Δέκα ἕξ Φεβρουαρίου 1821, στο αρχοντικό των Υψηλαντών στο Κίσνοβο της Ρωσίας, είναι μαζεμένοι οι τέσσερις αδελφοί (Αλέξανδρος, Νικόλαος, Δημήτριος και Γεώργιος) και οι δύο γραμματείς, Γ. Λασσάνης και Γ. Τυπάλδος και γράφουν την προκήρυξη της Επανάστασης.
- Ναί, ἀδέρφια, λέει ο Αλέξανδρος , ὅλα τὰ προσφέρομε θυσία πατριωτική, καὶ τὰ δυὸ ἑκατομμύρια, ποὺ ἡ Ὀθωμανικὴ Κυβέρνηση, κατὰ τὴ συνθήκη, θὰ μᾶς πληρώση τὸν ἐρχόμενο Μάη. Δὲν μποροῦμε νὰ περιμένωμε! Ἡ ἑταιρία ἀνακαλύφτηκε! Ἂς προσφέρωμε καὶ τὰ κτήματά μας στὴ Βλαχία· ἀξίζουν ἕξι ἑκατομμύρια. Καὶ τοὺς μισθοὺς ποὺ παίρνομε ἀπὸ τὴ Ρωσία. Ἂς δώσωμε καὶ τοὺς ἴδιους τοὺς ἑαυτούς μας στὸ βωμὸ τῆς Πατρίδας. Ἔτσι θὰ ἐκτελέσωμε τὴν παραγγελία τοῦ πατέρα μας καὶ θὰ πάρωμε ἐκδίκηση γιὰ τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέφερε ὁ πάππος μας καὶ πέθανε ἀπ’ αὐτά. Ὅλα ἂς τὰ δώσωμε στὴν πατρίδα. Ἂς κινήσωμε τὸν ἱερὸ ἀγώνα. ∆ιάβασε, Λασσάνη, τὴν προκήρυξη.
∆ιαβάστηκε ἡ προκήρυξη καὶ γίνηκε δεχτὴ μὲ μιὰ καρδιά.
Προτού τεθεί η υπογραφή, ο μονόχειρας Αλέξανδρος λέει «είναι και κάτι άλλο».
Σηκώθηκε, βγῆκε ἀπὸ τὸ θάλαμο, πέρασε ἀπ’ ἄλλον καὶ μπῆκε ἴσια στῆς μητέρας του. Τὴ βρῆκε μὲ τὸ πιὸ μικρὸ ἀδέρφι, τὸ Γρηγόρη, δεκατεσσάρων χρονῶν ἀγόρι, καθισμένο στὸ πλάϊ της.
Ἀφοῦ προσκύνησε τὰ πολυσέβαστα γεράματα τῆς μάνας, τῆς τρανῆς Ἀρχόντισσας, τῆς ἔδωσε τὸ χέρι καὶ τὴν ἔσυρε σιγὰ στὸ θάλαμο, ποὺ βρίσκονταν τ’ ἀδέρφια του.
«Μητέρα,είπε προς την αρχόντισσα Ελισάβετ, η σωτηρία της πατρίδος πιθανόν να απαιτήσει και την θυσίαν του κτήματός μας της Κοζνίτσας, το οποίο επί σαράντα ακόμα χρόνια θα αποδίδει πενήντα τέσσαρες χιλιάδες ρούβλια τον χρόνον στο σπίτι σου. Προσφέρεις αυτό το κτήμα μητέρα εις την πατρίδα;».
Η αρχόντισσα δάκρυσε και είπε: «Εγώ προσφέρω εσάς παιδιά μου και θα λυπηθώ τα δύο εκατομμύρια ρούβλια;». Μετά τα λόγια αυτά της μητέρας του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης υπέγραψε την προκήρυξη και κήρυξε την επανάσταση. Η ηθική και υλική συμβολή στον αγώνα της Ελισάβετ ήταν τόση, που ο Αλέξανδρος συγκινημένος είπε στους άλλους φιλικούς :
Γράψτε στο τέλος της διακήρυξης «φιλώ το χέρι της μητρός μου».
Όταν έδωσε και τα τελευταία της χρήματα για τον Αγώνα, η Ελισάβετ Υψηλάντη ρωτήθηκε «πώς θα ζούσε αυτή, μια πριγκίπισσα, ως φτωχή», για να δώσει την εξής απάντηση: «Περιμένετε να λυπηθώ τα κτήματα και τα ρούβλια, όταν έχω δώσει πέντε παιδιά για την πατρίδα;». Με τα τελευταία λόγια της επικυρώθηκε η προκήρυξη. Μετά υπέγραψε και ο Αλέξανδρος Υψηλαντης.
Η Ελισάβετ Υψηλάντη έδωσε τελικά, δηλαδή έθαψε, έξι από τα επτά παιδιά της για την πατρίδα και κλήθηκε να συνεχίσει να ζει με έξι ανοιχτές πληγές μες στα στήθια.
Γιάννης Βλαχογιάννης, Ἀναγνωστικό ΣΤ΄δημοτικοῦ 1952,ἐδῶ
κι᾿ἀπό ἐδῶ
Ἡ οἰκογένεια τῆς μητέρας τῶν Ὑψηλάντηδων,Βακαρέσκου ἦταν μία ἑλληνική οικογένεια,ἀπό τήν Βόρειο Ἤπειρον,ἡ ὁποία ἔδωσε μεγάλους λογοτέχνες πού ἔβαλαν τά θεμέλια στήν Ρουμανική λογοτεχνία.... ( ἐδῶ)
Τό ὄνομα τῆς ὑπέροχης αὐτῆς γυναίκας δέν θά τό ᾿δοῦμε σέ καμμία ὀδό τῆς Ἑλλάδος,σέ καμμία πλατεία...Ἀναλογιστεῖτε γιατί ; ...
Οι Υψηλάντηδες προσέφεραν ό,τι είχαν και δεν είχαν για τον ιερό αγώνα. Ήταν αγνοί, τίμιοι, ανιδιοτελείς, γενναίοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!