Α’ Χαιρετισμοί
Ἀκάθιστος Ὕμνος – Α’ Στάσις
Ἄγγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ' ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι' ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε
Ἄγγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ' ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι' ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε
Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.
Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.
Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.
Ἔχουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σμύρνης
Σοὶ Πολύκαρπος ὡλοκαυτώθη Λόγε,
Καρπὸν πολὺν δοὺς ἐκ πυρὸς ξενοτρόπως.
Εἰκάδι ἐν τριτάτῃ κατὰ φλὸξ Πολύκαρπον ἔκαυσεν.
Καρπὸν πολὺν δοὺς ἐκ πυρὸς ξενοτρόπως.
Εἰκάδι ἐν τριτάτῃ κατὰ φλὸξ Πολύκαρπον ἔκαυσεν.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πολύκαρπος γεννήθηκε περὶ τὸ 80 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Παγκράτιο καὶ τὴ Θεοδώρα, ποὺ εἶχαν ἐγκλειστεῖ στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς σὲ νεαρὴ ἡλικία. Ὑπῆρξε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο, μαθητὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη. Λίγο πρὶν ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸν πρόσκαιρο αὐτὸ βίο ὁ Ἅγιος Βουκόλος, Ἐπίσκοπος Σμύρνης († 6 Φεβρουαρίου), χειροτόνησε μετὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὡς διάδοχό του, τὸν Ἅγιο Πολύκαρπο καὶ μετὰ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος παρακολούθησε μὲ ἀγωνία καὶ προσευχὴ τὴ σύλληψη τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας καὶ τὰ μαρτύρια αὐτοῦ. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν θεοφόρο Πατέρα μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ τὴν Ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἔγραψε πρὸς τοὺς Φιλιππησίους. Σὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τοὺς συγχαίρει γιὰ τὴν φιλοξενία, τὴν ὁποία παρεῖχαν στὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο, ὅταν αὐτὸς διῆλθε ἀπὸ τὴν πόλη τους. Τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου διακρίνεται γιὰ τὸν ἀποστολικό, θεολογικὸ καὶ ποιμαντικὸ χαρακτήρα του.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν γιὰ τὴν σωφροσύνη, τὴ θεολογικὴ κατάρτιση καὶ τὴν ἀφοσίωση στὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, καθὼς μιλοῦσε πάντα σύμφωνα μὲ τὶς Γραφές. Ἦταν ὁ γνησιότατος ἐκπρόσωπος
ῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος παρέχει τὴν πληροφορία ὅτι ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλοὺς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ Βαλεντίνου καὶ τοῦ Μαρκίωνος στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Διηγεῖται μάλιστα καὶ ἕνα ἐπεισόδιο ἀναφερόμενο στὴ στάση τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἔναντι τοῦ Μαρκίωνος. Ὅταν ὁ αἱρεσιάρχης αὐτὸς τὸν πλησίασε κάποτε καὶ τοῦ ἀπηύθυνε τὴν παράκληση:
«ἐπεγίνωσκε ἡμᾶς», δηλαδὴ ἀναγνώρισέ μας, ὁ Ἅγιος ἀπάντησε: «ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω σε τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ».
Ἕνα ἄλλο ἐπεισόδιο ἀνάγεται στὴ γεροντικὴ ἡλικία τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου. Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἑόρταζαν τὸ Πάσχα στὶς 14 τοῦ μηνὸς Νισσάν, σὲ ὁποιαδήποτε ἡμέρα καὶ ἂν τύχαινε αὐτό. Ἀντίθετα οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες δὲν ἑόρταζαν καθόλου τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἀρκοῦνταν στὸν ἑβδομαδιαῖο κατὰ Κυριακὴ ἑορτασμὸ τῆς Ἀναστάσεως, τονίζοντας ἀσφαλῶς περισσότερο τὸν ἑορτασμὸ τῆς πρώτης Κυριακῆς μετὰ τὴν πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἐπειδὴ λόγω τῆς διαφορᾶς αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης τηροῦσε αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν Μικρασιατῶν, ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ἀναγκάσθηκε νὰ μεταβεῖ στὴ Ρώμη, γιὰ νὰ διευθετήσει τὸ ζήτημα καὶ ἄλλα δευτερεύοντα θέματα, μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης Ἀνίκητο.
Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴν Ρώμη, ὑπέργηρος πλέον, συνέχισε τὴν ἀποστολικὴ δράση του μὲ τόση ἐπιτυχία, ὥστε προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῶν εἰδωλολατρῶν. Αὐτὴ ἡ προδιάθεση ἦταν φυσικὸ νὰ προκαλέσει τὸ μαρτύριό του, ποὺ ἀκολούθησε τὴν ἑξῆς πορεία. Ὁ Κόϊντος, ζηλωτὴς Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ᾖλθε στὴ Σμύρνη ἀπὸ τὴ Φρυγία, παρακίνησε ὁμάδα Φιλαδελφέων Χριστιανῶν νὰ προσέλθουν στὸν ἀνθύπατο Στάτιο Κοδράτο, γιὰ νὰ δηλώσουν σὲ αὐτὸν τὴν ἰδιότητά τους καὶ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, πράγμα τὸ ὁποῖο φυσικὰ προοιώνιζε θάνατο. Τελικὰ μαρτύρησαν ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κόϊντο, ὁ ὁποῖος δειλιάσας τὴν τελευταία στιγμή, θυσίασε στὰ εἴδωλα. Ὁ ὄχλος, ἂν καὶ θαύμασε τὴν γενναιότητα τῶν Μαρτύρων, ἀπαιτοῦσε νὰ ἐκτελεσθοῦν οἱ «ἄθεοι» καὶ νὰ ἀναζητηθεῖ ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, ὁ ὁποῖος πιεζόμενος ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς εἶχε ἀναχωρήσει σὲ κάποιο ἀγρόκτημα. Τελικὰ ὁ Ἅγιος συνελήφθη τὸ ἔτος 167 καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἀνθυπάτου.
Ὁ γηραιὸς Ἐπίσκοπος δὲν ταράχθηκε. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γαλήνιο καὶ λαμπερό. Ὁ ἀστυνόμος Ἡρώδης καὶ ὁ πατέρας του Νικήτας προσπάθησαν νὰ πείσουν τὸν Ἅγιο νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος ὅμως, μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἀπάντησε ὅτι ὑπηρετεῖ τὸν Χριστὸ ἐπὶ 86 ἔτη χωρὶς καθόλου νὰ Τὸν ἐγκαταλείψει. Πῶς μποροῦσε λοιπὸν τώρα νὰ Τὸν βλασφημήσει καὶ νὰ Τὸν ἀρνηθεῖ; Ὁ ἀνθύπατος τότε διέταξε νὰ τὸν ρίξουν στὴν φωτιά.
Ὁ Ἅγιος παρακολούθησε μὲ ἀγωνία καὶ προσευχὴ τὴ σύλληψη τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας καὶ τὰ μαρτύρια αὐτοῦ. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν θεοφόρο Πατέρα μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ τὴν Ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἔγραψε πρὸς τοὺς Φιλιππησίους. Σὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τοὺς συγχαίρει γιὰ τὴν φιλοξενία, τὴν ὁποία παρεῖχαν στὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο, ὅταν αὐτὸς διῆλθε ἀπὸ τὴν πόλη τους. Τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου διακρίνεται γιὰ τὸν ἀποστολικό, θεολογικὸ καὶ ποιμαντικὸ χαρακτήρα του.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν γιὰ τὴν σωφροσύνη, τὴ θεολογικὴ κατάρτιση καὶ τὴν ἀφοσίωση στὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, καθὼς μιλοῦσε πάντα σύμφωνα μὲ τὶς Γραφές. Ἦταν ὁ γνησιότατος ἐκπρόσωπος
ῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος παρέχει τὴν πληροφορία ὅτι ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλοὺς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ Βαλεντίνου καὶ τοῦ Μαρκίωνος στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Διηγεῖται μάλιστα καὶ ἕνα ἐπεισόδιο ἀναφερόμενο στὴ στάση τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἔναντι τοῦ Μαρκίωνος. Ὅταν ὁ αἱρεσιάρχης αὐτὸς τὸν πλησίασε κάποτε καὶ τοῦ ἀπηύθυνε τὴν παράκληση:
«ἐπεγίνωσκε ἡμᾶς», δηλαδὴ ἀναγνώρισέ μας, ὁ Ἅγιος ἀπάντησε: «ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω σε τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ».
Ἕνα ἄλλο ἐπεισόδιο ἀνάγεται στὴ γεροντικὴ ἡλικία τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου. Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἑόρταζαν τὸ Πάσχα στὶς 14 τοῦ μηνὸς Νισσάν, σὲ ὁποιαδήποτε ἡμέρα καὶ ἂν τύχαινε αὐτό. Ἀντίθετα οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες δὲν ἑόρταζαν καθόλου τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἀρκοῦνταν στὸν ἑβδομαδιαῖο κατὰ Κυριακὴ ἑορτασμὸ τῆς Ἀναστάσεως, τονίζοντας ἀσφαλῶς περισσότερο τὸν ἑορτασμὸ τῆς πρώτης Κυριακῆς μετὰ τὴν πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἐπειδὴ λόγω τῆς διαφορᾶς αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης τηροῦσε αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν Μικρασιατῶν, ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ἀναγκάσθηκε νὰ μεταβεῖ στὴ Ρώμη, γιὰ νὰ διευθετήσει τὸ ζήτημα καὶ ἄλλα δευτερεύοντα θέματα, μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης Ἀνίκητο.
Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴν Ρώμη, ὑπέργηρος πλέον, συνέχισε τὴν ἀποστολικὴ δράση του μὲ τόση ἐπιτυχία, ὥστε προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῶν εἰδωλολατρῶν. Αὐτὴ ἡ προδιάθεση ἦταν φυσικὸ νὰ προκαλέσει τὸ μαρτύριό του, ποὺ ἀκολούθησε τὴν ἑξῆς πορεία. Ὁ Κόϊντος, ζηλωτὴς Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ᾖλθε στὴ Σμύρνη ἀπὸ τὴ Φρυγία, παρακίνησε ὁμάδα Φιλαδελφέων Χριστιανῶν νὰ προσέλθουν στὸν ἀνθύπατο Στάτιο Κοδράτο, γιὰ νὰ δηλώσουν σὲ αὐτὸν τὴν ἰδιότητά τους καὶ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, πράγμα τὸ ὁποῖο φυσικὰ προοιώνιζε θάνατο. Τελικὰ μαρτύρησαν ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κόϊντο, ὁ ὁποῖος δειλιάσας τὴν τελευταία στιγμή, θυσίασε στὰ εἴδωλα. Ὁ ὄχλος, ἂν καὶ θαύμασε τὴν γενναιότητα τῶν Μαρτύρων, ἀπαιτοῦσε νὰ ἐκτελεσθοῦν οἱ «ἄθεοι» καὶ νὰ ἀναζητηθεῖ ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, ὁ ὁποῖος πιεζόμενος ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς εἶχε ἀναχωρήσει σὲ κάποιο ἀγρόκτημα. Τελικὰ ὁ Ἅγιος συνελήφθη τὸ ἔτος 167 καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἀνθυπάτου.
Ὁ γηραιὸς Ἐπίσκοπος δὲν ταράχθηκε. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γαλήνιο καὶ λαμπερό. Ὁ ἀστυνόμος Ἡρώδης καὶ ὁ πατέρας του Νικήτας προσπάθησαν νὰ πείσουν τὸν Ἅγιο νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος ὅμως, μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἀπάντησε ὅτι ὑπηρετεῖ τὸν Χριστὸ ἐπὶ 86 ἔτη χωρὶς καθόλου νὰ Τὸν ἐγκαταλείψει. Πῶς μποροῦσε λοιπὸν τώρα νὰ Τὸν βλασφημήσει καὶ νὰ Τὸν ἀρνηθεῖ; Ὁ ἀνθύπατος τότε διέταξε νὰ τὸν ρίξουν στὴν φωτιά.
Ὁ Γέρων Πολύκαρπος ἀποδύθηκε μόνος τὰ ἱμάτιά του καὶ περίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ, ὁ τοῦ ἀγαπητοῦ καὶ εὐλογητοῦ παιδός Σου Ἰησοῦ Χριστοῦ Πατήρ, δι’ Οὗ τὴν περὶ Σοῦ ἐπίγνωσιν εἰλήφαμεν, ὁ Θεὸς τῶν ἀγγέλων καὶ δυνάμεων, καὶ πάσης τῆς κτίσεως, καὶ παντὸς τοῦ γένους τῶν δικαίων, οἳ ζῶσιν ἐνώπιόν Σου, εὐλογῶ Σε, ὅτι ἠξίωσάς με τῆς ἡμέρας καὶ ὥρας ταύτης τοῦ λαβεῖν με μέρος ἐν ἀριθμῷ τῶν μαρτύρων Σου, ἐν τῷ ποτηρίῳ τοῦ Χριστοῦ Σου, εἰς ἀνάστασιν ζωῆς αἰωνίου, ψυχῆς τε καὶ σώματος, ἐν ἀφθαρσίᾳ Πνεύματος Ἁγίου, ἐν οἷς προσδεχθείην ἐνώπιόν Σου σήμερον ἐν θυσίᾳ πίονι καὶ προσδεκτῇ, καθὼς προητοίμασας καὶ προσεφανέρωσας καὶ ἐπλήρωσας ὁ ἀψευδὴς καὶ ἀληθινὸς Θεός. Διὰ τοῦτο καὶ περὶ πάντων αἰνῶ Σε, εὐλογῶ Σε, δοξάζω Σε, σὺν τῷ αἰωνίῳ καὶ ἐπουρανίω Ἰησοῦ Χριστῷ,…».
Ἡ φωτιὰ σχημάτισε γύρω ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρὶς νὰ τὸν ἀγγίζει. Τότε στρατιώτης ἐκτελεστὴς τελείωσε τὸν Ἅγιο Μάρτυρα διὰ τοῦ ξίφους. Ἔπειτα τὸ Ἱερὸ λείψανο ρίφθηκε στὴν φωτιά, οἱ δὲ πιστοὶ συνέλεξαν τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτοῦ.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν κλῆσιν τοῖς ἔργοις σου, ἐπισφραγίσας σοφέ, ἐλαία κατάκαρπος, ὤφθης ἐν οἴκῳ Θεοῦ, Πολύκαρπε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ὡς Ἱεράρχης, καὶ στερρὸς Ἀθλοφόρος, τρέφεις τὴν Ἐκκλησίαν, λογικῇ εὐκαρπίᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Καρποὺς τοὺς λογικούς, τῷ Κυρίῳ προσφέρων, Πολύκαρπε σοφέ, ἀρετῶν δι’ ἐνθέων, ἐδείχθης ἀξιόθεος, Ἱεράρχα μακάριε, ὅθεν σήμερον, οἱ φωτισθέντες σοῖς λόγοις, ἀνυμνοῦμέν σου, τὴν ἀξιέπαινον μνήμην, Θεὸν μεγαλύνοντες.
Μεγαλυνάριον.
Φοῖνιξ ἀνεδείχθης καρποτελής, ὡς καρποφορίαν, περιφέρων θεουργικήν, τὴν τῶν Ἀποστόλων, ἀμέσως κοινωνίαν, δι’ ἧς ἐκτρέφεις κόσμον, Πάτερ Πολύκαρπε.
Ἡ φωτιὰ σχημάτισε γύρω ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρὶς νὰ τὸν ἀγγίζει. Τότε στρατιώτης ἐκτελεστὴς τελείωσε τὸν Ἅγιο Μάρτυρα διὰ τοῦ ξίφους. Ἔπειτα τὸ Ἱερὸ λείψανο ρίφθηκε στὴν φωτιά, οἱ δὲ πιστοὶ συνέλεξαν τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτοῦ.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν κλῆσιν τοῖς ἔργοις σου, ἐπισφραγίσας σοφέ, ἐλαία κατάκαρπος, ὤφθης ἐν οἴκῳ Θεοῦ, Πολύκαρπε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ὡς Ἱεράρχης, καὶ στερρὸς Ἀθλοφόρος, τρέφεις τὴν Ἐκκλησίαν, λογικῇ εὐκαρπίᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Καρποὺς τοὺς λογικούς, τῷ Κυρίῳ προσφέρων, Πολύκαρπε σοφέ, ἀρετῶν δι’ ἐνθέων, ἐδείχθης ἀξιόθεος, Ἱεράρχα μακάριε, ὅθεν σήμερον, οἱ φωτισθέντες σοῖς λόγοις, ἀνυμνοῦμέν σου, τὴν ἀξιέπαινον μνήμην, Θεὸν μεγαλύνοντες.
Μεγαλυνάριον.
Φοῖνιξ ἀνεδείχθης καρποτελής, ὡς καρποφορίαν, περιφέρων θεουργικήν, τὴν τῶν Ἀποστόλων, ἀμέσως κοινωνίαν, δι’ ἧς ἐκτρέφεις κόσμον, Πάτερ Πολύκαρπε.
Ἡ Ἁγία Γοργονία ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
Τιμῶ τελευτὴν σὴν σιγῇ, Γοργονία,
Γρηγορίου μέλψαντος αὐτὴν ἐκ λόγων.
Γρηγορίου μέλψαντος αὐτὴν ἐκ λόγων.
Ἡ Ἁγία Γοργονία, ἦταν νεότερη ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ κόρη τῆς εὐσεβοῦς Νόννας καὶ τοῦ Ἐπισκόπου Ναζιανζοῦ Γρηγορίου. Ἀναδείχθηκε δέ, ἰσάξια σὲ ἀρετὴ καὶ ἁγιότητα βίου καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς της. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ὀξύνοιά της, τὴν προσήλωσή της στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ταπείνωσή της. Νυμφεύθηκε τὸν Ἀλύπιο καὶ ἀπέκτησε πέντε τέκνα, δύο ἀγόρια, τὰ ὁποῖα ἀφιερώθηκαν στὸν Θεό, καὶ τρεῖς θυγατέρες, τὴν Ἀλυπιανή, τὴν Εὐγενία καὶ τὴ Νόννα.
Ἡ εὐσεβὴς Γοργονία προσβλήθηκε ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια καὶ παρὰ τὶς φροντίδες τῶν θεραπόντων ἰατρῶν ἔφθασε μέχρι τὸ θάνατο. Ξαφνικά, ὅμως, μὲ θεία ἐπέμβαση, θεραπεύθηκε, μετὰ ἀπὸ θερμότατη προσευχὴ τῆς ἰδίας στὸ ναό.
Ἡ Ἁγία Γοργονία κοιμήθηκε ὁσίως τὸ ἔτος 370 μ.Χ., σὲ ἡλικία 38 ἐτῶν.
Ἡ εὐσεβὴς Γοργονία προσβλήθηκε ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια καὶ παρὰ τὶς φροντίδες τῶν θεραπόντων ἰατρῶν ἔφθασε μέχρι τὸ θάνατο. Ξαφνικά, ὅμως, μὲ θεία ἐπέμβαση, θεραπεύθηκε, μετὰ ἀπὸ θερμότατη προσευχὴ τῆς ἰδίας στὸ ναό.
Ἡ Ἁγία Γοργονία κοιμήθηκε ὁσίως τὸ ἔτος 370 μ.Χ., σὲ ἡλικία 38 ἐτῶν.
Οἱ Ὅσιοι Ἰωάννης, Ἀντίοχος, Ἀντωνίνος καὶ Μωϋσῆς
Σύνταγμα τετράριθμον ἀνδρῶν τιμίων,
Συντάσσεταί σοι, καὶ μεθίσταται βίου.
Συντάσσεταί σοι, καὶ μεθίσταται βίου.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Λιμναίου († 22 Φεβρουαρίου) καὶ ἀσκήτεψε σὲ βουνὸ κοντὰ στὴν πόλη Τάργαλα. Διέμενε στὴν ὕπαιθρο καὶ ὑπέμενε τὸν καύσωνα τῆς ἡμέρας καὶ τὸ ψῦχος τοῦ χειμῶνα, περιζωσμένος μὲ σίδερα καὶ τρεφόμενος λιτότατα. Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Τὸν Ὅσιο Ἰωάννη, μιμήθηκαν στὴν ἄσκηση καὶ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ ὁ Ὅσιοι Ἀντίοχος, Ἀντωνίνος καὶ Μωϋσῆς. Διῆλθαν τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση, προσευχὴ καὶ νηστεία, στὴν ὑψηλὴ κορυφὴ τοῦ βουνοῦ τῆς πόλεως Ραμᾶς καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Τὸν Ὅσιο Ἰωάννη, μιμήθηκαν στὴν ἄσκηση καὶ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ ὁ Ὅσιοι Ἀντίοχος, Ἀντωνίνος καὶ Μωϋσῆς. Διῆλθαν τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση, προσευχὴ καὶ νηστεία, στὴν ὑψηλὴ κορυφὴ τοῦ βουνοῦ τῆς πόλεως Ραμᾶς καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Οἱ Ὅσιοι Ζεβινᾶς, Πολυχρόνιος, Δαμιανὸς καὶ Μωϋσῆς
Εις των Ζεβινάν
Θεῖος Ζεβινᾶς λῆξιν εἰς θείαν φθάνει,
Λήξαντος αὐτῷ τοῦ παρ' ἀνθρώποις βίου.
Εις τους Πολυχρόνιον, Δαμιανόν και Μωυσήν
Πολυχρόνιος, καὶ συνασκηταὶ δύω.
Οἱ τρεῖς ὁμοῦ πληροῦσι τοὺς ζωῆς χρόνους.
Θεῖος Ζεβινᾶς λῆξιν εἰς θείαν φθάνει,
Λήξαντος αὐτῷ τοῦ παρ' ἀνθρώποις βίου.
Εις τους Πολυχρόνιον, Δαμιανόν και Μωυσήν
Πολυχρόνιος, καὶ συνασκηταὶ δύω.
Οἱ τρεῖς ὁμοῦ πληροῦσι τοὺς ζωῆς χρόνους.
Ὁ Ὅσιος Ζεβινᾶς ἔστησε τὸ ἀσκητήριό του σὲ ὄρος καὶ ἐκεῖ ἀσκήτεψε μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Κοντά του προσῆλθε καὶ ὁ Ὅσιος Πολυχρόνιος, ὁ ὁποῖος μιμήθηκε τὸν Ὅσιο διδάσκαλό του στὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ ἐγκράτεια.
Οἱ Ὅσιοι Δαμιανὸς καὶ Μωϋσῆς ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Πολυχρονίου. Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς κατοίκησε στὸ κελὶ τοῦ Γέροντός του, ἐνῷ ὁ Ὅσιος Δαμιανὸς πῆγε στὴν κωμόπολη Νιαρά, ὅπου κοντὰ στὰ ἁλώνια βρῆκε ἕναν ἔρημο οἰκίσκο καὶ ἔζησε σὰν ἐρημίτης.
Οἱ Ὅσιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες μας, κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Οἱ Ὅσιοι Δαμιανὸς καὶ Μωϋσῆς ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Πολυχρονίου. Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς κατοίκησε στὸ κελὶ τοῦ Γέροντός του, ἐνῷ ὁ Ὅσιος Δαμιανὸς πῆγε στὴν κωμόπολη Νιαρά, ὅπου κοντὰ στὰ ἁλώνια βρῆκε ἕναν ἔρημο οἰκίσκο καὶ ἔζησε σὰν ἐρημίτης.
Οἱ Ὅσιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες μας, κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Κλήμης ὁ Μάρτυρας
Κλήμης, τὸ κλῆμα τῆς νοητῆς ἀμπέλου,
Καινόν τι γλεῦκος, αἷμα τμηθεὶς ἐκχέει.
Καινόν τι γλεῦκος, αἷμα τμηθεὶς ἐκχέει.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κλήμης μαρτύρησε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ἡ Ἁγία Θεὴ ἡ Μάρτυς
Θεὴν ἀποσκώπτουσαν εἰς θεοὺς πλάνους,
Οἱ τῆς πλάνης κτείνουσι προστάται ξίφει.
Οἱ τῆς πλάνης κτείνουσι προστάται ξίφει.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Θεὴ τελειώθηκε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας
Ὁ Ὅσιος Δαμιανὸς ὁ Ἐσφιγμενίτης
Δαμιανού ο τάφος ην των χαρίτων,
Λειμών γλυκύπνους, ω ξένης ευωδίας!
Λειμών γλυκύπνους, ω ξένης ευωδίας!
Πότε και που γεννήθηκε ο Όσιος Δαμιανός δεν γνωρίζουμε. Ο βίος του σώζεται σε νεότερο χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Έσφιγμένου.
Σύμφωνα με προφορική παράδοση, ο Όσιος Δαμιανός από νεαρός ακόμα, έκγατέλειψε τα εγκόσμια και έγινε μοναχός στη Μονή Έσφιγμένου του Αγίου Όρους. Ήταν τύπος και παράδειγμα μονάχου στους εκεί μοναχούς. Μετά από άδεια του ηγουμένου της Μονής, για περισσότερη άσκηση, αποσύρθηκε στο απέναντι από το κοινόβιο όρος, της Σαμάρειας όπως το έλεγαν.
Κάποτε πήγε σε κάποιο φίλο του μοναχό, αλλά δεν τον βρήκε στο κελί του και κάθισε και τον περίμενε μέχρι το βράδυ που ήλθε. Αφού συζήτησαν μαζί, ξεκίνησε να φύγει. Η ώρα όμως ήταν περασμένη και έξω είχε αρχίσει καταρρακτώδης βροχή. Αλλά επειδή ο Γέροντας του του είπε να μη κοιμάται ποτέ έξω από το καλύβι του, ο Όσιος έκανε τέλεια υπακοή και κάτω απ' αυτές τις αντίξοες καιρικές συνθήκες ξεκίνησε για το κελί του. Σε κάποια στιγμή όμως χάθηκε και δεν μπορούσε να κάνει βήμα μπροστά από την νεροποντή. Η φωνή του αμέσως υψώθηκε προς τον Θεό και είπε: «Κύριε σώσε με, χάνομαι». και το θαύμα έγινε. Βρέθηκε χωρίς να το καταλάβει μπροστά στο κελί του.
Έτσι θεάρεστα αφού έζησε απεβίωσε ειρηνικά το 1280 μ.Χ. και για 40 μέρες μετά την κοίμηση του, έβγαινε από τον τάφο του θαυμάσια ευωδιά μύρου, που οι Πατέρες στο μοναστήρι του Εσφιγμένου την καταλάβαιναν από ένα μίλι μακριά και δόξαζαν τον Θεό.
Σύμφωνα με προφορική παράδοση, ο Όσιος Δαμιανός από νεαρός ακόμα, έκγατέλειψε τα εγκόσμια και έγινε μοναχός στη Μονή Έσφιγμένου του Αγίου Όρους. Ήταν τύπος και παράδειγμα μονάχου στους εκεί μοναχούς. Μετά από άδεια του ηγουμένου της Μονής, για περισσότερη άσκηση, αποσύρθηκε στο απέναντι από το κοινόβιο όρος, της Σαμάρειας όπως το έλεγαν.
Κάποτε πήγε σε κάποιο φίλο του μοναχό, αλλά δεν τον βρήκε στο κελί του και κάθισε και τον περίμενε μέχρι το βράδυ που ήλθε. Αφού συζήτησαν μαζί, ξεκίνησε να φύγει. Η ώρα όμως ήταν περασμένη και έξω είχε αρχίσει καταρρακτώδης βροχή. Αλλά επειδή ο Γέροντας του του είπε να μη κοιμάται ποτέ έξω από το καλύβι του, ο Όσιος έκανε τέλεια υπακοή και κάτω απ' αυτές τις αντίξοες καιρικές συνθήκες ξεκίνησε για το κελί του. Σε κάποια στιγμή όμως χάθηκε και δεν μπορούσε να κάνει βήμα μπροστά από την νεροποντή. Η φωνή του αμέσως υψώθηκε προς τον Θεό και είπε: «Κύριε σώσε με, χάνομαι». και το θαύμα έγινε. Βρέθηκε χωρίς να το καταλάβει μπροστά στο κελί του.
Έτσι θεάρεστα αφού έζησε απεβίωσε ειρηνικά το 1280 μ.Χ. και για 40 μέρες μετά την κοίμηση του, έβγαινε από τον τάφο του θαυμάσια ευωδιά μύρου, που οι Πατέρες στο μοναστήρι του Εσφιγμένου την καταλάβαιναν από ένα μίλι μακριά και δόξαζαν τον Θεό.
Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής
Ο Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής γεννήθηκε σ' ένα χαρέμι, στο Παλέρμο της Σικελίας γύρω στο 1000 μ.Χ. από μια σκλάβα Καλαβρέζα. Με προτροπή της μητέρας του, ο Ιωάννης πήγε και εγκαταστάθηκε στην Καλαβρία, όπου βαπτίστηκε Χριστιανός και έγινε μοναχός. Μόνασε στη Μονή του Στύλου, όπου απέκτησε το προσωνύμιο Θεριστής, επειδή ο ηγούμενος, για να του εμφυσήσει την ταπείνωση, του επέβαλλε να αναλάβει αυτό το διακόνημα. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ο Ιωάννης που είχε προκόψει πολύ στα πνευματικά, πήρε την προσωνυμία του Θεριστή, όταν, με τρόπο θαυμαστό μάζεψε τα στάχυα των θεριστών.
Μετά την ίδρυση της μητρόπολης Ιταλίας, στην Καλαβρία ιδρύθηκε, σε τοποθεσία όπου προϋπήρχε παλιά βυζαντινή μονή, σύγχρονη Μονή η οποία προς τιμή του ονομάστηκε Ιερά Μονή Οσίου Ιωάννη του Θεριστή και το φθινόπωρο του 1994 μ.Χ., ομάδα Μοναχών από το Άγιο Όρος, εγκαταστάθηκε εκεί.
Μετά την ίδρυση της μητρόπολης Ιταλίας, στην Καλαβρία ιδρύθηκε, σε τοποθεσία όπου προϋπήρχε παλιά βυζαντινή μονή, σύγχρονη Μονή η οποία προς τιμή του ονομάστηκε Ιερά Μονή Οσίου Ιωάννη του Θεριστή και το φθινόπωρο του 1994 μ.Χ., ομάδα Μοναχών από το Άγιο Όρος, εγκαταστάθηκε εκεί.
Οἱ Ἅγιοι Ἑβδομήντα Τρεῖς Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι 73 Μάρτυρες μαρτύρησαν στὴν πόλη Σίρμιον, ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) τὸ ἔτος 303 μ.Χ.
Όσιος Πολύκαρπος του Μπρυάνσκ
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Ρώσου Αγίου παρά μόνο ότι κοιμήθηκε το 1620 ή 1621 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 15ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος τῆς Λευκῆς Λίμνης τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
[Πηγὲς]http://www.saint.gr/02/23/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/2/d/23/sxsaintlist.aspx
«Τριβέλι Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!