Στο εκκλησάκι, στο σπίτι του (π. Ευαγγέλου), αναπαύονταν λείψανα πολλών Αγίων που ευωδίαζαν, το χέρι του Αγίου Παντελεήμονα που έβγαζε μύρο.
Όλα δε είχαν περιέλθει στην κατοχή του με τρόπο θαυμαστό.
Μια ημέρα, καλοκαίρι, με πολλή ζέστη και άπνοια, ο πατήρ γύρισε από διακόνημα στο σπίτι του, στην Θεσσαλονίκη όπου τότε έμενε, και κουρασμένος ξάπλωσε στο ντιβάνι με μισάνοιχτο από πάνω του το παράθυρο.
Ενώ βρισκόταν σε κατάσταση ημιεγρηγόρσεως, ξαφνικά το παραθυρόφυλλο άρχισε να κτυπά με δύναμη, κι ένας ωραίος νέος παρουσιάστηκε μπροστά στα μάτια του, λέγοντας "ήρθα για να μείνω εδώ".
Ο πατήρ, μη γνωρίζοντας αν ήταν ξυπνητός, ή κοιμόταν, απάντησε:
"Δυστυχώς δεν μπορώ να σε κρατήσω.
Είμαστε επτά σ’ αυτό το σπίτι κι έχουμε μόνο δύο δωμάτια. Αν θέλεις κάθισε να ξεκουραστείς, και μετά φεύγεις".
"Όχι, εγώ ήρθα να μείνω εδώ", αποκρίθηκε εκείνος.
Εκείνη τήν στιγμή ακούστηκε το θυροτηλέφωνο.
Ανέβηκε ένας ιερέας συνοδευόμενος από μια μοναχή που βαστούσε λειψανοθήκη.
"Ήρθαμε να σου αφήσουμε το χέρι του Αγίου Παντελεήμονος, πάτερ", είπε.
Ο πατήρ Ευάγγελος (1923 - 1987) κατάλαβε τότε, ποιος ήταν ο νέος που ήθελε να μείνει κοντά του*.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!