Οι Σταυροφορίες (γαλλ. croisades, από το croix= σταυρός) είναι από τα πλέον συγκλονιστικά γεγονότα της παγκοσμίου ιστορίας με έντονες προεκτάσεις -και μάλιστα οδυνηρές- ως τον παρόντα καιρό.
Διότι η επιθετική αντίδραση ισλαμικών ομάδων κατά της Δύσης γενικά, προβάλλεται σαν αντι-σταυροφορία, σαν μια εκδίκηση του ισλαμικού κόσμου και για τα τότε πραχθέντα αλλά και για τη μετέπειτα αποικιακή εκμετάλλευση.
Ίσως δεν είναι υπερβολή το να υποστηριχθεί ότι οι Σταυροφορίες αποτελούν την πρώτη τάση της Ευρώπης για αποικιακή εξάπλωση. Παρά το υπάρχον φεουδαρχικό σύστημα, μπήκαν οι βάσεις της αποικιακής οικονομίας και πολιτικής.
Ως ιστορικός όρος οι Σταυροφορίες δηλώνουν τις ένοπλες εκείνες πορείες -συχνά ασύνταχτες- των δυτικών λαών αρχικά για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους Σελτζούκους, αργότερα όμως για την καθυπόταξη ολόκληρης της Ανατολής. Οι λόγοι οπωσδήποτε είναι θρησκευτικοί, αλλά πίσω από αυτούς κρύβονται βαθύτερα συμφέροντα, οικονομικά και πολιτικά. Από την άποψη αυτή τα αίτια είναι:
Θρησκευτικά: Η θρησκευτική συνείδηση των δυτικών λαών είχε εξεγερθεί με την ιδέα ότι οι Άγιοι Τόποι κατέχονταν από τους Σελτζούκους. Την αγανάκτηση αυτή υπέθαλπε και υποδαύλιζε κατάλληλα η παπική Εκκλησία, για την εξυπηρέτηση των δικών της σκοπών και συμφερόντων.
Το δημογραφικό πρόβλημα: Η αύξηση του πληθυσμού της Ευρώπης και η κατοχή της γης από τους φεουδάρχες είχε δημιουργήσει οξύ κοινωνικό πρόβλημα. Ο θρύλος ακόμη για τα αμύθητα πλούτη της Ανατολής κέντριζε τη φαντασία των εξαθλιωμένων μαζών, που θεώρησαν τις Σταυροφορίες σαν μέσο να εξασφαλίσουν πλούτη για την επίγεια και σωτηρία ψυχής για τη μετά θάνατο ζωή.
Ο εκπεσμός της φεουδαρχίας: Σε μερικές χώρες, κυρίως στη Γαλλία λόγω ισχυροποιήσεως της μοναρχίας, έχει παρουσιασθεί κάμψη της φεουδαρχίας. Έτσι πολλοί ευγενείς, αφού έχασαν τα φέουδά τους, διοχετεύουν τη ζωτικότητά τους στις σταυροφορίες, ελπίζοντας σε κατάκτηση νέων τιμαρίων. Ο καθ. Νικ. Σβορώνος βλέπει το ζήτημα της φεουδαρχίας σε σχέση με τις Σταυροφορίες από μία άλλη διάσταση: «Η στατική φεουδαλική κοινωνία μεταβάλλεται τώρα σε κοινωνία δυναμική, με τάσεις επέκτασης και κυριαρχίας, οικονομικής, πολιτικής, θρησκευτικής στον υπόλοιπο γνωστό κόσμο, δηλαδή στην πλούσια ακόμη Ανατολή».
Λόγοι εμπορικοί: Οι εμπορικές πόλεις της Ιταλίας (Βενετία, Γένουα, Πίζα κ.α.) ευνοούν τη σταυροφορική κίνηση με σκοπό να θέσουν υπό τον έλεγχό τους το εμπόριο της Ανατολής. Επί πλέον με σκάφη ιταλικά κυρίως μεταφέρονται στην Ανατολή οι σταυροφόροι και τα εφόδιά τους.
Το ιπποτικό πνεύμα: Το ρομαντικό στοιχείο, όσο κι αν βάλλεται από τους θετικιστές, δεν λείπει από καμμιά ιστορική φάση. Συνεπώς, από μια τέτοια κίνηση δεν είναι δυνατόν να παραβλέψουμε και τις ευγενείς φιλοδοξίες κάποιων προσώπων, που ήθελαν να συνδέσουν το όνομά τους με λαμπρά κατορθώματα εναντίον των «απίστων». Το ιπποτικό πνεύμα ήταν διάχυτο τότε στη Δύση, όπως ήταν διάχυτος και ο θρύλος για το Γκράαλ, δηλαδή το Άγιο Δισκοπότηρο.
Τα φιλόδοξα σχέδια των παπών: Πίσω απ’ όλες αυτές τις τάσεις υποκρύπτεται και η διαρκής επιθυμία των παπών να επιβάλουν την κυριαρχία τους και επί των Εκκλησιών της Ανατολής. Οι πάπες μπόρεσαν να σχηματοποιήσουν τις ακαθόριστες τάσεις των λαών της Δύσης σ’ ένα σαφές αίτημα. ΟΙ τάσεις αυτές ήταν προϊόν ιστορικών διεργασιών, αλλ’ οι Σταυροφορίες έργο των παπών. Πίστευαν ότι θα δημιουργούσαν μια απέραντη θεοκρατική αυτοκρατορία με τους ίδιους επικεφαλής και την Ρώμη ως παγκόσμια πρωτεύουσα.
Οι χιλιαστικές αντιλήψεις: Στη λαϊκή ψυχή της τότε εποχής ο αριθμός χίλια συνδεόταν με τη συντέλεια του κόσμου. Κάποια υπολείμματα των αντιλήψεων αυτών ακούστηκαν και στις παραμονές του 2000. Λίγα χρόνια πριν από το έτος αυτό και συγκεκριμένα στα Επετειακά Κείμενα του Οικονομικού Ταχυδρόμου του Δεκεμβρίου 1994 γράφαμε τα εξής: «ΟΙ Σταυροφορίες αρχίζουν όταν έχουν συμπληρωθεί χίλια χρόνια από τη γέννηση του Χριστού. Μια πρωτοφανής θρησκευτική υστερία έχει καταλάβει τους δυτικούς λαούς. Η χιλιαστική αντίληψη κυριαρχεί παντού. Προτού έλθει η συντέλεια του κόσμου χρειάζεται να κάνουν κάτι, για να είναι έτοιμοι την ώρα της Μεγάλης Κρίσης. Κι αυτό το “κάτι” είναι ένας πόλεμος κατά των απίστων. Αυτό πρέπει να μας διδάξει “κάτι”» (Σ. I. Καργάκος: Το Σύνδρομο της Δ’ Σταυροφορίας, οπ. π., σ. 61). Δυστυχώς δεν μας εδίδαξε. Το φάσμα μιας άλλης απειλής απλώνεται σε όλη την γη.
Υπάρχει ακόμη και μία πιθανοφανής άποψη: οι Σταυροφορίες να οφείλονται σε παρεξήγηση ή σε εσφαλμένο υπολογισμό της βυζαντινής διπλωματίας. Οι Βυζαντινοί, μη μπορώντας να νικήσουν με δικές τους δυνάμεις τους Σελτζούκους, προσείλκυσαν προς τις περιοχές τους δυτικούς πολεμιστές, εφαρμόζοντας για πολλοστή φορά την τακτική «στρέφειν τον ένα εναντίον του άλλου». Λόγω ελλείψεως χρημάτων, για στρατολόγηση μισθοφόρων, έσπειραν την ιδέα στη Δύση για έναν «ιερό πόλεμο» που βρήκε ανταπόκριση στο θυμικό των εκεί ανθρώπων. Στη συνέχεια οι τραχείς στρατιώτες του Σταυρού, θαμπωμένοι από τα πλούτη της Βασιλεύουσας, ξέχασαν τους ιερούς σκοπούς, κουρέλιασαν την υψηλή διπλωματία της Βασιλεύουσας και έκαναν λεία τους και αυτή τη Βασιλεύουσα. Αργότερα τα λείψανα της Αυτοκρατορίας, αλλά και η ίδια η Αυτοκρατορία, μετά την ανασύστασή της το 1261, όταν χρειάστηκαν να πολεμήσουν τους Φράγκους, που είχαν εδραιωθεί στα εδάφη τους, κάλεσαν προς ενίσχυση τους Τούρκους (τους Σελτζούκους τους χρησιμοποιούσαν από παλιά), οι οποίοι με τη σειρά τους, αφού αναπτύχθηκαν αρκετά, έκαναν κι αυτοί τη Βασιλεύουσα δική τους το 1453 (Βλ. τις σχετικές απόψεις στο βιβλίο του Τζόναθαν Xάρρις: Το Βυζάντιο και οι Σταυροφορίες, έκδ., Ωκεανίδα, μτφρ. Λέων. Καρατζά, σ. 496).
Η κήρυξη των Σταυροφοριών: Ο πάπας Ουρβανός Β’ σε μια τοπική Σύνοδο στο Κλερμόν της Γαλλίας κήρυξε σταυροφορία στις 27 Νοεμβρίου του 1095 και κάλεσε άρχοντες και αρχομένους, κληρικούς και λαϊκούς, να λάβουν τα όπλα και να πορευθούν προς απελευθέρωση των Αγίων Τόπων, που τους μόλυναν οι μουσουλμάνοι. «Το θέλει ο Θεός» (Dieu le veut) ήταν η απόκριση του πλήθους στην έκκληση του Ουρβανού. Από το έτος εκείνο, «αι δύο μεγάλαι θρησκείαι, Χριστιανισμός και Μωαμεθανισμός», γράφει ο W. Durant, «προσέφευγον εις το ανώτατον ανθρώπινον δικαστήριον, εις την διαιτησίαν του πολέμου».
Οι στρατιώτες του Σταυρού έφεραν στον δεξιό ώμο ή στην πλάτη τους σαν έμβλημα έναν σταυρό από ερυθρό ύφασμα. Γι’ αυτό ονομάστηκαν «Σταυροφόροι». Σταυροφορίες έγιναν οκτώ, αλλ’ οι κυριώτερες είναι τέσσερεις. Στις οκτώ Σταυροφορίες περιλαμβάνεται και η τραγική «Σταυροφορία των Παιδιών», στην οποία έχουμε αναφερθεί εκτενώς σε άλλες συγγραφές μας.
Α’ Σταυροφορία (1095-1099)
Τα κύρια χαρακτηριστικά της Σταυροφορίας αυτής είναι τα εξής:
Έχει τον αγνότερο θρησκευτικό χαρακτήρα και σε αυτή, τουλάχιστον σ’ ό,τι αφορά στον Κουκόπετρο, «δεν δυνάμεθα να αποδώσωμεν υπολογιστικούς σκοπούς», λέγει ο Άμαντος.
Δεν μετέχουν βασιλείς αλλ’ ευγενείς ιππότες, και γι’ αυτό ονομάστηκε «Σταυροφορία των βαρόνων».
Πνευματικός αρχηγός είναι ο πάπας, που αντιπροσωπεύεται στη σταυροφορία από τον επίσκοπο Αντεμάρ του Μοντέιγ.
Λέγεται ότι τους Σταυροφόρους κάλεσε με επιστολή του ο Αλέξιος, αλλ’ η επιστολή θεωρείται πλαστή.
Αρχηγοί και πορεία: Η Σταυροφορία αυτή έχει δύο φάσεις. Η πρώτη έχει χαρακτήρα καθαρά λαϊκό (Προσταυροφόροι). Αρχηγός είναι ο Πέτρος ο Ερημίτης, ο καλούμενος από την Άννα Κομνηνή «Κουκόπετρος». Αυτός με την τραχειά και φλογερή ευγλωττία του κατόρθωσε να συγκεντρώσει χιλιάδες πιστούς (κατά τον υπερβολικό ισχυρισμό της Κομνηνής 80.000 πεζούς και 10.000 ιππείς). Πιθανώτερος είναι ένας αριθμός 20.000 ψυχών. Επικεφαλής του ασύντακτου αυτού πλήθους διέσχισε την Ουγγαρία, την Σερβία, την Ελλάδα και το 1096 εμφανίστηκε μπροστά στην ΚΠολη. Ο Αλέξιος Α’, ενοχλημένος από την πλημμυρίδα αυτή, έσπευσε να διαπεραιώσει τα στίφη του Πέτρου στην Ασία. Η προέλασή τους ανακόπηκε εμπρός στα τείχη της Νίκαιας. Μόνο 25.000 διασώθηκαν από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Κατακαλών. Ο Κιλίτς Αρσλάν τους αφάνισε. Αλλά και ο αριθμός των 25.000 ψυχών φαίνεται υπερβολικός.
Η δεύτερη φάση έχει οργανωμένο στρατιωτικό χαρακτήρα. Σε αυτή μετέχουν:
Ο Γοδεφρείδος της Μπουγιόν και ο αδελφός του Βαλδουίνος της Φλάνδρας, αρχηγοί των σταυροφόρων της Β. Γαλλίας. Διέθεταν 70.000 πεζούς και 10.000 ιππείς. Έφθασαν στην ΚΠολη μέσω Γερμανίας, Ουγγαρίας, Μακεδονίας, Θράκης.
Ο Ραϋμόνδος της Τουλούζης, αρχηγός των ιπποτών της Ν. Γαλλίας. Έφθασε μέσω Β.Ιταλίας, Σερβίας, Βουλγαρίας.
Ο Βοημούνδος, γυιός του Ροβέρτου Γυϊσκάρδου, και ο Ταγκρέδος, αρχηγοί των Νορμανδών. Έφθασαν μέσω Δυρραχίου, Μακεδονίας, Θράκης.
Επιχειρήσεις: Όταν έφθασαν εμπρός στην ΚΠολη, έδειξαν αρπακτικές διαθέσεις και ανάγκασαν τον Αλέξιο να λάβει αμυντικά μέτρα. Τελικά δεσμεύτηκαν με τον καθιερωμένο στη Δύση φεουδαρχικό «όρκο πίστεως» και ανέλαβαν την υποχρέωση να αποδώσουν στο Βυζάντιο όσες βυζαντινές περιοχές επρόκειτο να κατακτήσουν, ενώ ο Αλέξιος σε αντάλλαγμα θα τους ενίσχυε οικονομικά και στρατιωτικά. Ύστερα από πολιορκία επτά εβδομάδων έπεσε η Νίκαια (1097), στη συνέχεια το Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ), η Έδεσσα (Ούρφα) το 1098 και η Αντιόχεια. Τέλος, οι σταυροφόροι, εξαντλημένοι και αποδεκατισμένοι, έφθασαν στην Ιερουσαλήμ, την οποία κυρίευσαν μέσα σε σαράντα ημέρες (15 Ιουλίου 1099). Επακολούθησε άγρια σφαγή Μωαμεθανών και Εβραίων. Ένας Φράγκος μοναχός, ο Raymond d’ Agiles, δίνει μία εικόνα της φρίκης σε μία περιγραφή: «Οι δρόμοι της πόλης ήσαν στρωμένοι με πόδια και χέρια κομμένα και κανείς δεν μπορούσε να περάσει. Τόσο ήταν το πλήθος των πτωμάτων που ήσαν παντού σωριασμένα. Τόσο αίμα έχυσαν οι δικοί μας στον παλαιό ναό του Σολομώντος μέσα, ώστε τα πτώματα επέπλεαν στο κόκκινο πέλαγος πάνω, και το ρεύμα τα πετούσε πότε εδώ, πότε εκεί. Κι έβλεπε κανείς να κυλούν δεξιά και αριστερά πόδια και κεφάλια που κολλλούσαν πάνω σε ξένα ακρωτηριασμένα κορμιά και κανείς δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τίποτε».
Οι συνέπειες τόσο για τη Δύση όσο και για την Ανατολή ήσαν άμεσες και όχι μόνο για την τότε εποχή.
Αποκαταστάθηκε -παρά το βαρύ τίμημα- η επικοινωνία Δύσης και Ανατολής χάρη στην παρεμβολή των εμπορικών πόλεων της Ιταλίας. «Ένα αδόκητο επακόλουθο της Πρώτης Σταυροφορίας ήταν η ταχεία διεύρυνση της ιταλικής εμπορικής ναυτιλίας. Για πρώτη φορά επί αιώνες, οι θαλάσσιοι δρόμοι μεταξύ της αρχαίας πατρίδας της Ρώμης και της Εγγύς Ανατολής πύκνωσαν από ευρωπαϊκά ιστία» (Ernie Bradford: Μεσόγειος, το πορτραίτο μιας θάλασσας, Θεσ/νίκη 1993, σ. 349).
Το δυτικό στοιχείο εδραιώνεται στην Ανατολή και δημιουργεί ερείσματα. Αυτά είναι:
α’) Το βασίλειο της Ιερουσαλήμ, με τον Γοδεφρείδο της Μπουγιόν, που έλαβε τον τίτλο «Προστάτης του Παναγίου Τάφου».
β’) Το πριγκιπάτο της Αντιόχειας, με τον Βοημούνδο.
γ’) Η ηγεμονία της Έδεσσας, με τον Βαλδουίνο της Φλάνδρας.
δ’) Η ηγεμονία της Τριπόλεως, με τον Ραϋμόνδο της Τουλούζης.
Για την προστασία των Αγίων Τόπων ιδρύθηκαν τα περίφημα μοναχικά τάγματα, ένας ιδιόρρυθμος στρατός, αποτελούμενος από ιππότες μοναχούς. Αυτά είναι:
α’) Των Ιωαννιτών Ιπποτών. Το όνομα από τον προστάτη του τάγματος Ιωάννη Πρόδρομο.
β’) Των Ναϊτών. Το όνομα από τον ναό του Σολομώντος, κοντά στον οποίο ήταν το στρατόπεδό τους. Παλαιότερα οι κρίσεις των περισσοτέρων ιστορικών για το Τάγμα των Ναϊτών ήσαν αρνητικές. ΟΙ νεώτερες μελέτες είναι πιο θετικές. Η προσφορά των Ναϊτών, πέρα από τη στρατιωτική δράση, επεκτάθηκε και σε άλλους τομείς έτσι που το Τάγμα να εξελιχθεί σε μια τεράστια οικονομική επιχείρηση, με δικό του στόλο για τη μεταφορά και προστασία των προσκυνητών από επιθέσεις Σαρακηνών. Ο στόλος αυτός, πολεμικός και εμπορικός/επιβατηγός προστάτευε τους προσκυνητές από τη βουλιμία των Ιταλών εμπόρων που συχνά πουλούσαν τους προσκυνητές στους εμπόρους σκλάβων της Ανατολής. Όσο για τα λεχθέντα περί αιρέσεων, ειδωλολατρίας και σατανισμού, δεν έχουν επιβεβαιωθεί (σημ. entaksis: Για την σχέση των Ναϊτών με τον αποκρυφισμό διαβάστε τις σχετικές αναρτήσεις στο τέλος του άρθρου). Οι λεγόμενες ομολογίες αποσπάστηκαν με βασανισμούς που επέβαλλε ο βασιλιάς της Γαλλίας Φίλιππος Δ’ Ωραίος και η Ιερά Εξέταση. Οι Ναΐτες, αδυνατώντας να παραμείνουν επί πολύ στην Ανατολή, κατέφυγαν στην Γαλλία, όπου αφανίστηκαν από τον εν λόγω Φίλιππο στις 13 Οκτωβρίου 1307 (Για τη δράση των Ναϊτών βλέπε τα βιβλία του Ζώρζ Μπορντονόβ, Ναΐτες Ιππότες, μυστικά, αιρετικές μυσταγωγίες και αλήθειες, εκδ. Περίπλους, μτφρ. Δημ. Πεταλάς, 2004, σσ. 263) και Piers Paul Read, Ναΐτες Ιππότες, μτφρ. Γ. Κουκουνέμου, εκδ. Ενάλιος, σσ. 551). Στους Ιωαννίτες Ιππότες (Ρόδου και Μάλτας) αφιερώνουμε πολλές σελίδες στο βιβλίο μας Ιστορία του Ελληνικού Κόσμου και του Μείζοντος Χώρου, έκδ. Gutenberg, 1999, ττ. Α’-Β’.
Οι Φράγκοι μετέφεραν στην Ανατολή το ιπποτικό πνεύμα και άλλες φεουδαρχικές συνήθειες από τη Δύση. Αλλά και πολλά στοιχεία του ανατολικού πολιτισμού μετοχετεύθηκαν στη Δύση, ιδίως σε θέματα φαγητού.
Β’ Σταυροφορία (1147-1149)
Χαρακτηριστικά και Αρχηγοί: Έγινε στα χρόνια του Μανουήλ Κομνηνού κι έχει χαρακτήρα στρατιωτικό. Την αφορμή έδωσε η κατάληψη της Έδεσσας από τους Μουσουλμάνους της Μοσούλης. Ενθουσιώδεις μοναχοί έπεισαν τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Ζ’ και τον Κορράδο Ε της Γερμανίας να ηγηθούν νέας κατά των απίστων Σταυροφορίας. Ο Μανουήλ, αφού τους δέσμευσε με «όρκια πιστά», τους έδωσε τη δυνατότητα να διαπεραιωθούν αμέσως στη Μ. Ασία. Οι δύο αυτοκράτορες απέτυχαν στις επιχειρήσεις, νικήθηκαν στη Δαμασκό κι επέστρεψαν άπρακτοι στη χώρα τους. Η αποτυχία τους οφείλεται σε έλλειψη συντονισμού και συνεννοήσεως.
Γ’ Σταυροφορία (1189-1193)
Χαρακτηριστικά: Έχει περισσότερο από κάθε άλλη στρατιωτικό χαρακτήρα. Έγινε επί βασιλείας Ισαακίου Β’ Αγγέλου, με αφορμή την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τον σουλτάνο της Αίγυπτου Σαλαδίν (1187), που αναδείχθηκε σε μια από τις πλέον σημαντικές φυσιογνωμίες του ισλαμικού κόσμου. Το όνομα Σαλαδίν σημαίνει «ο τιμών την Πίστη». Ο Σαλαχεντέν Εγιουμπί, που οι Ευρωπαίοι ονόμασαν Saladin, είναι, όντως, μία από τις επιφανέστερες και ευγενέστερες φυσιογνωμίες του ισλαμικού κόσμου. Ήταν Κούρδος (από τη φυλή Ριβαδίε) και έγινε σουλτάνος της Αίγυπτου. Σήκωσε όλο το βάρος του πολέμου κατά των Σταυροφόρων. Έφθασε μέχρι τον Ευφράτη και το Ικόνιο και ένωσε το μέγιστο μέρος του ισλαμικού κόσμου. Τον Σεπτέμβριο του 1187 απέκλεισε την Ιερουσαλήμ, την οποία κατέκτησε στις 2 Οκτωβρίου. Μόνον η Τύρος έμενε στα χέρια των Φράγκων. Όμως με ορμητήριο αυτή κατέλαβαν την Πτολεμαΐδα. Ο Σαλαδίν πολιόρκησε την Τύρο από τη στεριά, αλλ’ επειδή δεν είχε στόλο, οι Δυτικοί μπορούσαν να ανεφοδιάζονται από τη θάλασσα. Στη φάση αυτή εμφανίζεται ο Ριχάρδος της Αγγλίας. Προέλασε μέχρι την Ιόππη, όπου κέρδισε σπουδαία νίκη, αλλά ο πόλεμος ανάμεσα σε αυτόν και τον Σαλαδίν κράτησε μέχρι το 1192, οπότε υπογράφτηκε ειρήνη άκρως συμφέρουσα για τον Σαλαδίν. Μόνο μια λωρίδα γης είχε μείνει στους Δυτικούς, που ένωνε τη θάλασσα με την Ιερουσαλήμ. Ο Σαλαδίν πέθανε στη Δαμασκό στις 4 Μαρτίου του 1193, σε ηλικία 55 ετών.
Στην Γ’ Σταυροφορία συμμετείχαν οι ισχυρότεροι ηγεμόνες της Ευρώπης:
Ο Φρειδερίκος Α’ Βαρβαρόσσας της Γερμανίας. Αυτός νίκησε τον βυζαντινό στρατό, ταπείνωσε τον Ισαάκιο και τον υποχρέωσε να του διαθέσει πλοία για τη διαπεραίωσή του στην Ασία. Στη συνέχεια νίκησε τους Τούρκους στο Ικόνιο και προχώρησε μέχρι την Κιλικία. Πνίγηκε όμως, ενώ λουζόταν, στον Κύδνο ποταμό. Ο στρατός του επέστρεψε στη χώρα του και μόνο ένα τμήμα ενώθηκε με τους άλλους Σταυροφόρους στη Συρία.
Ο Φίλιππος Αύγουστος της Γαλλίας έφθασε με πλοία στην Μεσσήνη, όπου συναντήθηκε με τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο, τον «κατάρχοντα των πελεκυφόρων Ιγγλίνων». Εδώ όμως παραλίγο να συγκρουσθούν. Αφού συμφιλιώθηκαν, έπλευσαν προς την Παλαιστίνη, αλλά στον δρόμο ο Ριχάρδος παρεξέκλινε και κατέλαβε την Κύπρο (1191).
Ακολούθως ενωμένοι οι σταυροφόροι πολιόρκησαν και κατέλαβαν την Πτολεμαΐδα ύστερα από διετή σκληρή πολιορκία, στην οποία χάθηκαν 190.000 μουσουλμάνοι και 120.000 χριστιανοί, αριθμοί υπέρμετρα υπερβολικοί. Ο Ριχάρδος κατέσφαξε τη φρουρά, επειδή ο Σαλαδίν δεν του εξασφάλισε τα υποσχεθέντα λύτρα. Δεν μπόρεσαν όμως να ανακτήσουν την Ιερουσαλήμ, κι έτσι το βασίλειό τους περιορίστηκε στα παράλια της Φοινίκης, με πρωτεύουσα την Πτολεμαΐδα. Η επάνοδος στην Ευρώπη των δύο ηγεμόνων σήμανε και τη λήξη της Γ’ Σταυροφορίας.
Αλλ’ η αποτυχία των τριών αυτών ισχυρών ηγεμόνων δεν κατασίγασε την ορμή για μία τέταρτη Σταυροφορία. Το 1195 στη γαλλική Βρεττάνη ένας τυχοδιώκτης, ο Φούλκων του Νεϊγύ, έχοντας επικεφαλής έναν καλόγερο από το Παρίσι, που λεγόταν Ερχουίνος, οργάνωσε καινούργια επιχείρηση. Με πλοία της Βενετίας έφθασαν στην Συρία, αλλά συνάντησαν αντίσταση και διαλύθηκαν. Ελάχιστοι κατόρθωσαν να διασωθούν (Παύλος Καλλιγάς: Μελέται Βυζαντινής Ιστορίας (από την πρώτη μέχρι της τελευταίας αλώσεως), Αθήναι 1894, σ. 5).
Δ’ Σταυροφορία (1202-1204)
Διαφέρει αισθητά από τις τρεις προηγούμενες και κύρια χαρακτηριστικά της είναι: α’) Δεν μετέχει κανένας ηγεμόνας. β’) Μολονότι κηρύχθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο Γ’ (1198-1216), ουσιαστικά κατευθύνεται από τους Βενετούς. γ’) Χαρακτηρίζεται σαν «παρέκκλιση σταυροφορίας», γιατί, ενώ αρχικά προοριζόταν για την Αίγυπτο, ύστερα στράφηκε κατά της Βασιλεύουσας εξ αιτίας των Βενετών, που ήθελαν να επιβάλουν την κυριαρχία τους στην Ανατολή, αλλά και εξ αιτίας της εσωτερικής αναταραχής που επικρατούσε στην ΚΠολη. δ’) Οι σκοποί της από θρησκευτικοί έγιναν πολιτικοί και οικονομικοί. Πάντως, η Δ’ Σταυροφορία είναι ένα «κουβάρι» αίτιών και αφορμών. Ο Βασίλιεφ δίνει το περίπλοκο αυτό ζήτημα με τρόπο θαυμαστό:
«Η τέταρτη σταυροφορία είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο ιστορικό φαινόμενο, στο οποίο αντανακλώνται τα πιο διάφορα συμφέροντα και συναισθήματα. Ανώτερα θρησκευτικά ελατήρια, ελπίδες για μια αμοιβή στην άλλη ζωή, δίψα για πνευματική δράσι και αφοσίωσι στις υποχρεώσεις που είχαν αναληφθεί εκ μέρους της Σταυροφορίας ανεμιγνύοντο με την επιθυμία των περιπετειών και του κέρδους, την τάσι για ταξίδια και τη φεουδαρχική συνήθεια των απασχολήσεων με τον πόλεμο. Η επικράτηση των “κοσμικών” και υλιστικών αισθημάτων επί των πνευματικών, που είχαν ήδη εκδηλωθεί στις άλλες Σταυροφορίες, υπήρξε ιδιαιτέρως αισθητή κατά την Τέταρτη Σταυροφορία και απεδείχθη με την κατάληψι από τους Σταυροφόρους, το 1204, της Κωνσταντινουπόλεως και τη δημιουργία της Λατινικής Αυτοκρατορίας» (A. Α. Vasiliev: Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, 3241453, σ. 554).
Αρχηγοί της Σταυροφορίας αυτής ήσαν ο Ιταλός Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, ο κόμης της Φλάνδρας Βαλδουίνος και ο Καμπανίτης ιππότης Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος, που ιστόρησε μάλιστα και τα συμβάντα της Σταυροφορίας. Αυτοί ανταποκρίθηκαν στο κήρυγμα του πάπα και συγκέντρωσαν 29.000 πεζούς και 13.500 Ιππείς, όμως λόγω ελλείψεως πλοίων προσέφυγαν στη βοήθεια των Βενετών. Ο γηραιός αλλά δυναμικός δόγης Ερρίκος Δάνδολος, θέλοντας να τους χρησιμοποιήσει σαν όργανο της επεκτατικής του πολιτικής, έθεσε όρους βαρείς, ζητώντας το μισό των εδαφών και των λαφύρων που θα κατακτούσαν. Ο πάπας, μαθαίνοντας τα συμφωνηθέντα, έδωσε την έγκρισή του, με τον όρο να μη θίγουν οι χριστιανικοί πληθυσμοί. Όταν όμως οι σταυροφόροι, με απαίτηση του Δανδόλου, στράφηκαν εναντίον της δαλματικής πόλης Ζάρας ο Ιννοκέντιος τους αναθεμάτισε.
Η μετατροπή και η τροπή προς την ΚΠολη έγιναν ως εξής: Ενώ συνεχιζόταν η πολιορκία της Ζάρας, σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε ο Αλέξιος Άγγελος, γυιός του εκθρονισμένου Ισαακίου, και ζήτησε τη βοήθεια των Σταυροφόρων για να πετύχει την παλινόρθωση του πατέρα του. Σε αντάλλαγμα προσέφερε: α’) «θάλασσα χρυσού», κατά τον Νικήτα Χωνιάτη, β’) παροχή εκστρατευτικού σώματος 10.000 ανδρών για την εκστρατεία της Αίγυπτου, γ’) ισόβια συντήρηση 500 Φράγκων ιππέων, δ’) υποταγή της ανατολικής Εκκλησίας στον πάπα.
Αφού υπέγραψαν συμφωνία, στρατός και στόλος συγκεντρώθηκαν στην Κέρκυρα. Ακολούθως έπλευσαν προς την ΚΠολη και την κυρίευσαν, λόγω της δειλίας του Αλεξίου Γ’, που κατά τρόπο αισχρό επέδρασσε στη Θράκη. Στον θρόνο ανέβηκαν ο τυφλός Ισαάκιος με τον γυιό του που πήρε τ’ όνομα Αλέξιος Δ’. Ήταν όμως δύσκολο στους Αγγέλους να τηρήσουν τα υποσχεθέντα, ενώ οι Σταυροφόροι και κυρίως οι Βενετοί ήσαν κάθε ημέρα όλο και περισσότερο φορτικοί. Έγινε προσπάθεια να καλυφθεί η έλλειψη χρημάτων με επαχθή φορολογία, που έκανε τον λαό να αγανακτήσει. Όταν μάλιστα μαθεύτηκαν τα περί υποταγής της Εκκλησίας στον πάπα, ο λαός ξεσηκώθηκε και στον θρόνο ανέβασε τον Αλέξιο Ε’ Μούρτζουφλο. Ο Αλέξιος Δ’ στραγγαλίστηκε, ενώ ο Ισαάκιος πέθανε από τον φόβο του. Ο Μούρτζουφλος, γενναίος στρατιώτης και αυστηρού ήθους άνθρωπος, ζήτησε από τους Σταυροφόρους να φύγουν από την ΚΠολη εντός οκτώ ημερών. Αυτοί όμως αρνήθηκαν και με αιφνιδιαστική επίθεση έγιναν κύριοι της πρωτεύουσας (12 Απριλίου 1204), παρά την ανδρεία που έδειξε ο αυτοκράτορας και ο οποίος κατέφυγε στον φυγάδα Αλέξιο Γ’. Αυτός όμως τον τύφλωσε και τον έδιωξε. Οι Φράγκοι τον συνέλαβαν στη Θράκη και τον θανάτωσαν στην ΚΠολη.
Ενώ οι μάχες μαίνονταν μέσα στην πόλη κι ενώ ο Μούρτζουφλος την είχε εγκαταλείψει, ο πατριάρχης έστεψε στην Αγ. Σοφία αυτοκράτορα τον στρατηγό Θεόδωρο Λάσκαρι. Αλλ’ αυτός, βλέποντας το μάταιο του αγώνα, κατέφυγε στη Νίκαια, ακολουθούμενος από τον πατριάρχη και πολλούς Βυζαντινούς άρχοντες.
Η ΚΠολη, έρημη από υπερασπιστές, παραδόθηκε στη μανία των σταυροφόρων. Μεγάλο μέρος της πυρπολήθηκε, 2.000 άνθρωποι σφάχτηκαν την πρώτη ημέρα, ιερά λείψανα βεβηλώθηκαν, εκκλησίες μολύνθηκαν και απογυμνώθηκαν από κάθε πολύτιμο ανάθημα, έργα τέχνης καταστράφηκαν ή μεταφέρθηκαν στη Δύση, τεμαχίστηκε η Αγία Τράπεζα της Αγ. Σοφίας και μιάνθηκε η ιερότητα του χώρου της, σκυλεύτηκαν τα λείψανα του Ιουστινιανού και γενικά «ουδέν ανόσιον και ασεβές παρελείφθη», όπως λέγει ο Παπαρρηγόπουλος. Η χριστιανική Δύση θυμήθηκε τον βάρβαρο εαυτό της. Ο Άγγλος ιστορικός Michael Angold γράφει: «Συνέβησαν πράγματα ανατριχιαστικά. Ο συγκεντρωμένος θησαυρός χιλίων περίπου ετών κατασχέθηκε και σκορπίσθηκε» (οπ. π., σσ. 517-518). Οι πρώτοι κατακτητές δεν υστέρησαν σε ασέβεια και αγριότητα από τους δεύτερους, τους Τούρκους.
Είναι απορίας άξιο το πως οι Φράγκοι μπόρεσαν να γίνουν τόσο εύκολα κύριοι της ΚΠόλεως, η οποία από Βασιλεύουσα, έγινε σε μικρό διάστημα… βασιλεύουσα! Ο Γουλιέλμος Βιλλαρδουίνος, που μετείχε στη Σταυροφορία και έγραψε την ιστορία της («Conquete de Constantinople») δίνει πολύ παραστατικά την εντύπωση που προκάλεσε η πόλη και η οχύρωσή της στους σταυροφόρους:
«Οι σταυροφόροι έμειναν με το στόμα ανοιχτό, όταν αντίκρυσαν την Πόλη, που δεν την είχαν δει ποτέ. Γιατί δεν μπορούσαν να φανταστούν μια τόσο μεγάλη πόλη, όταν αντίκρυσαν τα πανύψηλα τείχη και τους αμέτρητους εκείνους πύργους της, που την έζωναν ολόγυρα και τα πλούσια παλάτια της και τις ψηλές εκείνες εκκλησίες, που ήσαν τόσο πολλές ώστε κανένας δεν μπορούσε να πιστέψει, αν δεν τα έβλεπε με τα μάτια του. Θαύμαζαν ακόμη το μάκρος και το πλάτος της πόλης που στεκόταν πάνω άπ’ όλες σαν βασίλισσα».
Αλλά γι’ αυτές τις περιπτώσεις ισχύει ο λόγος του Νικία, όπως την κατέγραψε ο Θουκυδίδης: «Ου τείχη και νήες ανδρών κεναί». Τις πόλεις δεν σώζουν τα τείχη και τα πλοία, όταν αυτές είναι άδειες από άνδρες ή που υπάρχουν άνδρες χωρίς ανδρείο φρόνημα. Στην περίπτωση της ΚΠόλεως έλειπαν και τα πλοία (ο στόλος είχε παραμεληθεί), έλειψε, όμως, και το μαχητικό φρόνημα. Τους Σταυροφόρους κατηύθυνε ο Ερρίκος Δάνδολος που έφερε τα πλοία του, το ένα πλάι στο άλλο, κοντά στα τείχη και από ειδικές θέσεις πάνω στα κατάρτια επιδέξιοι τοξότες κτυ- πούσαν τους φρουρούς, που εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και έτσι οι στρατιώτες του Σταυρού εισπήδησαν μέσα στην Πόλη για να βεβηλώσουν ακόμη και τα κτίσματα που ήσαν αφιερωμένα στη λατρεία του Σταυρού. «Οι Φράγκοι είναι κύριοι της Κωνσταντινουπόλεως. Η προδοσία και η μωρία των Αγγέλων, η δεξιότης και η πανουργία του Δανδόλου ωδήγησαν τόσον εύκολα εις την άλωσιν της ΚΠόλεως, την οποίαν άλλοτε μετά τόσους αγώνας δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν οι Άραβες και άλλοι εχθροί» (Κων. Άμαντος, οπ. π., τ. Β’, σσ. 374-375). Βέβαια η ΚΠολη μετά από 57 χρόνια ανακτήθηκε από τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο, αλλά έζησε στο εξής σαν σκιά του παλαιού εαυτού της. Για την άλωση του 1204 και την ανάκτηση του 1261 συντέθηκε στιχούργημα, αποτελούμενο από 759 πολιτικούς στίχους. Ο Κρουμβάχερ στο περιώνυμο έργο του (τ. Α’, σ. 787) παραθέτει τους αρχικούς στίχους: «Η βασιλίς των πόλεων των Ιταλών εάλω και τοις Ρωμαίοις ύστερον πως απεδόθη πάλιν…»
Συνέπειες των Σταυροφοριών
Οι πόλεμοι κατά των Σταυροφόρων απορρόφησαν τη ζωτικότητα του βυζαντινού Ελληνισμού κι έφθειραν τις δυνάμεις του. Οι σταυροφόροι έδωσαν το θανάσιμο πλήγμα. ΟΙ Τούρκοι αργότερα έδωσαν τη χαριστική βολή. ΟΙ μόνοι που πρόβαλαν αντίσταση στη φραγκική εξάπλωση ήσαν μερικοί ισχυροί τοπάρχες, όπως ο Λέων Σγουρός στο Ναύπλιο και άλλοι, που οι αγώνες τους έδωσαν το έναυσμα για μια άλλου είδους αφύπνιση. Το ρωμαϊκό όραμα έχει πλέον ξεφτίσει. Η Αυτοκρατορία της Νίκαιας στρέφεται ιδεολογικά προς το αρχαιοελληνικό παρελθόν.
Από την επαφή με την Ανατολή, ωφελήθηκε πολιτιστικά και οικονομικά η Δύση. Στοιχεία ελληνικού και αραβικού πολιτισμού μεταδόθηκαν στην Ευρώπη. Άρχισαν ακόμη επαφές με τον κόσμο των Ινδών και Σινών (Κινέζων).
Εξυψώθηκε το κύρος των παπών, αλλά σύντομα το γόητρό τους θα πληγεί από την αντίδραση ισχυρών μοναρχών.
Σοβαρό πλήγμα δέχθηκε η τάξη των φεουδαρχών. Πολλοί ευγενείς, για να χρηματοδοτήσουν το σταυροφορικό τους εγχείρημα, πούλησαν ή υποθήκευσαν μεγάλες εκτάσεις, ενώ χιλιάδες δουλοπάροικοι, επωφελούμενοι από τα προνόμια που παρείχε η συμμετοχή στις Σταυροφορίες, δεν επανήλθαν στην Ευρώπη.
Ιδιαίτερα ευνοήθηκε η ανερχόμενη χρηματιστική τάξη, χάρη στην επαφή με το ανατολικό εμπόριο και τη βιοτεχνία. Δεν παραβλέπουμε ακόμη και την τοκογλυφία.
Κυρίως ευνοήθηκαν οι εμπορικές πόλεις της Ιταλίας. Η Βενετία, η Γένουα, η Πίζα κυριαρχούν στην Μεσόγειο. Προϊόντα άγνωστα και φυτά σπάνια, μεταφέρονται στην Ευρώπη.
Εξασθένησε το σελτζουκικό στοιχείο από τις συγκρούσεις, με αποτέλεσμα να γίνει εύκολη λεία σε λίγο των Οθωμανών.
Οι Σταυροφορίες αποτέλεσαν το «πρόπλασμα» της αποικιακής – αποικιοκρατικής πολιτικής των Ευρωπαίων.
Για την Δ’ Σταυροφορία ειδικότερα μπορούμε να πούμε τα εξής:
Η πρώτη άλωση προετοίμασε την οριστική. Ουσιαστικά οι σταυροφόροι εργάστηκαν για τους Τούρκους. Η Δ’ Σταυροφορία έδειξε ότι στόχος δεν ήταν το Ισλάμ, αλλά ο Χριστιανισμός της Ανατολής.
Η χριστιανική Δύση κηλίδωσε τους σκοπούς της με την κατάκτηση όχι της ισλαμοκρατούμενης Ιερουσαλήμ, αλλά της χριστιανικής ΚΠόλεως.
Ο βυζαντινός κορμός τεμαχίστηκε σε μικρά φραγκικά κι ελληνικά κρατίδια. Τα ελληνικά κρατίδια, όμως, αποδεσμευμένα από τη ληθαργική επιρροή της παρηκμασμένης ΚΠόλεως, παρουσιάζουν ένα νεανικό σφρίγος, που είναι ίσως το πρώτο σκίρτημα του αφυπνιζόμενου ελληνικού εθνισμού.
Γεννήθηκε σφοδρό μίσος στις ψυχές των Ελλήνων κατά των Δυτικών, πράγμα που εξηγεί το γιατί απέτυχε η θρησκευτική πολιτική των Παλαιολόγων. Έκτοτε ο αντιλατινισμός μεταβλήθηκε σε κυρίαρχη ιδεολογία.
Θησαυροί κι έργα τέχνης μεταφέρθηκαν από την ΚΠολη στη Δύση. Τα 9/10 των έργων τέχνης και κοσμημάτων του Αγίου Μάρκου της Βενετίας είναι προϊόντα της τότε λεηλασίας.
Η πρώτη άλωση από πολλούς ιστορικούς οροθετεί το τέλος της βυζαντινής ιστορίας. Συγκεκριμένα, οι κορυφαίοι βυζαντινολόγοι μας Άμαντος και Ζακυθηνός σταματούν στο σημείο αυτό την ιστορία τους, ενώ ο μεγάλος ιστορικός Απ. Βακαλόπουλος από το σημείο αυτό αρχίζει την πολύτομη μνημειώδη Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Πάντως, ο πρώτος που αναζήτησε τις ρίζες του νεοελληνικού εθνισμού στο Βυζάντιο, στηριγμένος στη γλώσσα και στο δημοτικό τραγούδι, είναι ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος (βλ. Άσματα Δημοτικά της Ελλάδος…, Αθήνα 1852, σσ. 462 κ.έ., και Βυζαντιναί Μελέται…, Αθήνα 1857).
Η άλωση του 1204 βάρυνε σημαντικά στις γενικώτερες εξελίξεις του ευρωπαϊκού χώρου. Βραχυπρόθεσμα η Ευρώπη κέρδισε. Μακροπρόθεσμα έχασε. Ένας ευαίσθητος Βρεττανός διανοητής ο Sir Edwin Pears στο έργο του Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 κάνει την ακόλουθη επισήμανση:
«Το έγκλημα της Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδωσε την Κωνσταντινούπολη και τη Βαλκανική χερσόνησο σε έξι αιώνες βαρβαρότητας. Προκειμένου να αντιληφθούμε την πλήρη σημασία της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε ποιος θα ήταν σήμερα ο πολιτισμός της Δυτικής Ευρώπης, αν προ έξι αιώνων η Ρωμανία δεν είχε καταστραφεί».
Αλλά και αυτά που έδωσε, πριν καταστραφεί, δεν ήσαν λίγα. Αυτή εμόρφωσε τη φυσιογνωμία της Ευρώπης. Και η Ευρώπη -ευγνωμονούσα- διατηρεί εν πολλοίς γι’ αυτή τον χαρακτηρισμό Bas Empire. Ξεπεσμένη αυτοκρατορία!
Είναι και αυτό μία επιστημονική αδικία, μια άλλου είδους «άλωση», που δυστυχώς δεν έχει ξεπεραστεί. Πάντως σήμερα η αντίληψη του Γίβωνος και κάποιων Διαφωτιστών, για «1.000 χρόνια παρακμής» (!) έχει πλέον παραμερισθεί. Οι βυζαντινές σπουδές όλο και περισσότερο πληθαίνουν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες της γης. Η Αυτοκρατορία της ΚΠόλεως, όπως θα ήταν σωστό να την ονομάζουμε, έδωσε έναν πολιτισμό διαφορετικό από τον αρχαίο ελληνικό αλλά διέσωσε -έστω και θραυσματικά- ό,τι περίπου γνωρίζουμε γι’ αυτόν. Πρωτίστως τη γλώσσα του.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΑΔΟΧΟΥΣ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ Α’ ΑΛΩΣΗ (1204) – ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ)
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ entaksis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!