Η κάποτε θορυβώδης και χαρούμενη Τιφλίδα δε μοιάζει με αυτό που ήταν.
Η πόλη έχει παραλύσει: τα μέσα μεταφοράς έχουν σταματήσει, πολλά καταστήματα είναι κλειστά.
Έξω οι περαστικοί με μάσκες τηρούν με επιμέλεια τις αποστάσεις.
Και στην άκρη της πόλεως, στο παλαιό νεκροταφείο, το ποτάμι των ανθρώπων προς έναν σεμνό τάφο δε σταματάει.
Καταφτάνουν με τα πόδια, με ταξί, με προσωπικά οχήματα.
Βλέπω μια κουρασμένη γυναίκα να έρχεται με δύο μικρά παιδιά και να προσεύχεται με ζέση, όση ώρα τα παιδιά της παίζουν εκεί κοντά.
Πιο πέρα, ένα ζευγάρι ερωτευμένων, φαίνεται ότι είχαν έρθει για πρώτη φορά.
Κοιτάζουν ο ένας τον άλλον, ντρέπονται, και γονατίζοντας, ζητάνε κάτι.
Μετά από λίγο, τρείς νεαρές κοπέλλες, που φαίνεται να τις απασχολούν οι συναισθηματικές υποθέσεις, και ελπίζουν ότι θα πάρουν βοήθεια.
Σχεδόν όλοι αφήνουν στο μαύρο μάρμαρο της επιτάφιας πλάκας κόκκινα μήλα.
Στην πλάκα υπάρχει η επιγραφή:
«Αναστασία Νικίσεβα. 1886-1970».
Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι στη Γεωργία πληροφορούνται για την «Καθήμενη Αναστασία», όπως την αποκαλούν, και επισκέπτονται τον τάφο της.
Η αρχή της ιστορίας αυτής θυμίζει το παιδικό παραμύθι με την κακή μητριά.
Στις αρχές του περασμένου αιώνα στην Τιφλίδα ζούσε μια Ρωσίδα κοπέλλα.
Ο πατέρας της, μηχανικός, είχε έρθει, τον 19ο αιώνα, στη Γεωργία από την Αγία Πετρούπολη για εργασία.
Στην Τιφλίδα κατασκεύαζαν τότε το σιδηρόδρομικό δίκτυο.
Σε όσους εργάζονταν στις συγκεκριμένες κατασκευές, εκείνη την εποχή, έδιναν οικόπεδα στην περιοχή Ναχάλοβκα της Τιφλίδας .
Ο πατέρας της είχε κτίσει σπίτι, κοντά στην εκκλησία Γενεθλίου της Θεοτόκου και έμεινε στη Γεωργία.
Έχοντας χηρέψει νωρίς, αυτός, παρά τις εκκλήσεις της ετοιμοθάνατης γυναίκας του να μην παντρευτεί για να μην έχει μητριά η κόρη τους, παντρεύτηκε ξανά.
Η κόρη του, η Αναστασία, ήταν πιστή, έψελνε στην εκκλησιαστική χορωδία και ήταν πολύ όμορφη.
Μιά φορά, σε βραδιά, στο Παλάτι του Βοροντσόβ, η κοπέλλα γνώρισε έναν νεαρό αξιωματικό.
Ο αξιωματικός ερωτεύτηκε την Αναστασία και της έκανε πρόταση γάμου.
Η μητριά ζήλεψε την Αναστασία και αποφάσισε να την διαβάλει.
Όταν ο νεαρός αξιωματικός επισκέφτηκε το σπίτι τους, του είπε ότι η κοπέλλα είχε τρελλαθεί, ότι την είχαν μεταφέρει σε νοσοκομείο και ότι δεν υπάρχει ελπίδα να αναρρώσει.
Η Αναστασία, όταν είδε τι είχε συμβεί, κάθισε σε ένα χαμηλό σκαμπουδάκι στη μέση της αυλής και από τότε δε σηκώθηκε ποτέ ξανά όρθια στα πόδια.
Καθόταν, κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό, καθόταν και προσευχόταν να συγχωρέσει ο Κύριος στον μνηστήρα της αυτή την τρομερή αμαρτία, να τον συγχωρέσει και να τον ελεήσει.
Η Αναστασία καθόταν έτσι για 65 χρόνια.
Η μητριά και εδώ δεν εννοούσε να ησυχάσει: το χειμώνα, έχυνε στην κοπέλλα παγωμένο νερό, προσπαθώντας να κάνει ώστε να σηκωθεί η Αναστασία, αλλά η κοπέλλα επίμονα συνέχιζε να κάθεται στη μέση της αυλής, προσευχόμενη μέρα και νύχτα.
Καθόταν έτσι, και στον καλοκαιρινό καύσωνα και στην παγωνιά του χειμώνα, σκεπασμένη μόνο με ένα σάλι που το είχε πλέξει η ίδια.
Είχε, εν τω μεταξύ, πεθάνει η κακιά μητριά της, για την ψυχή της οποίας, χωρίς αμφιβολία, προσευχόταν η Αναστασία.
Είχε τελειώσει η επανάσταση, ο εμφύλιος πόλεμος, σαν το μαύρο σύννεφο είχαν περάσει τα χρόνια των σταλινικών διωγμών, και είχε έρθει ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος, αλλά η Αναστασία συνέχιζε να κάθεται στη θέση της και να προσεύχεται.
Σαν να μην την επηρέαζε ο χρόνος.
Με τον καιρό, τα πόδια της κάτω από τα γόνατα κόλλησαν, αλλά το εκπληκτικό ήταν ότι παρ΄όλο που καθόταν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν είχε πληγές κατάκλισης, ούτε κάλλους είχε.
Με τον καιρό, τα πόδια της κάτω από τα γόνατα κόλλησαν, αλλά το εκπληκτικό ήταν ότι παρ΄όλο που καθόταν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν είχε πληγές κατάκλισης, ούτε κάλλους είχε.
Πολλοί άνθρωποι που αντιμετώπιζαν διάφορα προβλήματα πήγαιναν στην Αναστασία με την παράκληση να προσευχηθεί. Πολλοί της έφερναν φαγητό, κόκκινα μήλα, όμως δε δεχόταν δώρα από όλους.
Η αστυνομία έδιωχνε τους επισκέπτες της, αλλά αυτοί ούτως ή άλλως μαζεύονταν στην αυλή, παρά τις απειλές των Αρχών.
Η αστυνομία έδιωχνε τους επισκέπτες της, αλλά αυτοί ούτως ή άλλως μαζεύονταν στην αυλή, παρά τις απειλές των Αρχών.
Στη διάρκεια του πολέμου, την επισκέπτονταν γυναίκες που ήθελαν να μάθουν νέα για τους αγαπημένους τους στο μέτωπο, αν ζουν.
Η Αναστασία προσευχόταν και σε όποιον έδινε χώμα, αυτό σήμαινε ότι ο άνθρωπος είχε σκοτωθεί.
Προφήτευε, και οι προφητείες της πάντα εκπληρώνονταν.
Η ασκήτρια είχε υπέροχα μάτια, για τα οποία ο Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ (Καρέλιν) έγραφε:
«Το βλέμμα της, λες και διαπερνούσε τον άνθρωπο διαμπερώς, και ο άνθρωπος ένιωθε ταυτόχρονα, άθελά του, κάποια έκπληξη, που έμοιαζε με τρόμο, κατανοώντας ότι αυτό το βλέμμα έβλεπε τα πάντα στην ψυχή του: τη ζωή του, το παρελθόν του και το μέλλον του».
Προς το τέλος της ζωής της, η ασκήτρια έντεινε ακόμα πιο πολύ την άσκησή της.
Κάθισε πάνω σε σπασμένα θραύσματα από κενά μπουκάλια.
Τα σπασμένα γυαλιά έμπαιναν στο σώμα της, αλλά παρ΄όλα αυτά και παρά τον κίνδυνο να παρουσιάσει, όπως αναμενόταν, λοίμωξη, κάτι τέτοιο σε συνέβη.
Η Αναστασία εκδήμησε εις Κύριον, το 1970.
Την κήδεψαν σε ειδικό φέρετρο, στο νεκροταφείο της πόλεως Κουκίϊσκοε.
Η μορφή άσκησης που είχε υιοθετήσει η Καθήμενη Αναστασία ήταν ο στυλιτισμός, για να μη πω κάτι πιο απαιτητικό.
Έμοιαζε με την άσκηση των γνωστών Ρώσων Αγίων, της Αγίας Ματρώνας της Μόσχας και της Αγίας Ξένιας της Αγίας Πετρούπολης.
Η Αναστασία, όπως εκείνες, είχε σηκώσει μια βαριά σωματική άσκηση.
Όπως εκείνες, απέκτησε υψηλά χαρίσματα του Πνεύματος.
Όπως εκείνες, βοηθούσε τους δεινοπαθούντες, που την επισκέπτονταν νύχτα-μέρα.
Όπως και εκείνες, καθόλου δεν ασχολούνταν με τον εαυτό της, αρνήθηκε εκούσια όλα τα επίγεια αγαθά.
Ότι θα έρθει η μέρα της παλλαϊκής προσκύνησης αυτής της εκπληκτικής ασκήτριας του Θεού!
Ειρήνη Κριχέλι
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα
Pravoslavie.ru
Ειρήνη Κριχέλι
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα
Pravoslavie.ru
10/18/2021
ΦΟΒΕΡΗ διήγηση αυτής της ΞΕΧΩΡΙΣΤΗΣ αγωνιστρίας της Πίστεως!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤήν ευχή της νά έχουμε καί είθε νά βρεθούν μιμητές της.