Ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Πρωτομάρτυρας καὶ Ἀρχιδιάκονος
Λόγων στεφάνοις, οἷα τιμίοις λίθοις,
Στέφω Στέφανον, ὃν προέστεψαν λίθοι.
Εἰκάδι λαΐνεος Στέφανον μόρος ἑβδόμῃ εἷλεν.
Στέφω Στέφανον, ὃν προέστεψαν λίθοι.
Εἰκάδι λαΐνεος Στέφανον μόρος ἑβδόμῃ εἷλεν.
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριμένους μεταξὺ τῶν ἑπτὰ διακόνων, ποὺ ἐξέλεξαν οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἐπιστατοῦν στὶς κοινὲς τράπεζες τῶν ἀδελφῶν, ὥστε νὰ μὴ γίνονται λάθη. Ἂν καὶ κουραστικὴ ἡ εὐθύνη τοῦ ἐπιστάτη γιὰ τόσους ἀδελφούς, παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Στέφανος ἔβρισκε καιρὸ καὶ δύναμη γιὰ νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή, «Στέφανος πλήρης πίστεως καὶ δυνάμεως ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ» (Πράξεις τῶν Ἀποστόλων στ’ 8 – 15, ζ’ 1 – 60). Δηλαδὴ ὁ Στέφανος, ποὺ ἦταν γεμάτος πίστη καὶ χάρισμα εὐγλωττίας, ἔκανε μεταξὺ τοῦ λαοῦ μεγάλα θαύματα, ποὺ προκαλοῦσαν κατάπληξη καὶ ἀποδείκνυαν τὴν ἀλήθεια τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος.
Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως, καθὼς ἦταν προκατειλημμένοι, ἐξαπέλυσαν συκοφάντες ἀνάμεσα στὸν λαό, ποὺ διέδιδαν ὅτι ἄκουσαν τὸν Στέφανο νὰ βλασφημεῖ τὸ Μωϋσῆ καὶ τὸν Θεό. Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτὲς τὶς συκοφαντίες, ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν ἐνσπείρει, ἅρπαξαν μὲ μίσος τὸν Στέφανο καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸ Συνέδριο, τάχα γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖ. Ἡ ἀπολογία τοῦ Στεφάνου ὑπῆρξε πρότυπο τόλμης καὶ θάρρους. Χωρὶς νὰ φοβηθεῖ καθόλου, ἐξαπέλυσε λόγια – κεραυνοὺς ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων. Καὶ ἀπὸ ὑπόδικος, ὀρθώθηκε θυελλώδης ἐλεγκτὴς καὶ κατήγορος. Τότε, ἀκράτητοι ἀπὸ τὸ μίσος οἱ Ἰουδαῖοι, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου τὸν θανάτωσαν μὲ λιθοβολισμό.
Ἐκεῖ φάνηκε καὶ ἡ μεγάλη συγχωρητικότητα τοῦ Στεφάνου πρὸς τοὺς ἐχθρούς του μὲ τὴν φράση του, «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην». Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτή.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε· σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδες σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ Δεσπότης χθὲς ἡμῖν, διὰ σαρκὸς ἐπεδήμει, καὶ ὁ δοῦλος σήμερον, ἀπὸ σαρκὸς ἐξεδήμει· χθὲς μὲν γάρ, ὁ Βασιλεύων σαρκὶ ἐτέχθη, σήμερον δέ, ὁ οἰκέτης λιθοβολεῖται· δι᾽ αὐτὸν καὶ τελειοῦται, ὁ Πρωτομάρτυς καὶ θεῖος Στέφανος.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Τὴν τοῦ Πνεύματος πηγήν, ἐν τῇ καρδίᾳ μυστικῶς, κεκτημένος τοῦ Χριστοῦ, ὁ Πρωτομάρτυς ἀληθῶς, τῶν Ἰουδαίων ἀπήλεγξε τὴν αὐθάδειαν, καὶ ἔδειξεν αὐτοῖς, τόν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, ἀναβλαστήσαντα, τῷ τῆς σοφίας καὶ χάριτος πληρώματι, πεπληρωμένος ὁ ἔνδοξος. Ἀλλ' ὦ Τρισμάκαρ, τοὺς σὲ τιμῶντας, σῷζε θείαις πρεσβείαις σου.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ἀπόστολε Χριστοῦ, Διακόνων ὁ πρῶτος, Πρωτόαθλε σοφέ, τῶν Μαρτύρων ἀκρότης, ὁ κόσμου τὰ πέρατα, ἁγιάσας τοῖς ἄθλοις σου, καὶ τοῖς θαύμασι, ψυχὰς ἀνθρώπων λαμπρύνας, τους τιμῶντάς σε, ῥῦσαι παντοίων κινδύνων, πανεύφημε Στέφανε.
Ὁ Οἶκος
Ὡς ἀστὴρ φαεινὸς σήμερον συνεξέλαμψε, τῇ Γεννήσει Χριστοῦ, ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος, ἀστράπτων καὶ φωτίζων τὰ πέρατα ἅπαντα, τῶν Ἰουδαίων μόνον ἠμαύρωσε τὴν πᾶσαν δυσσέβειαν, σοφίας λόγοις τούτους διελέγξας, ἀπὸ τῶν Γραφῶν διαλεγόμενος, καὶ πείθων τούτους, τὸν γεννηθέντα ἐκ τῆς Παρθένου Ἰησοῦν, Υἱὸν αὐτόν εἶναι Θεοῦ, κατῄσχυνε τούτων τὴν ἀσεβῆ κακουργίαν, ὁ Πρωτομάρτυς καὶ θεῖος Στέφανος.
Μεγαλυνάριον
Πρῶτος Διακόνων ἀναδειχθείς, πρῶτος τοῦ Δεσπότου, ἐχρημάτισας μιμητής· ὅθεν Ἀθλοφόρων, πρωτεύων Πρωτομάρτυς, τύπος αύτοῖς ἐγένου, πρώταθλε Στέφανε.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Γραπτὸς
Αὐχεῖν ἔχει τι καὶ Θεόδωρος μέγα,
Ἐκ γῆς ἀπαίρων· ὡς μέγα, στίξις θέας.
Ἐκ γῆς ἀπαίρων· ὡς μέγα, στίξις θέας.
Ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωανᾶ, ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, καὶ ὑπῆρξε μαθητὴς μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη, στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λέοντα τοῦ Ε’ ἦλθαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ καὶ οἱ δύο γιὰ τὸ ζήτημα τῶν ἁγίων εἰκόνων, περιορίστηκαν σὲ κάποια Μονὴ στὸ Στόμιο τῆς Μαύρης Θάλασσας. Ὁ βασιλιὰς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς τοὺς ἐπανέφερε, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν θέλησαν νὰ ἐξαγοράσουν τὴν ἡσυχία τους μὲ ἀδιαφορία στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα καὶ νὰ νεκρώσουν τὶς ἱερὲς πεποιθήσεις τους. Γι’ αὐτὸ ἐκδήλωσαν μὲ θάρρος τὰ φρονήματά τους καὶ ἔτσι πάλι περιορίστηκαν ἀπὸ τὸν βασιλιά, σὲ κάποιο τόπο κοντὰ στὸ Σωσθένιο.
Ἀργότερα ἐπὶ Θεοφίλου τοῦ Εἰκονομάχου, στάλθηκαν στὴν Ἀφουσία. Ἂν καὶ ἐκεῖ εἶχαν μείνει πολλὰ χρόνια καὶ εἶχαν αὐστηρὴ ἐπιτήρηση, αὐτοὶ ἐξακολουθοῦσαν νὰ φωνάζουν κατὰ τῆς εἰκονομαχίας. Τότε ὁ Θεόφιλος, γεμάτος θυμό, τοὺς ἔφερε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου τοὺς μαστίγωσε ἀνελέητα. Καὶ κατόπιν χάραξε στὰ μέτωπά τους μὲ πυρακτωμένο σίδερο, δώδεκα στίχους γιὰ νὰ τοὺς στιγματίσει.
Ἀπ’ αὐτὴ τὴν αἰτία ὀνομάστηκαν καὶ οἱ δυὸ Γραπτοί. Ἐπὶ δὲ τοῦ Πατριάρχου Ἰωάννου Ζ’ (836 ἢ 837), ἐξορίστηκαν πάλι στὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας, ὅπου ὁ Θεόδωρος πέθανε καὶ τάφηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη. Ἀργότερα τὸ λείψανό του μεταφέρθηκε στὴ Χαλκηδόνα.
Ὁ ἑορτασμός του μᾶς ὑπενθυμίζει πόσους ἀγῶνες κίνησαν οἱ πιστοί, γιὰ νὰ διαφυλαχτεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ λατρεία. Καὶ γιὰ τ’ ἀδέλφια δίνει λαμπρὸ μάθημα, γιὰ τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα συγκινητικότερο καὶ τιμητικότερο, ἀπὸ τὸ νὰ ζοῦν ἀφοσιωμένοι μέχρι θανάτου γιὰ τὴ νίκη τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείοις στίγμασι, σεσημασμένος, δῶρον ἔμψυχον, τῷ Ζωοδότῃ, προσηνέχθης θεοφόρε Θεόδωρε· ἀσκητικαῖς δωρεαῖς γὰρ κοσμούμενος, ὁμολογίας ἀγῶσι διέλαμψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ σεβόμενος, πανευσεβῶς τὴν Εἰκόνα, διωγμοὺς ὑπέμεινας, καὶ κακουχίας καὶ θλίψεις· ὅθεν δή, Ὀρθοδοξίας ἄγαλμα θεῖον, γέγονας, ὡς ἀριστεύσας κατὰ τῆς πλάνης· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ἱερομύστα Πάτερ Θεόδωρε.
Μεγαλυνάριον.
Ὄψει γεγραμμένῃ τυραννικῶς, βίβλος ἔμπνους ὤφθης, ἀναβάσεων ἱερῶν, ἐξ ἧς δωρημάτων, τὴν ὄνησιν τρυγῶντες, τοὺς πόνους σου τιμῶμεν, Πάτερ Θεόδωρε.
Στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λέοντα τοῦ Ε’ ἦλθαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ καὶ οἱ δύο γιὰ τὸ ζήτημα τῶν ἁγίων εἰκόνων, περιορίστηκαν σὲ κάποια Μονὴ στὸ Στόμιο τῆς Μαύρης Θάλασσας. Ὁ βασιλιὰς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς τοὺς ἐπανέφερε, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν θέλησαν νὰ ἐξαγοράσουν τὴν ἡσυχία τους μὲ ἀδιαφορία στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα καὶ νὰ νεκρώσουν τὶς ἱερὲς πεποιθήσεις τους. Γι’ αὐτὸ ἐκδήλωσαν μὲ θάρρος τὰ φρονήματά τους καὶ ἔτσι πάλι περιορίστηκαν ἀπὸ τὸν βασιλιά, σὲ κάποιο τόπο κοντὰ στὸ Σωσθένιο.
Ἀργότερα ἐπὶ Θεοφίλου τοῦ Εἰκονομάχου, στάλθηκαν στὴν Ἀφουσία. Ἂν καὶ ἐκεῖ εἶχαν μείνει πολλὰ χρόνια καὶ εἶχαν αὐστηρὴ ἐπιτήρηση, αὐτοὶ ἐξακολουθοῦσαν νὰ φωνάζουν κατὰ τῆς εἰκονομαχίας. Τότε ὁ Θεόφιλος, γεμάτος θυμό, τοὺς ἔφερε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου τοὺς μαστίγωσε ἀνελέητα. Καὶ κατόπιν χάραξε στὰ μέτωπά τους μὲ πυρακτωμένο σίδερο, δώδεκα στίχους γιὰ νὰ τοὺς στιγματίσει.
Ἀπ’ αὐτὴ τὴν αἰτία ὀνομάστηκαν καὶ οἱ δυὸ Γραπτοί. Ἐπὶ δὲ τοῦ Πατριάρχου Ἰωάννου Ζ’ (836 ἢ 837), ἐξορίστηκαν πάλι στὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας, ὅπου ὁ Θεόδωρος πέθανε καὶ τάφηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη. Ἀργότερα τὸ λείψανό του μεταφέρθηκε στὴ Χαλκηδόνα.
Ὁ ἑορτασμός του μᾶς ὑπενθυμίζει πόσους ἀγῶνες κίνησαν οἱ πιστοί, γιὰ νὰ διαφυλαχτεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ λατρεία. Καὶ γιὰ τ’ ἀδέλφια δίνει λαμπρὸ μάθημα, γιὰ τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα συγκινητικότερο καὶ τιμητικότερο, ἀπὸ τὸ νὰ ζοῦν ἀφοσιωμένοι μέχρι θανάτου γιὰ τὴ νίκη τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείοις στίγμασι, σεσημασμένος, δῶρον ἔμψυχον, τῷ Ζωοδότῃ, προσηνέχθης θεοφόρε Θεόδωρε· ἀσκητικαῖς δωρεαῖς γὰρ κοσμούμενος, ὁμολογίας ἀγῶσι διέλαμψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ σεβόμενος, πανευσεβῶς τὴν Εἰκόνα, διωγμοὺς ὑπέμεινας, καὶ κακουχίας καὶ θλίψεις· ὅθεν δή, Ὀρθοδοξίας ἄγαλμα θεῖον, γέγονας, ὡς ἀριστεύσας κατὰ τῆς πλάνης· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ἱερομύστα Πάτερ Θεόδωρε.
Μεγαλυνάριον.
Ὄψει γεγραμμένῃ τυραννικῶς, βίβλος ἔμπνους ὤφθης, ἀναβάσεων ἱερῶν, ἐξ ἧς δωρημάτων, τὴν ὄνησιν τρυγῶντες, τοὺς πόνους σου τιμῶμεν, Πάτερ Θεόδωρε.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Α’ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Ποιμήν άριστος Θεόδωρος ωράθη,
Ως ων μιμητής του μεγάλου Ποιμένος.
Ως ων μιμητής του μεγάλου Ποιμένος.
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἔζησε στὰ χρόνια του Βασιλιὰ Κωνσταντίνου Δ’ τοῦ Πωγωνάτου (668 – 685). Λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς καὶ εὐλάβειας, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ κατόπιν ἔγινε σύγκελλος καὶ σκευοφύλακας αὐτῆς. Ἐπειδὴ δὲ ὁ τότε Πατριάρχης Κωνσταντῖνος πέθανε, ἀπὸ τὸν βασιλιὰ καὶ τὴν σύγκλητο, ἀναγκάστηκε νὰ χειροτονηθεῖ Πατριάρχης ὁ Θεόδωρος.
Θεάρεστα ἀφοῦ διακυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ δύο χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες, ἀπομακρύνθηκε τοῦ θρόνου (678) ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Κωνσταντῖνο Πωγωνάτο. Ἡ ἀπομάκρυνση αὐτὴ δὲν μάρανε τὸν θεῖο ζῆλο τοῦ Πατριάρχη Θεοδώρου καὶ ἀφοῦ πέρασε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του ἐπίσης Θεάρεστα, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ἄλλες Συναξαριακὲς πηγὲς ἀναφέρουν, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατρὸς Γεωργίου Α’ καὶ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 683 ἕως τὸ 686).
Θεάρεστα ἀφοῦ διακυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ δύο χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες, ἀπομακρύνθηκε τοῦ θρόνου (678) ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Κωνσταντῖνο Πωγωνάτο. Ἡ ἀπομάκρυνση αὐτὴ δὲν μάρανε τὸν θεῖο ζῆλο τοῦ Πατριάρχη Θεοδώρου καὶ ἀφοῦ πέρασε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του ἐπίσης Θεάρεστα, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ἄλλες Συναξαριακὲς πηγὲς ἀναφέρουν, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατρὸς Γεωργίου Α’ καὶ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 683 ἕως τὸ 686).
Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Τριγλινός
Tης γης ο Λουκάς υπεραρθείς εμφρόνως,
Tρανώς τρυφά νυν την Θεού θεωρίαν.
Tρανώς τρυφά νυν την Θεού θεωρίαν.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Μᾶλλον εἶναι ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος στὴν Τρίγλια.
Μᾶλλον εἶναι ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος στὴν Τρίγλια.
Ὁ Ἅγιος Μαυρίκιος ὁ Μάρτυρας, Φωτεινὸς ὁ υἱός του καὶ οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες
Eις τον Mαυρίκιον.
O Mαυρίκιος γυμνός εγχρισθείς μέλι,
Kρίνει μελισσών ηδύ τας τρώσεις μέλι.
Eις τους εβδομήκοντα.
Έχων συνάθλους άνδρας επτάκις δέκα,
Kαι συγχορευτάς Mαυρίκιος λαμβάνει.
O Mαυρίκιος γυμνός εγχρισθείς μέλι,
Kρίνει μελισσών ηδύ τας τρώσεις μέλι.
Eις τους εβδομήκοντα.
Έχων συνάθλους άνδρας επτάκις δέκα,
Kαι συγχορευτάς Mαυρίκιος λαμβάνει.
Αὐτοὶ μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) καὶ ἦταν στρατιῶτες, ποὺ διέμεναν στὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας τοῦ Πόντου.
Ὅταν πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Μαξιμιανός, καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοί. Ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ βασιλιάς, οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καὶ μπροστά του, ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ ἀμέσως τότε τοὺς ἀφαιρέθηκαν οἱ στρατιωτικὲς ζῶνες καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὅταν μετὰ τρεῖς μέρες ρωτήθηκαν καὶ πάλι, ἔμειναν ἀμετάθετοι στὸ φρόνημά τους καὶ ἔτσι τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ξέσχισαν τὶς πλευρές.
Ὁ δὲ Μαξιμιανός, γιὰ νὰ κάνει πικρότερο τὸ μαρτύριο τοῦ Μαυρικίου, ἀποκεφάλισαν μπροστά του τὸν γιό του Φωτεινό. Αὐτοὺς δέ, τοὺς πῆγε σὲ τόπο μὲ βρώμικα βαλτόνερα, ὅπου τοὺς ἔδεσε γυμνοὺς σὲ πασσάλους καὶ τοὺς ἄλειψε μὲ μέλι. Οἱ μάρτυρες, ἔμειναν ἔτσι δεμένοι ἐπὶ 10 ἡμέρες, τελικὰ ὅμως, ἀπὸ τὰ τσιμπήματα τῶν ἐντόμων, παρέδωσαν μαρτυρικὰ τὸ πνεῦμά τους στὸν Θεό.
Ὅταν πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Μαξιμιανός, καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοί. Ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ βασιλιάς, οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καὶ μπροστά του, ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ ἀμέσως τότε τοὺς ἀφαιρέθηκαν οἱ στρατιωτικὲς ζῶνες καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὅταν μετὰ τρεῖς μέρες ρωτήθηκαν καὶ πάλι, ἔμειναν ἀμετάθετοι στὸ φρόνημά τους καὶ ἔτσι τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ξέσχισαν τὶς πλευρές.
Ὁ δὲ Μαξιμιανός, γιὰ νὰ κάνει πικρότερο τὸ μαρτύριο τοῦ Μαυρικίου, ἀποκεφάλισαν μπροστά του τὸν γιό του Φωτεινό. Αὐτοὺς δέ, τοὺς πῆγε σὲ τόπο μὲ βρώμικα βαλτόνερα, ὅπου τοὺς ἔδεσε γυμνοὺς σὲ πασσάλους καὶ τοὺς ἄλειψε μὲ μέλι. Οἱ μάρτυρες, ἔμειναν ἔτσι δεμένοι ἐπὶ 10 ἡμέρες, τελικὰ ὅμως, ἀπὸ τὰ τσιμπήματα τῶν ἐντόμων, παρέδωσαν μαρτυρικὰ τὸ πνεῦμά τους στὸν Θεό.
Ἅγιος Βαρλαάμ Ἀρχιεπίσκοπος Τομπόλσκ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ρώσου Ἀγίου.
[Πηγές]http://www.saint.gr/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/12/d/27/sxsaintlist.aspx
«Τριβέλι Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!