συγγενείς ή φίλους»[59].
Σε παρόμοια με τις
παραπάνω ερευνήτριες συμπεράσματα καταλήγουν επίσης και οι C. M.
Costantakos και J. N. Spiridakis, σύμφωνα με τους οποίους «τα κρυφά σχολειά λειτουργούσαν κρυφά, υπό την κάλυψη που προσέφερε το σκοτάδι, με στόχο την διατήρηση της γλώσσας»[60]. Τα ίδια επίσης υποστηρίζουν για τον ρόλο του κρυφού σχολειού ο James Georgas[61] και ο Nicholas V. Gianaris[62].
Όμως ο ποιο
απρόσμενος υποστηρικτής της ύπαρξης του κρυφού σχολειού, και μάλιστα στα
εγκυρότερα διεθνή επιστημονικά φόρα, είναι ο κορυφαίος σε θέματα
εκπαίδευσης καθηγητής Γεώργιος Ψαχαρόπουλος, ο οποίος είναι ένας από
τους λαμπρότερους εκφραστές του ευρωπαϊσμού και του πολιτικού
φιλελευθερισμού στην χώρα μας.
Ο υπεράνω πάσης
σκοταδιστικής υποψίας καθηγητής Ψαχαρόπουλος έγραψε σε ειδικό άρθρο του
τα εξής ενδιαφέροντα για το κρυφό σχολειό: «Η εκπαίδευση έχει μια μακρά
παράδοση στην Ελλάδα. Ο Σωκράτης δίδασκε όταν οι λαοί της δυτικής
Ευρώπης ήταν ακόμη αναλφάβητοι. […] Τα όσα συνέβησαν στα 400 χρόνια της
τουρκικής κατοχής θα πρέπει να μεγάλωσαν την όρεξη των Ελλήνων για
παιδεία. Πάντως, σε κάθε περίπτωση είναι ξεκάθαρο ότι το κρυφό σχολειό βοήθησε στην διάσωση της ελληνικής γλώσσας και της εθνικής ταυτότητας»[63].
Η παιδεία στην Τουρκοκρατία: Πηγές και μαρτυρίες.
Το πότε εμφανίστηκε
για πρώτη φορά ο «μύθος» για την απαγόρευση από τους Τούρκους της
παιδείας και ο μύθος του κρυφού σχολειού, ο καθηγητής Αγγέλου πιστεύει
ότι είναι πολύ δύσκολο να το ανακαλύψουμε: «Με ποιον τρόπο διαμορφώνεται
γενικότερα αυτή η δοξασία για την απαγόρευση των Τούρκων και την κρυφή
καλλιέργεια των γραμμάτων από τους Έλληνες, δεν το γνωρίζουμε, ούτε και
είναι εύκολο –με τα σημερινά δεδομένα– να την αναζητήσουμε»[64].
Όπως αναφέραμε
παραπάνω, ο Αγγέλου μας διαβεβαιώνει πως στην Turcograecia του Κρουσίου
δεν υπάρχει ούτε ο παραμικρός υπαινιγμός για απαγόρευσης της παιδείας
από τους Τούρκους και για κρυφό σχολειό. Γι’ αυτό και εμείς θα
ξεκινήσουμε την έρευνά μας στις πηγές, από αυτό ακριβώς το έργο.
Ο Κρούσιος στην
Turcograecia δημοσίευσε, μεταξύ άλλων, και τις επιστολές που του είχε
στείλει ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς, ο οποίος ήταν «πρωτονοτάριος», δηλαδή
αρχιγραμματέας της πατριαρχικής αυλής στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ο
Ζυγομαλάς περιγράφει στον σπουδαίο φίλο του σε ποια κατάσταση βρίσκονταν
οι ελληνικές περιφέρειες[65] και οι ελληνικές πόλεις[66] παλαιότερα και στην εποχή του.
Και ενώ κάποτε αυτές οι περιοχές και οι πόλεις απολάμβαναν αφθονία αγαθών και ευδαιμονία, και ήσαν «λόγων πηγαί», στην εποχή του Ζυγομαλά όλα αυτά ήταν πλέον «ηφανισμένα και λείψανον μονότι φέροντα των πάλαι καλών και της τότε ευδαιμονίας». Και αυτό διότι στον καιρό του είναι «πάντα ταύτα (φευ) δεδουλωμένα δουλεία Αγαρηνών, και ουκ έχοντα τας ελευθέρους επιστήμας, ει μη τι που εφευρίσκεται. Το δ’ αίτιον, ότι αι κακώσεις και αι συζητήσεις των τυραννούντων δειναί»[67].
«Σοφίαν γαρ ή μαθήματα, δούλοι όντες νυν, ουκ έχομεν»[68]. «Τοιούτου καιρού [αρίστου] οι δυστυχείς ημείς Έλληνες χρήζομεν μεν, ουκ ευτυχούμεν δε τυχείν. […] Απολέσαντες γαρ ημείς βασιλείαν, και σοφίας εστερήθημεν, βαρβαρωθέντες εν βαρβάροις χρονίως, και ανανεύειν ταις δυστυχίαις κωλυόμενοι»[69]. «Ημείς γαρ ονόματι Έλληνες. Αυτοί δε (οι φοιτητές του Κρουσίου), σοφία και έργοις αρίστοις και λαμπροίς»[70].
Όπως μας αναφέρει ο
Ζυγομαλάς, το σκοτάδι της σκλαβιάς έφερνε όλες τις πόλεις του Ελληνισμού
σε τραγική αντίθεση με το λαμπρό βυζαντινό παρελθόν τους[71]. Και για ποιον λόγο τα ελληνικά μέρη δεν είχαν πια τις ελεύθερες επιστήμες; Αδιαφορούσαν οι Έλληνες; Καθόλου! Το αντίθετο μάλιστα. Γιατί όπως λέει πάλι ο ίδιος:
«Δεκτικώτατοί εισιν οι τοις τοιούτοις τόποις ενοικούντες, ότε διδασκάλου τύχωσι, των μαθημάτων λαμβάνειν, δια την ενούσαν ως οίμαι τω ελληνικώ γένει ευγένειαν και την κράσιν και θέσιν των τόπων αυτών. Α πλεονεκτήματά εισι ΘΕΟΘΕΝ εμπεφυκότα, και σχεδόν ανεξάλειπτα. Τα νέφη δε των επισυμβάντων κακών, τον ήλιον των καλών τούτων ουκ εά και την σοφίαν θάλλειν. Δώη δε Θεός ποτε άνεσιν και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ, τήν τε εις το αρχαίον αποκατάστασιν. Ορώ δε νυν (ως και άλλοτε έγραψα.
Και λέγειν τοις ενταύθα πάσιν ου παύομαι, την αλήθειαν κηρύττων)
μετοικήσαντα πάντα τα αγαθά από των ελληνικών τόπων και οικήσαντα εν
ημίν. Η τε σοφία και των μαθημάτων επιστήμαι, αι τέχναι αι άρισται, η
ευγένεια, τα όπλα, ο πλούτος, η παίδευσις και ο λοιπός των χαρίτων χορός. Ελληνικών δε χαρίτων το κλέος βαρύς ώλεσεν αιών, βαρβαρικοίς δαμάσας ήθεσιν αγλαϊνήν. Ώς τις λόγιος ανδρών (Αντώνιος Έπαρχος ούτος, Κερκυραίος) θρηνών την Ελλάδος καταστροφήν, ζυγόν δουλείας ακλεώς υποφέρουσαν, έκλαυσε, στίχοις ηρωελεγείοις δακρυχέων, υπέρ τοις διακοσίοις»[72].
Διψάνε οι Έλληνες για παιδεία, λέει ο Ζυγομαλάς, διότι το ελληνικό γένος έχει ως έμφυτα από τον Θεό
«πλεονεκτήματα» την «ευγένεια» και την φιλομάθεια. Αλλά η βαριά και
τυραννική σκλαβιά των Τούρκων δεν αφήνουν την σοφία να ανθήσει… Γι’ αυτό
και προσεύχεται στον Θεό να δώσει στο ελληνικό γένος την ελευθερία του!
========================================
[45]. Χ. Γ. Πατρινέλης, «Η Εκπαίδευση κατά την Τουρκοκρατία», όπ. παρ. 1998, σ. 38, 2007, σ. 397.
[46]. Γ. Κατσιαμπούρα, «Το Κρυφό Σχολειό και ο Γρηγόριος Ε΄», εφ. Η ΑΥΓΗ, 24-3-2004.
[47]. Χ. Κουλούρη, «Οι “Σκοτεινοί Αιώνες” του Οθωμανικού Παρελθόντος μας», εφ. Το ΒΗΜΑ, 6-2-2000.
[48]. Α. Ηρακλείδης, Η Ελλάδα και ο «εξ Ανατολών Κίνδυνος», Αθήνα 2001, σσ. 105-106.
[49].
Β. Κρεμμυδάς, «H Eκκλησία στο Eικοσιένα – Μύθοι και ιδεολογήματα», εφ.
Τα ΝΕΑ, 22-3-2005. Του ιδίου, «Χονδροειδής Παραποίηση της Ιστορίας», εφ.
Τα ΝΕΑ, 7-6-2000. Α. Ελεφαντής, «Επιλεγόμενα στο Βιβλίο που συντάραξε το Ρωμέικο για 400 Μέρες», εφ. Η ΑΥΓΗ, 5-10-2007.
[50].
Δήλωση της καθηγήτριας Ελισάβετ Ζαχαριάδου στο Ασοσιέιτεντ Πρες στις
12-5-1998. Βλ. σχ. Ο Ιός, «Ο Μύθος του Κρυφού Σχολειού. Νύχτωσε χωρίς
Φεγγάρι. Κάτω τα Χέρια από τον Εθνικό μας Μύθο», εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
30-8-1998.
[51]. Ν. Θεοτοκάς, «Η Ορθόδοξος Ανατολική Εκκλησία και το «Σατανικόν Φρόνημα» του 1821», εφ. Η ΑΥΓΗ, 23-3-2001.
[52]. Β. Κρεμμυδάς, «Η σύγκρουση για την Ιστορία. Ο ιστορικός στη χλεύη του «λαού», εφ. Τα ΝΕΑ, 26-4-2007.
[53]. Α. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός Μύθου, Αθήνα 1997, σσ. 19-23· 31. Το ίδιο και ο Χ. Γ. Πατρινέλης, όπ. παρ. σσ. 38-39.
[54]. Β. Κρεμμυδάς, «Ο πιο Ανθεκτικός Μύθος», εφ. Τα ΝΕΑ, 16-4-1998.
[55].
Β. Κρεμμυδάς, «Ο πιο Ανθεκτικός Μύθος», εφ. Τα ΝΕΑ, 16-4-1998. Του
ιδίου, «Χονδροειδής Παραποίηση της Ιστορίας», εφ. Τα ΝΕΑ, 7-6-2000. Του
ιδίου, «H Eκκλησία στο Eικοσιένα, Μύθοι και ιδεολογήματα», εφ. Τα ΝΕΑ,
22-3-2005.
[56]. Σχετικές παραπομπές βλ. στο έργο του Α.Α. Μανδρίκα, «Κρυφό Σχολειό», Μύθος ή Πραγματικότητα; Αθήνα 1992, σσ. 111-113.
[57]. Ο Β. Σφυρόερας την θεωρεί πιθανή και σίγουρα δεν την αποκλείει: Πάπυρος, Larousse, Brittannica, 1978, λήµ. κρυφό σχολειό.
[58].
Π. Στάθης, «Το Κρυφό Σχολειό: Διαδρομές του Μύθου, Διαδρομές της
Ιστορίας», εισήγηση στο συνέδριο «Η ιστορία ως διακύβευμα. Μορφές
σύγχρονης ιστορικής κουλτούρας», 2001, δημοσιευμένη (και) σε αρχείο pdf
στο cd που συνοδεύει το 4ο τεύχ. 2003-2004, του Historein/Ιστορείν, σ. 2 (του pdf).
[59]. «Even during times of great political distress such as the Ottoman rule or the Nazi occupation of Greece during the Second World War, participation in some form of official or unofficial literacy practices provided Greeks with a sense of direction and pride, a form of moral sustenance. For instance, the “secret schools,” which operated clandestinely and “illegally” during the Ottoman rule over Greece for nearly 400 years, also instilled in them a strong Greek ethos. Similarly, during the Second World War when official public and private schools were forced to shut their doors to the young Greeks, many were “home-schooled” by relatives or friends». A. Dragona and C. Handa, «Xenes Glosses: Literacy and Cultural Implications of the Web for Greece», στον τόμο G. E. Hawisher – C. L. Selfe (επιμ.), Global Literacies and the World-Wide Web, London – New York 2000, σ. 66.
[60]. «Krifa-Skolia «Hidden
Schools», operated clandestinely under the cover of darkness to
maintain the language during this period». M. Costantakos – J. N.
Spiridakis, «Greek in New York», στον τόμο O. Garcia – J. A. Fishman
(επιμ.), The Multilingual Apple: Languages in New York City, Berlin – New York 2002, σ. 144.
[61]. J. Georgas, «Ecological-Social Model of Greek Psychology», στον τόμο U. Kim, J.W. Barry, Indigenous Psychologies, Research and Experience in Cultural Context, Cross-Cultural Research and Methodology Series 17, Newbury Park 1993, σσ. 62· 65.
[62]. N. V. Gianaris, Geopolitical and Economic Changes in the Balkan Countries, Westport, Conn. 1996, σ. 42.
[63].
«Education has a long tradition in Greece. Socrates was teaching when
the peoples of Western Europe were still illiterate. […] Happenings
during those four hundred years [of Turkish occupation] must have
stirred the Greeks’ appetite for education; it is clear, in any case,
that the κρυφό σχολείο helped to preserve the Greek language and
national identity»: G. Psacharopoulos, «Education in Greece Today:
Contributions to the Perennial Debate. Introduction», Journal of Modern Greek Studies 13, 1995, σ. 169.
[64]. Α. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός Μύθου, Αθήνα 1997, σ. 23.
[65]. Θράκη, Μακεδονία, «Ελλάς» (Θεσσαλία-Στερεά), Πελοπόννησος, Ήπειρος και άλλες.
[66]. Ηράκλεια, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Ναύπλιο, Ναύπακτος, Ιωάννινα και άλλες.
[67]. Μ. Crusius, Turcograecia, Basileae 1584, σσ. 93-94.
[68]. Μ. Crusius, όπ. παρ. σ. 431.
[69]. Μ. Crusius, όπ. παρ. σ. 437.
[70]. Μ. Crusius, όπ. παρ. σ. 434.
[71].
Είναι σαφές πως ο Ζυγομαλάς τοποθετεί την λαμπρή ακμή όλων αυτών των
περιοχών και των πόλεων στην βυζαντινή και όχι στην κλασσική εποχή,
διότι στην κλασσική εποχή δεν υπήρχε ούτε η Ναύπακτος, ούτε το Ναύπλιο,
ούτε βέβαια τα Ιωάννινα! Άλλωστε, οι «Αγαρηνοί», ως γνωστόν, δεν
κατέλυσαν την Αθήνα του Περικλή, αλλά την Βυζαντινή αυτοκρατορία. Γι’
αυτό και δεν μπορούμε εδώ να μιλάμε για κλασικισμό του Ζυγομαλά, αλλά
για βυζαντινισμό, μέσα στον οποίον αναγνώριζε την λαμπρή ακμή του γένους
των Ελλήνων.
[72]. Μ. Crusius, Turcograecia, Basileae 1584, σ. 94.
Ὅσοι ἀναγνῶστες θὲλουν τὴν προηγούμενη ἀνάρτηση τοῦ ἄρθρου, μποροῦν νὰ ἀνατρέξουν στὴν ἀναζήτηση τοῦ ἱστολογίου μας!
Ὅσοι ἀναγνῶστες θὲλουν τὴν προηγούμενη ἀνάρτηση τοῦ ἄρθρου, μποροῦν νὰ ἀνατρέξουν στὴν ἀναζήτηση τοῦ ἱστολογίου μας!
Συνεχίζεται
[Πηγὴ]http://www.antibaro.gr/
«Τριβέλι Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!