Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

Η αλήθεια για την περιουσία, τη φορολόγηση της Εκκλησίας και τη μισθοδοσία των κληρικών της (Μέρος τελευταίον)

ΜΕΡΟΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ

Αλλά ο τότε υπουργός Τρίτσης επέμεινε. Κατάρτισε και έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε ως Νόμος 1700/1987 και υπήρξε το αποκορύφωμα της κρατικής επιβολής σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας που είχε απομείνει. Παρά τις αντιδράσεις, η πλειοψηφία της Βουλής ψήφισε το Νόμο, με τις διατάξεις του οποίου θα άλλαζαν οι κανόνες διοίκησης, διαχείρισης και εκπροσώπησης της μοναστηριακής περιουσίας, το Κράτος θα διόριζε το Διοικ. Συμβούλιο του Ο.Δ.Ε.Π., για να διοικεί την εκκλησιαστική περιουσία,  ενώ γινόταν επέμβαση και στον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης των ενοριακών ναών κ.λπ. Η τύχη του Νόμου αυτού είναι γνωστή:


Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την Πράξη συγκρότησης του Συμβουλίου του Ο.Δ.Ε.Π.  (απόφαση 5057/1987),  το Κράτος δεν τόλμησε να εφαρμόσει τους Νόμους 1700/1987 και 1811/1988,  κάποιες Μονές προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση με τους Νόμους αυτούς άρθρων της Διεθνούς Συμβάσεως της Ρώμης και του Πρώτου Πρωτοκόλλου της. Και δικαιώθηκαν, διότι το Δικαστήριο με την απόφασή του 10/1993/405/483/484/9.12.1994:

• Διαπίστωσε ότι ο Νόμος 1700 παραβίασε θεμελιώδη δικαιώματα των ιερών Μονών για τα περιουσιακά τους δικαιώματα.

• Ανέτρεψε τη μέχρι τότε υπέρ του Κράτους νομολογία των ελληνικών Δικαστηρίων και επέβαλε σ’ αυτά πλήρη συμμόρφωση προς τη Σύμβαση της Ρώμης.

•  Διακήρυξε ότι οι Μονές  –και άρα η Εκκλησία της Ελλάδος–  δεν είναι κρατικοί οργανισμοί, έστω κι αν χαρακτηρίζονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

• Διασαφήνισε ότι οι Μονές μπορούν να επικαλούνται κάθε τρόπο κτήσεως της κυριότητας της περιουσίας τους  (και με χρησικτησία),  αφού  «δεν υπάρχει κτηματολόγιο στην Ελλάδα», και διότι ήταν αδύνατη η μεταγραφή τίτλων προ του 1856 και η μεταγραφή κληροδοσιών και κληρονομιών προ του 1846, και

•  Επέλυσε την αμφισβήτηση,  υπέρ των ιερών Μονών,  του θέματος των «διακατεχομένων» (κτημάτων χωρίς νόμιμους τίτλους) τα οποία νέμεται η Εκκλησία, με το τεκμήριο της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας.

Παρά το «πάγωμα» των δύο αυτών Νόμων (1700 και 1811), το 1998 επιχειρήθηκε από τη Γεν. Γραμματεία Δασών η ενεργοποίηση της Σύμβασης που προέβλεπε ο δεύτερος Νόμος, χωρίς όμως αποτέλεσμα.  Αλλά δεν έπαψε η αναμόχλευση του θέματος «εκκλησιαστική περιουσία», όπως συνέβη το έτος 2000, όταν το Πανελλήνιο βρισκόταν σε ανησυχία και αναστάτωση για το ζήτημα της μη αναγραφής του θρησκεύματος στα νέου τύπου δελτία ταυτότητος,  ή μετά το 2009,  όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση,  ήρθε στην Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Τρόικα) και υπογράφτηκε το «Μνημόνιο…». 

Τότε όχι ξαφνικά, αφού ήταν αναμενόμενο, ξαναζεστάθηκε η σούπα της εκκλησιαστικής περιουσίας, σερβίρεται διαρκώς από τα Μ.Μ.Ε. και οι αγνοούντες την αλήθεια η οι καλοθελητές αναμασούν τα ίδια και τα ίδια,  προβάλλοντας όμως και δύο νέα ζητήματα: Γιατί οι κληρικοί να μισθοδοτούνται από το Κράτος, και Γιατί να μη φορολογείται η Εκκλησία. Στα δύο αυτά δίδεται στη συνέχεια απάντηση.
 
5. Γιατί οι Κληρικοί να μισθοδοτούνται από το Κράτος;

Σε περιόδους κρίσης είναι αναμενόμενο να ακούγονται κραυγές του τύπου  «το Κράτος πληρώνει τους μισθούς των υπηρετών του Θεού», «πουθενά στον κόσμο οι ιερωμένοι δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι» (φυσικά, αφού είναι λειτουργοί, όπως οι δικαστικοί, οι εκπαιδευτικοί κ.λπ.) και αξιώνεται από κάποιους να σταματήσει η μισθοδοσία τους από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και τη δαπάνη να αναλάβει η Εκκλησία. 

Κάνοντας μία σύντομη αναδρομή στο θέμα σημειώνουμε ότι μέχρι το 1945 οι ιερείς αμείβονταν από τη λεγόμενη εισφορά των ενοριτών. Τότε λοιπόν εκδόθηκε ο Α.Ν. 536/1945 «Περί ρυθμίσεως των αποδοχών του Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος, του τρόπου πληρωμής αυτών και περί καλύψεως της σχετικής δαπάνης». 

Και από την 1.10.1945  άρχισε όχι μόνον η μισθοδοσία αλλά και η «εισφορά 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων των ενοριακών και συναδελφικών, ως και των υπό ειδικών νόμων διεπομένων Ναών» (άρθρο 2, § 2Α). Η εισφορά 25% αυξήθηκε σε 35% με διάταξη του Α.Ν. 469/1968, αλλά καταργήθηκε από 1.1.2004 (άρθρο 15 του Νόμου 3220/2004). Σημειώνεται ότι επί 60  χρόνια η εισφορά 25% και 35% καταβαλλόταν από τους Ναούς στα Δημόσια Ταμεία «ανά τρίμηνον».

Υποστηρίζοντας τη θέση ότι το Κράτος οφείλει να μισθοδοτεί τους εφημερίους και επισκόπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας,  πλήν των άλλων, επικαλούμαστε δύο επιχειρήματα:

α. Αφού το ελληνικό Κράτος απαλλοτρίωσε, ουσιαστικά χωρίς αντάλλαγμα, το μέγιστο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας, έχει την υποχρέωση να τηρήσει τη δέσμευσή του (βλέπε τη Σύμβαση του έτους 1952, σελ. 16 του παρόντος) ότι θα παρέχει την αναγκαία υποστήριξή του προς την Εκκλησία, όπως ορίζεται και στο Σύνταγμα  (ισχύον και προγενέστερα).  Άλλωστε, αφού η Εκκλησία απογυμνώθηκε από την περιουσία της, με τον τρόπο που αναφέρθηκε,  αντικειμενικά δεν είναι δυνατόν να σηκώσει το βάρος της μισθοδοσίας του Κλήρου.

β.  Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών είναι μέλη της Εκκλησίας, χωρίς να έχει ιδιαίτερη σημασία πόσο ενεργά η συνειδητά είναι. Παράλληλα τυγχάνουν και φορολογούμενοι πολίτες.  Το Κράτος έχει την υποχρέωση, από τους φόρους που εισπράττει, να καλύπτει τις ανάγκες υγείας,  εκπαίδευσης,  ασφάλειας,  πολιτισμού,  άθλησης κ.λπ.  των πολιτών του. Γι’ αυτό χτίζει και λειτουργεί νοσοκομεία, σχολεία,  πολιτιστικά και αθλητικά κέντρα κ.α.  

Αλλά, εμείς οι φορολογούμενοι πολίτες του, είμαστε και ορθόδοξοι χριστιανοί στην πλειονότητά μας. Και όπως θέλουμε και απαιτούμε από το Κράτος να μας εξασφαλίζει –με τους φόρους μας– το δάσκαλο, το γιατρό,  το δικαστή,  τον αστυνομικό,  το φρουρό της Πατρίδας,  έχουμε την αξίωση να μισθοδοτεί και τον ιερέα και επίσκοπό μας,  για να καλύπτουν τις ψυχικές, πνευματικές και μεταφυσικές ανάγκες μας. 

Και αν θελήσει κάποιος να υποστηρίξει το αντίθετο, σημαίνει πως αρνείται την ψυχοπνευματική υπόσταση του ανθρώπου. Δεν μπορεί το Κράτος να διαθέτει μεγάλα ποσά για επιχορηγήσεις ασήμαντων ουσιαστικά δράσεων  (δήθεν πολιτιστικών, αθλητικών,  καλλιτεχνικών κ.λπ.)  και να ψάχνει τρόπους να στερήσει, από τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών του, την πνευματική και θρησκευτική ποδηγέτησή τους.
 
6. Γιατί να μη φορολογείται η Εκκλησία;

Η παραπληροφόρηση σε όλο το μεγαλείο της.  Αρκεί μία περιήγηση σε διάφορες ιστοσελίδες του Internet,  για να διαπιστώσει κανείς πόσα ψέματα,  πόσες ανακρίβειες και πόση χολή διαπερνούν πολλά από τα αναρτημένα κείμενα. «Η Εκκλησία είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης γης στη Ελλάδα, μεγαλομέτοχος επιχειρήσεων και μεγαλοκαταθέτης», γράφει κάποιος,  χωρίς να παραθέτει κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει την άποψή του.

Άλλος προσθέτει ότι η Εκκλησία απολαμβάνει «καθεστώς μόνιμης φορολογικής ασυλίας». Είναι όμως έτσι;  Ασφαλώς όχι.  Διότι και τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καταβάλλουν στο Δημόσιο Ταμείο ό,τι με τους Νόμους καθορίζει η Βουλή των Ελλήνων. Έτσι, τώρα που συντάσσεται το παρόν (τέλος Οκτωβρίου 2011),  ισχύουν και εφαρμόζονται τα επόμενα για τη φορολόγηση της Εκκλησίας:

1. «Τα εισοδήματα που αποκτούν από την εκμίσθωση οικοδομών και γαιών οι ιεροί ναοί, οι ιερές μητροπόλεις, οι ιερές μονές του Αγίου Όρους, η ιερά μονή Πάτμου, η ιερά μονή Σινά, η Αποστολική Διακονία, ο Πανάγιος Τάφος, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας,  η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και οι ιερές σταυροπηγιακές μονές Κύπρου, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα που νόμιμα έχουν συσταθεί η συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν αποδεδειγμένα κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και τα ημεδαπά κοινωφελή ιδρύματα,  φορολογούνται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%)  (άρθρο 12 § 4  του Νόμου 3842/23.4.2010, ΦΕΚ 58, τεύχος Α΄).

2. Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.), «για επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος που συνίστανται στην άμεση μείωση του δημοσιονομικού ελλείματος… στις ηλεκτροδοτούμενες για οικιστική ή εμπορική χρήση δομημένες επιφάνειες…»,  ανάλογα με το εμβαδόν της δομημένης επιφάνειας, το ύψος της τιμής ζώνης κ.λπ. (άρθρο 53 § 1-2 του Νόμου 4021/3.10.2011 ΦΕΚ 218, τεύχος Α΄). Στο ειδικό αυτό τέλος δεν υπόκεινται φυσικά τα ακίνητα που χρησιμοποιούνται από την Εκκλησία «για να επιτελούν το λατρευτικό,  εκπαιδευτικό,  θρησκευτικό και κοινωφελές έργο τους» (άρθρο 53 § 5 β΄ και γ΄ ίδιου Νόμου και άρθρο 29 § 1 εδάφια ια΄ και ιγ΄ του Νόμου 3842/2010), εξαίρεση που ισχύει και για το Δημόσιο, τα λοιπά ΝΠΔΔ, τους ΟΤΑ και τις δημοτικές επιχειρήσεις. Εννοείται όμως ότι η Εκκλησία καταβάλλει το ειδικό τέλος για τα λοιπά ακίνητά της.

3. Φόρο με συντελεστή 3‰ με βάση την αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας (πλήν των παραπάνω εξαιρέσεων).

4.  Φόρο με συντελεστή 0,5% στην αξία των κληρονομιών και δωρεών.

5. Τέλος χαρτοσήμου και δικαιώματα ΟΓΑ (2,40%)  στις χρηματικές παροχές των χριστιανών προς τους ιερούς ναούς για ιεροπραξίες.

6.  Επίσης παρακρατεί και αποδίδει στις ΔΟΥ τα επόμενα:

α. Φόρο μισθωτών υπηρεσιών των εκκλησιαστικών υπαλλήλων

β. ΦΠΑ με τους προβλεπόμενους συντελεστές για υπηρεσίες και αγαθά

γ. Φόρο εισοδήματος 8% σε όλα τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών

δ. Φόρο εισοδήματος 4% για όλα τα δελτία αποστολής αγαθών και 1% για τα υγρά καύσιμα.

Ας σημειωθεί επιπλέον ότι πολλές Ι. Μητροπόλεις, Ναοί και Μονές από 1.8.2011 επιβαρύνονται με πολύ σημαντικά ποσά για την ταχυδρόμηση των περιοδικών που αποστέλλουν –κατά κανόνα δωρεάν–  σε πολλούς χριστιανούς στα πλαίσια του ποιμαντικού τους έργου, μετά την έκδοση του Νόμου 3986/1.7.2011 (ΦΕΚ Α΄ 152) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015»,  οι διατάξεις του οποίου κατάργησαν το Ειδικό Τιμολόγιο των εκδοτών εντύπων για τα ταχυδρομικά τέλη. (* Τα οποία υπερβαίνουν τα 400 σε όλη την Ελλάδα.),

Προς απάντηση τέλος εκείνων που παραποιούν την αλήθεια,  παρατίθεται και η κατακλείδα Δελτίου Τύπου της Ιεράς Συνόδου (15.9.2011) περί φορολογήσεως της Εκκλησίας, που αναφέρει:

«Η Εκκλησία της Ελλάδος επιθυμεί να τονίσει ότι η απαλλαγή από το φόρο ακίνητης περιουσίας για τα ακίνητα λατρευτικής, θρησκευτικής και κοινωφελούς χρήσεως ισχύει από το έτος 2008  για όλα τα θρησκεύματα και δόγματα που έχουν ακίνητη περιουσία εντός της Ελλάδος και αφ’ ετέρου ότι, παρότι τα έσοδά της προέρχονται μέχρι σήμερα από το υστέρημα των πιστών και χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση των θρησκευτικών και κοινωφελών της ιδρυμάτων, ουδέποτε ζήτησε κάποια άνιση φορολογική μεταχείριση σε σχέση με τους υπόλοιπους φορολογούμενους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς της Χώρας».

Παρά την απαλλοτρίωση όμως και τη διαρπαγή του μέγιστου μέρους της περιουσίας της,  η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος δεν έπαψε να στέκεται συμπαραστάτης των τοπικών κοινωνιών, των εμπερίστατων ανθρώπων   των ασθενών,  των φυλακισμένων,  των νέων,  της τρίτης ηλικίας.  Ιδού ένα εντελώς πρόσφατο παράδειγμα:  Στις 19 Ιουλίου 2011 κηδεύθηκε πολιός Μητροπολίτης νησιωτικής Μητροπόλεως.  Ο αρχιγραμματεύς της Ι.  Συνόδου που εκφώνησε τον επικήδειο λόγο είπε μεταξύ άλλων:

Σχολεία, παιδικοί σταθμοί, αθλητικοί χώροι, εργατικαί κατοικίαι, ιδρύματα και πολιτιστικά κέντρα και άλλα ανηγέρθησαν ή λειτουργούν εις χώρους εκκλησιαστικής ή μοναστηριακής ιδιοκτησίας,  οι οποίοι με την προτροπήν του ημετέρου Επισκόπου παρεχωρήθησαν δωρεάν προς τον σκοπόν αυτόν. Ακόμη και η διάνοιξις οδών, η δημιουργία πλατειών, έχει γίνει εις εκκλησιαστικούς χώρους τη προτροπή του μακαριστού Μητροπολίτου μας προς όφελος των πτωχών και εν γένει του κοινωνικού συνόλου. Ιδού, πως αξιοποιεί η Εκκλησία την περιουσίαν της!

Γι’ αυτό ας σταματήσουν επιτέλους οι ανακρίβειες και τα ψέματα για τα θέματα εκκλησιαστική περιουσία, φορολόγηση της Εκκλησίας,  μισθοδοσία των ορθοδόξων κληρικών.

 (Παρακάτω οἱ σύνδεσμοι τῶν προηγούμενων ἀναρτήσεων)
 Η αλήθεια για την περιουσία, τη φορολόγηση της Εκκλησίας και τη μισθοδοσία των κληρικών της (Μέρος 1ον)
 https://odysseiatv.blogspot.gr/2018/01/1_31.html

Η αλήθεια για την περιουσία, τη φορολόγηση της Εκκλησίας και τη μισθοδοσία των κληρικών της (Μέρος 2ον)
 https://odysseiatv.blogspot.gr/2018/02/2.html


[Πηγὴ]http://www.antibaro.gr/article/8756 

«Τριβέλι Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!