Σάββατο 3 Μαρτίου 2018

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ: Οι πηγές, οι μαρτυρίες, η αλήθεια (ΜΕΡΟΣ 8ον - ἀπὸ 18)

ΜΕΡΟΣ 8ον - ἀπὸ 18

Οι Έλληνες, μας λέει ο συγγραφέας της Νεωτερικής Γεωγραφίας, είναι «στερημένοι» από «σχολεία» και από «παιδεία». Αλλά όχι εξαιτίας κάποιας δικής τους αδιαφορίας ή εξαιτίας του «αγροτικού χαρακτήρα» της κοινωνίας τους, αλλά επειδή είναι «υπόζυγοι». Και το «ελληνικό πνεύμα», παρόλο που ο «πολυχρόνιος ζυγός» δεν κατάφερε να το σβήσει, δεν μπορεί τώρα να κάνει απολύτως τίποτα, γιατί βρίσκεται κάτω από μια «ομίχλη που επιπολάζει».


Και για να αντιλαμβανόμαστε επακριβώς την σημασία αλλά και το ειδικό βάρος των μαρτυριών που παραθέτουμε, πρέπει να σημειώσουμε πως η Γεωγραφία Νεωτερική αποτελεί ένα από τα πιο σπουδαία βιβλία του ελληνικού διαφωτισμού[154], το οποίο συνοδοιπορεί με την πιο προωθημένη φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη, όπως αυτή διαμορφώθηκε στην Δύση στα τέλη του 18ου αιώνα. Ενώ παράλληλα σηματοδοτεί την αποδέσμευση του ελληνικού στοχασμού από τα καθιερωμένα σχήματα (ορθοδοξία, ελληνική αρχαιότητα, δυσπιστία προς την Δύση)[155].

Όλα τα παραπάνω επικυρώνει ο ίδιος ο Κοραής, με την δικιά του ιδιαιτέρως βαρύνουσα μαρτυρία:

Σάλπισμα Πολεμιστήριον [1801]: «Εξαιτίας των Τούρκων η κοινή πατρίς ημών, η πατρίς των τεχνών και των επιστημών, η πατρίς των φιλοσόφων και των ηρώων, έγινε σήμερον κατοικητήριον της αμαθίας και βαρβαρότητος, αληθές σπήλαιον ληστών, των και απ’ αυτούς τους ληστάς αναιδεστέρων Oσμανλίδων. Δια τους Τούρκους ονειδιζόμεθα και καταφρονούμεθα από τους Ευρωπαίους, οι οποίοι χωρίς τα φώτα της Ελλάδος ήθελον ίσως ακόμη κοιμάσθαι εις τον σκότον της προγονικής αυτών βαρβαρότητος. Tοιαύτα και τοσαύτα, φίλοι και αδελφοί, επάθομεν από το απάνθρωπον γένος των Μουσουλμάνων».

Και όταν αναφερόμαστε στον Κοραή δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η «γραμμή Κοραή» είναι αυτή που επιβάλλει την «ρεαλιστική αντιμετώπιση των θεμάτων που αφορούν στο ιστορικό παρελθόν, αλλά και στο παρόν της πατρίδας», μιας και «είναι απαλλαγμένη από τις συνηθισμένες προλήψεις(sic) τόσο για τους [Έλληνες], όσο και για τους Τούρκους». Μια γραμμή που ακολούθησε πιστά ο μαθητής του Κοραή Κ. Κούμας[156].

Τα αποτελέσματα της τουρκικής βαρβαρότητας ήταν λοιπόν κάθε στιγμή απτά στην καθημερινή ζωή και την πνευματική κατάσταση των υπόδουλων Ελλήνων. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός δεν κουράζονταν ποτέ του να υπενθυμίζει στους Έλληνες της Δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου την κατάσταση της απόλυτης εξαχρείωσης στην οποίαν βρίσκονταν, προκειμένου να τους παρακινήσει να φτιάξουνε σχολεία:

«Σαράντα χρόνους εσπούδαζε ο Μωυσής γράμματα. Έτσι πρέπει και εμείς να σπουδάζωμεν, να μανθάνωμεν γράμματα, δια να ηξεύρωμεν που περιπατούμεν. Και αν δεν εμάθετε γράμματα οι πατέρες και αι μητέρες, να βάνετε τα παιδιά σας να μανθάνουν. Δεν βλέπετε οπού αγρίεψε το γένος μας από την αμάθειαν και εγίναμε ως θηρία; Δια τούτο σας συμβουλεύω να κάμετε κάθε τρόπον να έχετε σχολεία εις τες χώρες σας δια να καταλαμβάνετε το άγιον Ευαγγέλιον, να μην περιπατήτε εις το σκότος»[157].

Δεν είχε όμως μόνον η δυτική Ελλάδα, όπου έδρασε ο άγιος Κοσμάς, το θλιβερό «προνόμιο» να ζει μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Το ίδιο συνέβαινε και στην Πελοπόννησο, όπως μας βεβαιώνει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος μας αναφέρει πως όταν ήταν εκείνος παιδί, σ’ όλον τον Μοριά δεν υπήρχαν καθόλου σχολεία, παρά κάποια ελάχιστα, κι αυτά για τα αξιοθρήνητα κολλυβογράμματα: 

«Εις τον καιρό της νεότητος, όπου ημπορούσα να μάθω κάτι τι, σχολεία, ακαδημίαι δεν υπήρχαν. Μόλις ήσαν μερικά σχολεία, εις τα οποία εμάθαιναν να γράφουν και να διαβάζουν. Οι παλαιοί κοτσαμπάσιδες, όπου ήσαν οι πρώτιστοι του τόπου, μόλις ήξευραν να γράφουν το όνομά τους. Το μεγαλύτερο μέρος των αρχιερέων δεν ήξευρε παρά εκκλησιαστικά κατά πράξιν, κανένας όμως δεν είχε μάθησι. Το ψαλτήρι, το κτωήχι, ο μηναίος, άλλαι προφητείαι ήσαν τα βιβλία οπού ανέγνωσα»[158]

Τα λεγόμενα του Κολοκοτρώνη έρχεται να επικυρώσει ο κατά τα άλλα ορκισμένος εχθρός του, ο μεγαλοκοτσαμπάσης Κανέλλος Δεληγιάννης, ο οποίος, μιλώντας για πατέρα του, τον πανίσχυρο προεστό της Πελοποννήσου Ιωάννη Δεληγιάννη, μας λέει πως ήταν «άνευ παιδείας, καθότι τότε δεν υπήρχον εις την Πελοπόννησον Ελληνικά Σχολεία»[159]

Τα αίτια για την παρακμή της παιδείας επί τουρκοκρατίας.

Και ποιος έφταιγε που οι Έλληνες επί τουρκοκρατίας δεν είχαν ούτε σχολεία, ούτε παιδεία; Οι αναθεωρητές ιστορικοί μας βεβαιώνουν πως η ίδρυση των σχολείων ήταν «ζήτημα εσωτερικών παραγόντων», μιας και «οι Έλληνες είχαν την ελευθερία και την ευθύνη να αποφασίσουν για την εκπαίδευσή τους χωρίς άμεσες δυναστικές πολιτιστικές επιρροές»[160]. Άρα; Μήπως τελικά δεν τους έφταιγε κανείς άλλος, παρά μόνο το ξερό τους το κεφάλι και η προκλητική τους αμέλεια στο να φτιάχνουν σχολειά και να μάθουν στα παιδιά τους γράμματα;

Είδαμε ήδη ότι ο αρχιγραμματέας του οικουμενικού πατριαρχείου Θεοδόσιος Ζυγομαλάς διαβεβαίωνε τον Μ. Κρούσιο, το 1580, πως μοναδική αιτία για την οριστική σχεδόν εξάλειψη της παιδείας στους υπόδουλος Έλληνες ήταν η τουρκική τυραννία. Κι αυτό γιατί οι Έλληνες από την φύση τους είναι «δεκτικώτατοι, […] ότε διδασκάλου τύχωσι, των μαθημάτων λαμβάνειν, δια την ενούσαν […] τω ελληνικώ γένει ευγένειαν και την κράσιν και θέσιν των τόπων αυτών. Α πλεονεκτήματά εισι θεόθεν εμπεφυκότα και σχεδόν ανεξάλειπτα».

Δηλαδή, όποτε οι Έλληνες μπορούν να έχουν δασκάλους, αναπτύσσουν την παιδεία στον ύψιστο βαθμό, γιατί αυτό τους επιβάλλει να κάνουν η ίδια η ελληνική τους φύση, με τα μοναδικά θεϊκά της χαρίσματα. Το ότι αυτή η άποψη δεν είναι μια εθνικιστική κορώνα του Ζυγομαλά, αλλά μια ακριβέστατη περιγραφή της ιστορικής πραγματικότητας, επιβεβαιώνεται από την πλέον αυστηρή επιστημονική έρευνα.

Όπως είδαμε, όταν ήταν ο Κολοκοτρώνης παιδί, στην Πελοπόννησο δεν υπήρχαν παρά κάποια ελάχιστα και εντελώς υποτυπώδη σχολεία. Κι όμως, στον ίδιο αυτόν τόπο λίγες μόνον δεκαετίες πριν είχε υπάρξει μια άνθηση της παιδείας πραγματικά αξιοζήλευτη. Και ποιος ήταν ο λόγος που είχε ανθήσει τότε τόσο πολύ η παιδεία; Το ότι για τριάντα χρόνια, από το 1685 ως το 1715, η Πελοπόννησος δεν ήταν υπό τουρκική αλλά υπό βενετσιάνικη κατοχή. Φυσικά, όταν κατάκτησαν την περιοχή οι Βενετοί, την είχαν βρει βουτηγμένη στην απόλυτη αμάθεια. Όμως, στα τριάντα χρόνια της δικής τους κατοχής κατόρθωσαν να επιτύχουν ένα πραγματικό «εκπαιδευτικό» θαύμα.

Χαρακτηριστική είναι η σχετική περιγραφή του Ματθαίου Παρανίκα[161]:

«Βαθμηδόν όμως, των δεινών αυξανόντων, εμαραίνετο [στην Πελοπόννησο] κατά μικρόν και το δένδρον της παιδείας. Ώστε, ότε οι Ενετοί κατέλαβον την Πελοπόννησον (1685-1715), […] εύρον τους κατοίκους γενικώς ειπείν, αμαθείς, συνετέλεσαν δε και εις την παντελώς παραμελημένην εκπαίδευσιν. Το δε παράδοξον, μοναχοί Λατίνοι ίδρυσαν εδώ και εκεί εκπαιδευτικά καταστήματα, διηύθυνον σχολεία, εις α άνευ δισταγμού οι Έλληνες έπεμπον τα τέκνα των. Ειργάζοντο επίσης να συστήσωσιν εν Τριπόλει τακτικόν Γυμνάσιον. Δια τούτων και ετέρων παραπλησίων ενόμιζεν ο Γριμάνης, ο Ενετός Αρμοστής, ότι «ίσως θέλει αποσπασθεί της βαρβαρότητος, υπό την αισίαν εξουσίαν των Ενετών, η διδάσκαλος πάσης επιστήμης και τέχνης αρχαία Ελλάς»[162].

Δηλαδή ο Βενετσιάνος διοικητής της Πελοποννήσου είχε βάλει ως πρόγραμμά του την εκπαιδευτική και πολιτιστική ανάπτυξη του Ελληνισμού της περιοχής, έτσι ώστε να τον απαλλάξει από την βαρβαρότητα στην οποία τον είχαν οδηγήσει οι Τούρκοι και να ξαναφέρει στο ύψος της αρχαίας Ελλάδας! Και βλέποντας την απίστευτη ανταπόκριση των Ελλήνων όλου του Μοριά στην προσπάθειά του αυτή, πίστεψε πως αυτός ο στόχος του θα μπορούσε τελικά του να επιτευχθεί.

Και ενώ αυτά τα καταπληκτικά συνέβαιναν στην Πελοπόννησο μέχρι και το 1715, όταν γεννήθηκε ο Κολοκοτρώνης ο τουρκικός ζυγός είχε ήδη «καταφέρει» να την γυρίσει στην ίδια ακριβώς βαρβαρότητα, στην οποία την είχαν βρει οι Βενετσιάνοι το 1685!

Το ίδιο ακριβώς με την Πελοπόννησο, αλλά σε έναν πολύ πιο εντυπωσιακό βαθμό, συνέβη και στην Κρήτη, η οποία όσο ήταν υπό την πολύχρονη κατοχή των Βενετσιάνων ανέδειξε πλήθος λογίων[163] και έζησε μια μακρά περίοδο ευημερίας. Ευημερία που συνοδεύτηκε από μια ασύλληπτης έκτασης ανθρωπιστική δραστηριότητα, η οποία ήταν τόσο πληθωρική, που δεν μπορούσε να εξαντληθεί ολόκληρη επί τόπου και εξάγονταν και στην Βενετία(!). Σ’ όλην αυτήν την περίοδο, «τα ελληνικά μοναστήρια, θεματοφύλακες ελληνομάθειας, είναι τα κέντρα λόγιας και φιλολογικής ενασχόλησης»[164]

 Η άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών στην Κρήτη κατά την βενετοκρατία ήταν τέτοιας έκτασης και ποιότητας, ώστε να γίνεται λόγος από όλους τους ιστορικούς της λογοτεχνίας μας για Κρητική Αναγέννηση. Φυσικά, όπως ακριβώς και στην Πελοπόννησο, όλα αυτά έλαβαν τέλος με την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους[165]. Οι οποίοι Τούρκοι βύθισαν το νησί σ’ ένα τέτοιο βαθύ σκοτάδι αμάθειας και αθλιότητας, για το οποίο θα αναφέρουμε με πολλές λεπτομέρειες πιο κάτω στην μελέτη μας.

Αυτές είναι οι συνέπειες στον πολιτισμό και την παιδεία ενός τόπου από την τουρκική κατάκτηση. Το πηχτό και απόλυτο σκοτάδι. Αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε ακόμη καλύτερα εκ του αντιθέτου, αν δούμε δηλαδή το τι συνέβαινε στα μέρη που οι Τούρκοι δεν μπόρεσαν να επιβάλλουν ποτέ τον βάρβαρο ζυγό τους.

Κλασσικό παράδειγμα τα Επτάνησα: «Έχοντας αποφύγει τις συνέπειες της τουρκικής κατάκτησης η Επτάνησος, εξαιτίας της παρατεταμένης βενετικής κατοχής, διατήρησε αδιάλειπτη επαφή με την ευρωπαϊκή παιδεία μέσω των οργανικών δεσμών της με την Ιταλία. […] Η βενετική διακυβέρνηση ήταν καταπιεστική, […] αυτό όμως δεν εμπόδισε τα σκιρτήματα της πολιτισμικής ανανέωσης να φτάσουν στα νησιά του Ιονίου πελάγους. Ο Βρετανός περιηγητής Alexander Drummond, που επισκέφτηκε τα νησιά στα 1744, γράφει ότι γοητεύτηκε, όταν ανακάλυψε ότι τα νεότερα μαθηματικά και η πειραματική φυσική συγκέντρωναν το ενδιαφέρον των μορφωμένων ανδρών και ότι ο Locke, ο Clarke και ο Gravesande έχαιραν θαυμασμού στους λόγιους κύκλους της Ζακύνθου. Οι νέες ιδέες απασχολούσαν και τον πρωθιερέα της Ζακύνθου Αντώνιο Κατήφορο (1685-1763)»[166].

Πολλές φορές σε τούτη δω την μελέτη θα έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε το πόσο ορθή και ακριβής είναι η αντίληψη του Θ. Ζυγομαλά για την δυνατότητα που έχουν οι Έλληνες να τρέπονται προς την παιδεία και τα γράμματα, «δια την ενούσαν […] τω ελληνικώ γένει ευγένειαν και την κράσιν και θέσιν των τόπων αυτών. Α πλεονεκτήματά εισι θεόθεν εμπεφυκότα και σχεδόν ανεξάλειπτα».

========================================

[154]. Κ. Θ. Δημαράς, «Το Σχήμα του Διαφωτισμού», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ΄, σ. 352.
[155]. Α. Κουμαριανού, «Εισαγωγικά», στον τόμο Α. Κουμαριανού (επιμ.), όπ. παρ. σ. 12*.
[156]. Α. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός Μύθου, Αθήνα 1997, σ. 24.
[157]. Ι.Β. Μενούνος, Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές (και Βιογραφία), Αθήνα 1979, σσ. 266-267 (Διδαχή Ε΄).
[158]. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836, υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης, Αθήνησιν 1846, σ. 48.
[159]. Κ. Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, τ. 1, Απομνημονεύματα Αγωνιστών του ’21 16, Αθήναι 1957, σ. 27.
[160]. Χ. Καρανάσιος, «Η Εκπαίδευση κατά την Τουρκοκρατία», Ιστορία των Ελλήνων, τ. 8. Αθήνα 2006, σσ. 362-364.
[161]. Ο Ματθαίος Παρανίκας είναι ένας από τους κορυφαίους και πλέον έγκυρους μελετητές της ιστορίας της παιδείας κατά την τουρκοκρατία. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Αγγέλου, με τις εργασίες των Αραβαντινού, Σάθα, Παρανίκα και Λάμπρου «κάνει ομαδικά την εμφάνισή της, μέσα σε συντομότατο χρονικό διάστημα, η νεογέννητη επιστήμη της νεώτερης παιδείας μας και αποδεικνύει ότι η έρευνα όταν μένει ανεπηρέαστη από τις εμπνεύσεις οποιασδήποτε σκοπιμότητας, μπορεί να σταθεί μακριά από κάθε λογής μυθοπλασίες»: Α. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό. Χρονικό ενός Μύθου, Αθήνα 1997, σσ. 39-40.
[162]. Μ. Κ. Παρανίκα, Σχεδίασμα περί της εν τω Ελληνικώ Έθνει Καταστάσεων των Γραμμάτων από Αλώσεως Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι των Αρχών της Ενεστώσης (ΙΘ΄) Εκατονταετηρίδος, εν Κωνσταντινουπόλει 1867, σ. 105.
[163]. Βλ. σχ. Γ. Καράς, Οι Θετικές Επιστήμες στον Ελληνικό Χώρο (15ος-19ος Αιώνας), Αθήνα 1991, σσ. 30-31, όπου παρατίθενται και στατιστικά στοιχεία με σχετική βιβλιογραφία.
[164]. M. Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα 2003, σ. 50 (στην έκδοση του 1987, σσ. 48-49).
[165]. D. Holton, «Η Κρητική Αναγέννηση», στον τόμο D. Holton (επιμ.), Λογοτεχνία και Κοινωνία στην Κρήτη της Αναγέννησης, (μετάφραση από την αγγλική έκδοση: 1991), Ηράκλειο 20065 [1996], σ. 19.
[166]. Π.Μ. Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Αθήνα 19992 [1995], σ. 48.

Συνεχίζεται


Ὅσοι ἀναγνῶστες θὲλουν τὶς προηγούμενες ἀναρτήσεις τοῦ ἄρθρου, μποροῦν νὰ ἀνατρέξουν στὴν ἀναζήτηση τοῦ ἱστολογίου μας!

[Πηγὴ]http://www.antibaro.gr/
«Τριβέλι Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!