Οι θέσεις του π.προέδρου της Δημοκρατίας κ. Χρήστου Σαρτζετάκη για το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου
Φιλόθεος Κεμεντζετζίδης
Ο εκλιπών Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης, οι θέσεις του για το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα και η σχέση του με τον μητροπολίτη Σεβαστιανό.
Στις 3 Φεβρουαρίου έφυγε από τη ζωή ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης.
Στον Τύπο και τα Μ.Μ.Ε. γράφτηκαν πολλά για τον χαρακτήρα και την διαδρομή του διακεκριμένου δικαστικού ανδρός, από τις αίθουσες των δικαστηρίων στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα, διαδρομή που χαρακτηρίστηκε από ήθος, εντιμότητα και υπευθυνότητα. Πολύ συχνά οι θέσεις και η στάση του σε διάφορα θέματα προκάλεσαν εντύπωση, καθώς δεν δίσταζε να τις υποστηρίξει, ακόμη και αν ερχόταν σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, κάτι που φάνηκε περίτρανα και από την προϋπηρεσία του στα έδρανα της Δικαιοσύνης.
Στη διάρκεια της θητείας του υπερασπίστηκε επανειλημμένα τα εθνικά μας δίκαια προς όλες τις κατευθύνσεις αν και απέφυγε να έρθει σε ρήξη με την κυβερνητική πολιτική, σεβόμενος τον κολοβωμένο ρόλο που επεφύλασσε για τον ανώτατο άρχοντα η συνταγματική αναθεώρηση του 1986.
Ωστόσο στη συνέχεια εξέφρασε με μεγαλύτερη παρρησία και ευθύτητα τις απόψεις του πάνω σε θέματα επικαιρότητας αλλά και στα εθνικά θέματα και σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Είναι ευρύτατα γνωστές οι θέσεις του για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα αλλά και για την παραχάραξη της Ιστορίας της Μακεδονίας από το γειτονικό κράτος των Σκοπίων.
Αυτό που δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστό όμως, είναι η στάση του στο εθνικό ζήτημα της Βορείου Ηπείρου, αλλά και η σχέση του με τον αγώνα του Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανού την περίοδο εκείνη. Με υλικό από τις εφημερίδες της εποχής εκείνης, αλλά και δημοσιευμένα κείμενα και άρθρα από την προσωπική του ιστοσελίδα (https://www.sartzetakis.gr) θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε την σημασία που έδινε ο κ. Σαρτζετάκης στον μαρτυρικό ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου αλλά και τις θέσεις του σχετικά με την ιστορική αδικία που υπέστη από τις μεγάλες δυνάμεις.
Την άνοιξη του 1985 στην εσωτερική πολιτική επικαιρότητα κυριαρχεί η ανάδειξη στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας του δικαστικού Χρήστου Σαρτζετάκη. Στην πρώτη του επίσκεψη στην Ήπειρο, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Σαρτζετάκης μετέβη στο φυλάκιο της Κακαβιάς, ενώ στο πλαίσιο των εορτασμών του Σουλίου, αναφέρθηκε στον Ελληνισμό της Β. Ηπείρου:
«Ὁ Ελληνισμός δεν ξεχνά και δεν θα ξεχάσει ποτέ, τους πικραμένους αδελφούς μας, που πέρα από τα σύνορα ζουν, στην περιοχή που γεωγραφικά ονομάζεται Βόρειος Ήπειρος και που διατήρησαν και διατηρούν την γλώσσα και την πίστη των πατέρων τους.»[1] Η ξεκάθαρη αυτή δήλωση γίνεται δεκτή με ιδιαίτερη ικανοποίηση από τον Μητροπολίτη Σεβαστιανό που με τηλεγράφημά του[2] προς τον Πρόεδρο τον ευχαριστεί τονίζοντας:
«Ἡ ἐπίσημος ἀναφορά σας εἰς τό Βορειοηπειρωτικόν θέμα, τό ὁποῖον εἶναι ἐξ ἴσου μέ τό Κυπριακό, ἐθνικόν θέμα, βαθύτατα μᾶς ἱκανοποίησε. Καί ὡς Μητροπολίτης τῆς ἀκριτικῆς αὐτῆς ἐπαρχίας, πού ἐκ τοῦ πλησίον ζῶμεν τό δρᾶμα τῶν ὑποδούλων, αἰσθανόμεθα τήν ἀνάγκην νά σᾶς εὐχαριστήσωμεν, καί ἐπί πλέον νά ἐκφράσωμεν πρός Ὑμᾶς, εἰλικρινῆ καί ἐγκάρδια συγχαρητήρια, καθ' ὅτι εἶστε ὁ πρῶτος πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας πού ἐλάβατε θέση ἐπί τοῦ ἐθνικοῦ ζητήματος.»
Στις 23 Αυγούστου 1985 τον κ. Σαρτζετάκη συναντά στην Αθήνα ο πρόεδρος της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αμερικής, Καναδά και Αυστραλίας κ. Μπέτζιος. Όπως αναφέρει ο ίδιος [3] « … διαπιστώσαμε ότι ήταν πλήρως ενημερωμένος στο θέμα μας αλλά και τόσο πολύ λυπημένος «για τις χαμένες πατρίδες» όπως μας είπε, ώστε δάκρυσε όταν μας έδειξε κάποια στιγμή κατά τη συζήτηση το Χάρτη της Μεγάλης Ελλάδος.
Δυστυχώς η θέση του δεν του επέτρεπε να μας πει τίποτε περισσότερο από το ότι «από τη θέση που βρίσκεται θα προστατεύσει τα συμφέροντα του Έθνους». Άλλωστε –είπε– είναι ο μόνος Πρόεδρος που μίλησε ανοιχτά για τη Βόρεια Ήπειρο σε πρόσφατη επίσκεψή του στο Σούλι».
Για το μείζον ζήτημα της μονομερούς άρσης της εμπολέμου καταστάσεως με την Αλβανία από την κυβέρνηση Α. Παπανδρέου στις 28 Αυγούστου 1987, ο κ. Σαρτζετάκης δεν εκφράστηκε την περίοδο εκείνη ούτε θετικά ούτε αρνητικά, τηρώντας επακριβώς τον θεσμικό του ρόλο.
Ωστόσο σύμφωνα με μαρτυρία του τότε προέδρου της ΠΟΑΚΑ κ. Μικέλη [4] σε συναντήσεις (του κ. Μικέλη) με παράγοντες της αντιπολίτευσης αλλά και ηπειρωτικές οργανώσεις, κανείς δεν πίστευε ότι η κυβέρνηση θα προχωρούσε στην ενέργεια αυτή χωρίς την έγκριση του ανώτατου άρχοντος. (εξυπακούετο προφανώς ότι δεν υπήρχε η συναίνεση του κ. Σαρτζετάκη για την απόφαση αυτή).
Η απόφαση της κυβέρνησης προκάλεσε έντονη πολιτική αντιπαράθεση με τον τότε πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να τη χαρακτηρίζει «απαράδεκτη πράξη εθνικής μειοδοσίας».
Αν και ο κ. Σαρτζετάκης δεν εκφράστηκε δημόσια, μάλλον διαφώνησε με την απόφαση αυτή, για την οποία κατόπιν εορτής ενημερώθηκε από τον πρωθυπουργό σε συνάντηση 1 ώρας και 40 λεπτών. Για τον λόγο αυτό, σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ημερήσιο Τύπο, δεν εκδόθηκε και προεδρικό διάταγμα.[5]
Την επόμενη χρονιά σε ανταπόκριση της δημοσιογράφου κ. Λένας Παγώνη από το 25ο συνέδριο της ΠΟΑΚΑ, (22-26 Ιουνίου 1988, Ατλάντικ Σίτυ),[6] τονίζεται ότι έγινε ενθουσιωδώς δεκτό το μήνυμα του προέδρου της Δημοκρατίας κ. Σαρτζετάκη προς το Συνέδριο, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρονταν και τα εξής :
«Υπάρχουν ανάμεσά σας ορισμένοι που μείνατε χωρίς πατρίδα, θύματα μιας άδικης, ενώπιον της ιστορίας, συγκυρίας για την πατρίδα μας, τα στοιχεία της οποίας εξέθρεψαν άθλιοι υπολογισμοί των ισχυρών της γης. Το Συνέδριό σας εκφράζει στον υψηλότερο βαθμό την αρετή της εθνικής αλληλεγγύης, προς τα άτυχα αυτά παιδιά του Ελληνισμού».
Στον απόηχο των περίφημων δηλώσεων Σαμαρά το Δεκέμβριο του 1989, όταν ευχήθηκε να εορτάσουν ελεύθερα την επόμενη χρονιά οι Βορειοηπειρώτες τα Χριστούγεννα, με κοινή απόφαση του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ως προέδρου της ΚΕΒΑ, της ΠΟΑΚΑ και όλων των Βορειοηπειρωτικών οργανώσεων αποφασίστηκε η διοργάνωση συλλαλητηρίου στα Προπύλαια για τις 11 Ιανουαρίου 1990. Επιτροπή των οργανωτών με επικεφαλής τον Σεβαστιανό, συναντήθηκε την παραμονή, με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Σαρτζετάκη.[7]
Ο πρόεδρος της ΠΟΑΚΑ κ. Τσούμπανος περιγράφει τη συνάντηση. «Μετά τη συνάντησή μας με τον κ. Μητσοτάκη, η αντιπροσωπεία της ΠΟΑΚΑ, έγινε δεκτή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Χρήστο Σαρτζετάκη. Στη συνομιλία που κράτησε μία ώρα και είκοσι λεπτά, ο κ. Σαρτζετάκης επανέλαβε, για μια ακόμα φορά, ότι το θέμα της Β. Ηπείρου και των υποδούλων Ελλήνων είναι κάτι που θα τον απασχολεί πάντοτε, μέχρι την αίσια λύση του.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού εξέφρασε τον θαυμασμό του για τους απόδημους Έλληνες και για το έργο το οποίο επιτελούν, στο εξωτερικό, έπλεξε το εγκώμιο των Ηπειρωτών, για την αγάπη τους και προσφορά στην Ελλάδα, από την απελευθέρωσή της μέχρι σήμερα».[8]
Μετά τη λήξη της θητείας του τον Μάϊο του 1990 ο κ. Σαρτζετάκης όπως αναφέρει και ο ίδιος στην ιστοσελίδα του «…ἐτόνιζε και τονίζει καὶ διὰ τὴν Βόρειον Ἤπειρον, τὴν μαρτυρικὴν αὐτὴν καὶ ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια μόνον ἑλληνικήν γῆν, πάντοτε μὲ παρρησίαν καὶ ἀκαταμάχητον τεκμηρίωσιν πρὸς πάντας, τὰ δέοντα.»[9]
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1994 κατά την περίφημη δίκη των 5 ηγετών της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, ανακοινώνεται η απόφαση του δικαστηρίου των Τιράνων, που προβλέπει ποινές φυλάκισης από 6 ως 8 χρόνια για όλους τους κατηγορουμένους, χωρίς αναστολή. Ο κ. Σαρτζετάκης με δημόσια δήλωσή του στις 12 Σεπτεμβρίου 1994 με αφορμὴ «τὴν καταδίκην τῶν πέντε Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν μας ἀπὸ δικαστήριο τυράννων, σταλινικῶν ἐπιγόνων, στὰ Τίρανα, μὲ κατεσκευασμένες κατηγορίες καὶ ἀνύπαρκτα ἀποδεικτικὰ στοιχεῖα, τίθεται ἐναντίον τῆς ἐγκαταλείψεως τῆς ὀνομασίας «Βόρειος Ἤπειρος» καὶ υἱοθετήσεως, ἀντ’ αὐτῆς, τοῦ ὅρου «Νότιος Ἀλβανία», τὸν ὁποῖον διάφορα δημοσιεύματα, ἢ ἀκόμη καὶ ἀνερμάτιστοι πολιτικοὶ ταγοὶ ἔχουν ἀρχίσει νὰ χρησιμοποιοῦν ἀπερισκέπτως, ἀφοῦ ἔτσι συντελεῖται ἡ διολίσθησις πρὸς τὴν ἐθνικήν μας ἀμνησίαν καὶ διευκολύνεται ἡ συσκότισις τῶν ἑλληνικῶν συνειδήσεων ὡς πρὸς τὰ ἐπὶ τῆς περιοχῆς ἀπαράγραπτα δίκαια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πρὸς μεγάλην βεβαίως χαρὰν τῶν ἐπιβούλων».[10]
Μετά την κοίμηση του μητροπολίτη Σεβαστιανού, ο κ. Σαρτζετάκης με μήνυμά του εξέφρασε την οδύνη του για τον θάνατο του ιεράρχη, τον οποίο χαρακτήρισε «μνήμονα ἀσυμβίβαστο τῶν παραδόσεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πού διαφύλαξε το Γένος μας ἀπό τήν ἐξαφάνιση…
Μέ τήν ἀγωνιστική του πορεία ἔκανε νά ἀναβιώσουν στό πρόσωπό του ἐπικαί μορφαί τοῦ πανενδόξου παρελθόντος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁλόκληρος ὁ Ἑλληνισμός δέν θά λησμονήση τούς συνεχεῖς καί πνευματικούς ἀγῶνες τοῦ σεπτοῦ ἱεράρχου ὑπέρ τῆς μαρτυρικῆς Βορείου Ἠπείρου, τοῦ ἀδιατιμήτου αὐτοῦ τμήματος τῆς Ἑλληνικῆς μας Πατρίδας, τό ὁποῖο ἄνομα συμφέροντα ἰσχυρῶν καί ἐσχάτη κατάπτωσις τῆς διεθνοῦς κοινότητος κατεδίκασαν εἰς ἀφόρητον δουλείαν.
Εἰς τήν ἀπορφανισθεῖσα ἀκριτική Ἱερά Μητρόπολη, εὔχομαι νά ἀναδειχθῆ ἀντάξιος τοῦ ἐκλιπόντος διάδοχος. Ἄς εἶναι ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ τοῦ Μητροπολίτου Σεβαστιανοῦ, ἀληθινοῦ ὀρθοδόξου Ἱεράρχου καί ἀληθινοῦ Ἕλληνος!»[11]
Κατακλείνοντας την αναφορά μας στον κ. Σαρτζετάκη, παραθέτουμε σημαντικό άρθρο-παρακαταθήκη του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας σχετικά με τα εθνολογικά όρια του Ελληνισμού, [12]το οποίο φρονούμε ότι θα πρέπει να αποτελεί οδηγό για την εξωτερική μας πολτική. Στο άρθρο αυτό ο κ. Σαρτζετάκης αναφέρει τα εξής για τη Βόρειο Ήπειρο:
«Τὰ ἐθνολογικὰ ὅρια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀκόμη καὶ κατὰ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος, ἐμφανέστατα εὑρίσκοντο πολὺ πέραν τῶν τότε, ἀλλὰ καὶ τῶν σημερινῶν ἑλληνικῶν συνόρων. Περιελάμβανον ὁλόκληρον τὴν Βόρειον Ἤπειρον, σχεδὸν ὁλόκληρον τὸ ἔδαφος τοῦ σημερινοῦ κρατιδίου τῶν Σκοπίων, ὁλόκληρον τὴν Ἀνατολικὴν Ρωμυλίαν, δηλαδὴ τὴν σημερινὴν νότιον Βουλγαρίαν, ὡς καὶ ὁλόκληρον τὴν Ἀνατολικὴν Θρáκην.
Ἔκτοτε ἡ μὲν Ἀνατολικὴ Ρωμυλία, ποὺ εἶχε γίνει, μὲ ἀπόφασιν τοῦ Συνεδρίου τοῦ Βερολίνου τοῦ 1878, αὐτόνομη ἐπαρχία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας μὲ πρωτεύουσαν τὴν Φιλιππούπολιν, κατεβροχθίσθη μὲ τὸ βουλγαρικὸν πραξικόπημα τοῦ 1885∙ ἡ δὲ Βόρειος Ἤπειρος ἐπεδικάσθη εἰς τὸ νεοπαγὲς (1912-13) Ἀλβανικὸν κράτος∙ ἐνῷ ἡ βόρειος Μακεδονία ἐπεδικάσθη, μετὰ τοὺς βαλκανικοὺς πολέμους (1912-13), κατὰ τὸ μεγαλύτερον μέρος της εἰς τὴν Νοτιοσλαβίαν, κατὰ δὲ τὸ μικρότερον (περιοχὴ τοῦ Μελενίκου, Πιρίν) εἰς τὴν Βουλγαρίαν. Τέλος, ἡ Ἀνατολικὴ Θράκη μετὰ τὴν μικρασιατικὴν καταστροφὴν, μὲ τὴν συνθήκην τῆς Λωζάννης (1923) περιῆλθεν εἰς τὴν Τουρκίαν.:
Τὰ προκύψαντα λοιπόν μετὰ τὸν α΄ παγκόσμιον πόλεμον (1914-1918) σύνορα μεταξὺ τῶν βαλκανικῶν κρατῶν ἐχαράχθησαν ὄχι μὲ κριτήριον τὴν ἐθνολογικὴν σύστασιν καὶ τὴν διασαλπιζομένην ἀρχὴν τῆς αὐτοδιαθέσεως τῶν λαῶν, ἀλλὰ πρὸς ἱκανοποίησιν συμφερόντων καὶ ἐπιδιώξεων ξένων πρὸς τὴν Βαλκανικὴν δυνάμεων.
Ἔτσι μὲ τὴν δημιουργίαν τοῦ Ἀλβανικοῦ κράτους, εἰς τὴν ὁποίαν ἐπρωτοστάτησεν ἡ Ἰταλία, ἀφ’ ἑνὸς περιελήφθησαν εἰς αὐτὸ τὰ ἑλληνικώτατα ἐδάφη τῆς, ἀπὸ χιλιετηρίδων, ἑλληνικωτάτης Βορείου Ἠπείρου, καὶ ἀφ’ ἑτέρου ἐτέθη ἐκτὸς αὐτοῦ ἡ, κατοικουμένη ἀπὸ ἀλβανικῆς καταγωγῆς πληθυσμούς, περιοχὴ τοῦ Κοσσυφοπεδίου, ἡ ὁποία καὶ ἐδόθη εἰς τὴν τότε συγκροτηθεῖσαν Νοτιοσλαβίαν.
Ἐγχείρημα δολιώτατον, διὰ νὰ εὑρίσκεται τὸ νεοσύστατον ἀλβανικὸν κράτος ἐξ αἰτίας τῆς ἐθνολογικῶς ἀδίκου αὐτῆς κατανομῆς ἐδαφῶν εἰς προστριβὰς καὶ μὲ τοὺς δύο γείτονάς του, τὴν Ἑλλάδα (διὰ τὴν Βόρειον Ἤπειρον) καὶ τὴν Νοτιοσλαβίαν (διὰ τὸ Κοσσυφοπέδιον), καὶ νὰ ἔχῃ ἔτσι ἀνάγκην ξένου προστάτου, ἐν προκειμένῳ κυρίως τῆς, εἰς τὴν ἀπέναντι ἀκτὴν τῆς Ἀδριατικῆς, Ἰταλίας, ἡ ὁποία καὶ πολυτρόπως διεισδύσασα καθυπέταξεν εἰς τὴν οὐσίαν τὴν Ἀλβανίαν ἤδη ἀπὸ τὸ 1925, δηλ. πολὺ πρὶν ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴν εἰς αὐτὴν εἰσβολὴν τοῦ Ἀπριλίου 1939.
Αὐτὲς δὲ οἱ ἄνομες κατὰ τὴν χάραξι τῶν συνόρων ρυθμίσεις, ἀπετέλεσαν καὶ τὴν αἰτία τῶν ὅσων κακῶν ἔκτοτε ἐπηκολούθησαν.
Ἡ Βόρειος Ἤπειρος μὲ τὸν ἑλληνικὸν κατὰ συντριπτικὴν πλειοψηφίαν πληθυσμόν της, δικαιωματικῶς μόνον εἰς τὴν Ἑλλάδα ἀνῆκε.
Ἐν τούτοις, μὲ τὴν ραδιοῦργον ἀπαίτησιν τῆς Ἰταλίας, παρεχωρήθη εἰς τὴν Ἀλβανίαν καί, μολονότι ἀπηλευθερώθη τρεῖς φορὲς ἔκτοτε ὑπὸ τοῦ ἐνδόξου Ἑλληνικοῦ μας Στρατοῦ, παραμένει ἀκόμη ὑπὸ τὸν ἀλβανικὸν ζυγόν, σκλαβωμένη. Ἔτσι, οὔτε κἂν σήμερα, ἐποχὴν θεοποιήσεως τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, ἐφαρμόζεται γιὰ τοὺς δύσμοιρους βορειοηπειρῶτες ἀδελφούς μας ἔστω τὸ Πρωτόκολλον τῆς Κερκύρας τῆς 17ης Μαΐου 1914, μὲ τὸ ὁποῖον εἶχε παραχωρηθῆ πανηγυρικῶς εἰς τὴν Βόρειον Ἤπειρον αὐτονομία (διοικητική, ἐκκλησιαστική, ἐκπαιδευτική, ἀστυνομική) ἔναντι τοῦ τότε νεοσυσταθέντος Ἀλβανικοῦ κράτους, ἂν καὶ τὸ πρωτόκολλον αὐτὸ καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀλβανοὺς ὑπεγράφη καὶ ἐπεκυρώθη ἐν συνεχείᾳ ἀπὸ τὰς ἕξ τότε Μεγάλας Δυνάμεις (Γαλλίαν, Ἀγγλίαν, Ρωσίαν, Ίταλίαν, Γερμανίαν καὶ Αὐστρίαν).
Σκλαβωμένη λοιπόν παραμένει ἡ βόρειος Ἤπειρος χάριν ἀνόμων συμφερόντων τρίτων, πρὸς αἰωνίαν καταισχύνην τῆς διεθνοῦς διπλωματίας, ὅταν καὶ ἡ Γερουσία τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς δύο φορὲς ἐψήφισε, καὶ μάλιστα ὁμοφώνως, τὴν 17ην Μαΐου 1920, μετὰ τὸν Α΄ παγκόσμιον πόλεμον, καὶ τὴν 29ην Ἰουλίου 1946, μετὰ τὸν Β΄ παγκόσμιον πόλεμον (μὲ ἐπικύρωσιν ἐχούσης προηγηθῆ τὴν 26ην Μαρτίου 1946 ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐξωτερικῶν Ὑποθέσεων), ὅτι ἔπρεπεν ἡ Βόρειος Ἤπειρος νὰ παραχωρηθῆ εἰς τὴν μητέρα Ἑλλάδα.»
………………………………………………………………………
[1] Εφημ. Πρωϊνά Νέα, 11-6-1985.
[2] Ἱερά Μητρόπολις Δρυϊνουπόλεως, Σεβαστιανός, Γιά τήν ἀνάσταση τῆς Βορείου Ἠπείρου, σ. 230.
[3], βλ. Ηλ. Μπέτζιου, Πανηπειρωτική Ὁμοσπονδία Αμερικής, Ο εθνικός αγώνας των Ηπειρωτών της Ξενιτειάς, Νέα Υόρκη 2010, σ.295 .
[4] βλ. Ηλ. Μπέτζιου, Πανηπειρωτική Ὁμοσπονδία Αμερικής, Ο εθνικός αγώνας των Ηπειρωτών της Ξενιτειάς, Νέα Υόρκη 2010, σ. 338 .
[5] Εφημ. Ελληνικός Βορράς 6-9-1987.
[6] Εφημ. Ελευθεροτυπία, 8-7-1988.
[7] Εφημ. Μεσημβρινή, 10-1-1990.
[8] βλ. Ηλ. Μπέτζιου, Πανηπειρωτική Ὁμοσπονδία Αμερικής, Ο εθνικός αγώνας των Ηπειρωτών της Ξενιτειάς, Νέα Υόρκη 2010, σ. 364
[9] https://www.sartzetakis.gr/ points/boriaipiros.html
[10] https://www.sartzetakis.gr/ points/boriaipiros.html
[11] Ἱερά Μητρόπολις Δρυϊνουπόλεως, Σεβαστιανός, Γιά τήν ἀνάσταση τῆς Βορείου Ἠπείρου, σ. 678.
[12] https://www.sartzetakis.gr/ points/ethologika.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!