Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020

Το Βυζάντιο στην εξορία (Μέρος Β') - Ο άγιος αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης (1222 μ.Χ. - 1254 μ.Χ)



Η αυτοκρατορία της Νίκαιας με αργά και σταθερά βήματα αναπτυσσόταν σε όλους τους τομείς. Ήταν ξεκάθαρο ότι μετά την αδυναμία της Λατινικής αυτοκρατορίας να κρατήσει τα εδάφη που είχε καταλάβει στην Δ' σταυροφορία, η Νίκαια θα επικρατούσε έναντι της. Σε αυτό το γεγονός συνέβαλαν πολύ οι αυτοκράτορες της, οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με τους διεφθαρμένους βασιλείς των τελευταίων είκοσι ετών και είχαν αντιληφθεί ότι για να κατορθώσουν να επαναφέρουν την αυτοκρατορία στην προτέρα κατάσταση της, είχαν την  υποχρέωση να εργαστούν σκληρά. Ο Θεόδωρος Α' Λάσκαρις (1205 μ.Χ. - 1222 μ.Χ.) κουβάλησε το σταυρό του πρώτου εξόριστου αυτοκράτορα και ήταν εκείνος που θεμελίωσε την αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο συνεχιστής του Ιωάννης Γ' Βατάτζης (1222 μ.Χ. - 1254 μ.Χ.) πάτησε πάνω στο έργο του και όχι μόνο την ισχυροποίησε, αλλά κυριολεκτικά έβαλε τις βάσεις για την ανάκτηση της Πόλης.

Ο Βατάτζης γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193 μ.Χ. και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Θράκης, η οποία είχε στρατιωτικούς δεσμούς με τη Σύγκλητο και ρίζες με την ονομαστή οικογένεια των Δούκων. Ο Ιωάννης πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην πατρίδα του, μέχρι που ενηλικιώθηκε. Όταν οι Λατίνοι κατέλαβαν το Διδυμότειχο και οι γονείς του απεβίωσαν, ο Ιωάννης μην αντέχοντας να ζει κάτω από το ζυγό τους, πούλησε ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του και έφυγε για το Νυμφαίο και κατόπιν για τη Νίκαια. Εκεί γνωρίστηκε με το Θεόδωρο Λάσκαρη, ο οποίος διέκρινε τις ικανότητες του, τον συμπάθησε και του έδωσε την κόρη του Ειρήνη για να την παντρευτεί, γεγονός που έγινε το 1212 μ.Χ. Όταν ο Θεόδωρος απεβίωσε δέκα χρόνια αργότερα και παρόλο που είχε απογόνους, τον διαδέχθηκε. Δυστυχώς τα αδέλφια του θανόντος Θεόδωρου Ισάακιος και Αλέξιος αντέδρασαν στη στέψη και κατέφυγαν στην Λατινοκρατούμενη Κων/πολη για να συμμαχήσουν με τον Ρομβέρτο Β' Κουρτεναί, με σκοπό να τον ανατρέψουν. (Σημ. : Παρόλο που τα χρόνια ήταν δύσκολα, ο εγωισμός και το συμφέρον πάντα έβρισκαν έδαφος να ευοδωθούν από εκείνους τους καιρούς ). 
Ο Ιωάννης δεν έμεινε απαθής και αποφάσισε να υπερασπιστεί το θρόνο του. Το 1224 μ.Χ. στη μάχη του Ποιμανηνού ο στρατός του με επικεφαλής τον ίδιο κατατρόπωσε τους αντιπάλους του. Το αποτέλεσμα της ήταν πολύ σημαντικό, αφού οι κτήσεις των Λατίνων στη Μ. Ασία εξανεμίστηκαν και η Νίκαια δυνάμωσε ακόμη πιο πολύ. Το ηθικό του στρατού ανακάμφθηκε και ο Ιωάννης με τον αέρα του νικητή μετέφερε για πρώτη φορά το μέτωπο του πόλεμο σε ευρωπαϊκά έδαφος. Κυριεύθηκαν αρκετές πόλεις της Θράκης, ενώ οι Λατίνοι  ταμπουρώθηκαν πίσω από τα τείχη της Πόλης, μη δυνάμενοι να κάνουν τίποτα. Στη Λάμψακο δημιούργησε στόλο και με τη βοήθεια του πήρε πίσω τα νησιά της Χίου, της Σάμου, της Ικαρίας, της Μυτιλήνης και της Κω. Το 1233 μ.Χ. ύστερα από πολύχρονη πολιορκία κατέλαβε και την Ρόδο, ολοκληρώνοντας έτσι την ανάκτηση όλων των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Παρόλο που οι επιτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη, εντούτοις οι συνωμοσίες επανήλθαν στο προσκήνιο. Ο εξάδελφος και στενός συνεργάτης του Ανδρόνικος Νεστογγός πήρε με το μέρος του ένα κομμάτι του στρατού και αποφάσισε να του αρπάξει το θρόνο. Ο Ιωάννης πληροφορήθηκε τη συνωμοσία μέσω των μυστικών του υπηρεσιών και το 1235 μ.Χ. άφησε το θέατρο των επιχειρήσεων και επέστρεψε στη Νίκαια, σώζοντας το θρόνο του και με την αποκάλυψη της εδραίωσε οριστικά τη θέση του σε αυτόν.
Την ίδια εποχή ιδρύθηκε το δεύτερο Βουλγαρικό βασίλειο με ηγέτη τον πανίσχυρο Ιωάννη Ασέν. Ο Βατάτζης, ως εξαιρετικός διπλωμάτης που ήταν, κατάλαβε ότι ο "δρόμος" για την ανακατάληψη της Πόλης περνάει μέσα από τη "στενωπό" του Ασέν, επομένως στράφηκε προς αυτόν με σκοπό την επίτευξη μιας συμμαχίας. Ο Ασέν ανταποκρίθηκε θετικά και η συμμαχία επισφραγίστηκε με τον γάμο των παιδιών τους, Ελένης και Θεοδώρου αντίστοιχα. Το 1236 μ.Χ. οι δύο ηγεμόνες εκστράτευσαν εναντίον της Πόλης,  αλλά η επέμβαση των Φράγκων από το πριγκιπάτο της Αχαΐας, τους χάλασε τα σχέδια. Συνέπεια αυτής της ήττας ήταν ο αφορισμός του Άσεν από τον Πάπα και η απαίτηση του τελευταίου προς το Βατάτζη να σταματήσει τις εχθροπραξίες. Ο Άσεν κατάλαβε ότι από τη συμμαχία του με το Βατάτζη, μόνο ο τελευταίος είχε να κερδίσει κάτι, γι' αυτό την διέλυσε. Κατόπιν προσπάθησε να βρει στήριγμα στους Λατίνους, με την πεποίθηση ότι ίσως σε βάθος χρόνου (και μπορεί από κάποια "σπόντα" ) γίνει ο ίδιος κυρίαρχος της Πόλης. Η συμμαχία είχε μικρή διάρκεια και εν τέλει ο Άσεν έστειλε εκ νέου πρεσβεία τον Βατάτζη για ανανέωση της υπάρχουσας συμφωνίας. Πέντε χρόνια αργότερα (1241 μ.Χ) ο Άσεν απεβίωσε αφήνοντας ως διάδοχο του τον δεκαετή Καλιμάν Ασέν Α'. Ο θάνατος του ήταν ευτύχημα για το Βατάτζη, καθώς απαλλάχθηκε από έναν ύπουλο και δυνατό αντίπαλο, ο οποίος τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε φέρει μεγάλη αναστάτωση στη χερσόνησο του Αίνου. 
Χρόνο με το χρόνο ο Ιωάννης αντιλήφθηκε ότι εξαιτίας της παρακμής των Φράγκων η ανάκτηση της Πόλης δεν θα αργούσε να πραγματοποιηθεί. Επειδή όμως ήταν μεθοδικός ηγέτης και τα μαθήματα του πρόσφατου παρελθόντος ήταν ακόμη νωπά, αποφάσισε να ισχυροποιήσει τις κτήσεις του στην Ευρώπη και μετά να στραφεί εναντίον τους. Το 1242 μ.Χ. συγκέντρωσε στρατό και στόλο και προέλασε εναντίον της Θεσσαλονίκης. Λίγο πριν αρχίσει την πολιορκία πληροφορήθηκε ότι εμφανίστηκαν ορδές Μογγόλων στο σουλτανάτο του Ικονίου, οι οποίες ανάγκασαν τους Σελτζούκους και την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας να γίνουν υποτελείς τους. Μπρος στον κοινό εχθρό Σελτζούκοι και Βυζαντινοί έδωσαν τα χέρια και σχεδίασαν εκστρατείες για να τους αντιμετωπίσουν. Για μία ακόμη φορά η τύχη ευνόησε τον Βατάτζη. Οι Μογγόλοι εξαιτίας εσωτερικών αναταραχών έφυγαν έτσι ξαφνικά όπως  ήρθαν και προκειμένου να μην συγκρουστούν με την αυτοκρατορία της Νίκαιας, αρκέστηκαν μόνο σε έναν σημαντικό φόρο υποτέλειας !  Το γεγονός αυτό ήταν "Θείο Δώρο" για τον Ιωάννη, αφού όλοι οι γείτονες του (Λατινική αυτοκρατορία Κων/πολεως, Δεσποτάτο Ηπείρου, Βουλγαρία) βρέθηκαν αποδυναμωμένοι και ο ίδιος μόνο κατείχε ισχυρό στρατό.
Το 1246 μ.Χ. έμαθε ότι ο  βασιλιάς της Βουλγαρίας Καλιμάν Ασέν Α πέθανε και άφησε στη θέση του τον ανήλικο αδερφό του. Ο Ιωάννης άδραξε την ευκαιρία και επιτέθηκε εναντίον των Βουλγάρων κατορθώνοντας να προσαρτήσει όλη τη νότια Βουλγαρία, καθώς και σημαντικές πόλεις της Μακεδονίας, όπως οι Σέρρες, Βέροια και το Μελένικο. Στη συνέχεια πολιόρκησε και κατέκτησε την συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη, η οποία τον καθιέρωσε στη συνείδηση του λαού ως τον μοναδικό Βυζαντινό αυτοκράτορα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με μία εκστρατεία του Ιωάννη στα εδάφη του δεσποτάτου ανάγκασε τον ηγεμόνα του Νικηφόρο να αναγνωρίσει την επικυριαρχία του Βατάτζη.  
Η εσωτερική πολιτική του Βατάτζη ήταν υποδειγματική σε όλα τα επίπεδα. Ενίσχυσε τα κατώτατα στρώματα της κοινωνίας περιορίζοντας τη φορολογία. Ο πρωτογενής τομέας αναγεννήθηκε και μαζί με το εμπόριο άρχισαν να ανορθώνουν την διαλυμένη οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό το "ωατόν " στέμμα το οποίο πρόσφερε στη γυναίκα του, το οποίο κατασκευάστηκε από μαργαριτάρια που προέρχονταν από την πώληση αυγών των ορνίθων που κατείχε στο κτήμα του. Περιόρισε τις σπατάλες στο δημόσιο τομέα και ο ίδιος έγινε αυστηρός απέναντι σε οποιονδήποτε γινόταν καταχραστής, προβάλλοντας το παράδειγμα του λιτού βίου του. Προέτρεψε το λαό να αποφεύγει τη χλιδή και την άνετη ζωή, γι' αυτό και ελάττωσε τις εισαγωγές ειδών πολυτελείας από τις πόλεις της Δύσης. Συνέπεια αυτού του μέτρου ήταν η αύξηση των εξαγωγών, ακόμη και προς το σουλτανάτο του Ικονίου, οι οποίες πήραν την ανιούσα μετά την επιδρομή των Μογγόλων καθώς και την εμφάνιση λιμού. Επίσης έδειξε ενδιαφέρον προς τις τέχνες και τα γράμματα και ίδρυσε πληθώρα μοναστηριών, νοσοκομείων, γηροκομείων και άλλων ευαγών ιδρυμάτων.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Ιωάννης δεν ήταν καθόλου ανώδυνα. Οι συνεχείς πόλεμοι και η αδιάκοπος ζήλος του επιδείνωσαν την ασθένεια της επιληψίας, που είχε εκ γενετής η όποια όλα και περισσότερο τον κατέβαλε. Πέθανε ύστερα από μία ισχυρή κρίση στις 3 Νοεμβρίου 1254 μ.Χ. και ενταφιάστηκε στην Ι.Μ. του Σωτήρος Χριστού Σωσάνδρων Μικράς Ασίας, που ο ίδιος είχε κτίσει. Ο θάνατος του βύθισε την αυτοκρατορία της Νίκαιας σε βαθύ πένθος, μιας και ο ίδιος ήταν πολύ αγαπητός στο λαό.
Ο Ιωάννης Γ' Δούκας Βατάτζης υπήρξε μία σπάνια φυσιογνωμία της Βυζαντινής Ιστορίας που κατείχε πολλά χαρίσματα που αναγνωρίστηκαν από όλους τους ιστορικούς, γεγονός που έχει επαναληφθεί ελάχιστες φορές. Έδρασε σε δύσκολους καιρούς, κυβέρνησε αφενός μεν με πυγμή για να δυναμώσει την αυτοκρατορία αλλά ταυτόχρονα και με αγάπη προς τους πτωχούς, στους οποίους πολλές φορές άνοιγε τις κρατικές αποθήκες τροφίμων μοιράζοντας τους δωρεάν σιτάρι. Εκμεταλλεύτηκε τις αδυναμίες των γειτονικών κρατών και υπερδιπλασίασε τις κτήσεις του. Τα μέτρα που έλαβε απέφεραν σημαντικά έσοδα στα άδεια κρατικά θησαυροφυλάκια που αποδείχτηκαν πολύτιμα στους διαδόχους του. Παρότι ήταν βασιλιάς δεν άφησε την εξουσία να τον παρασύρει, ούτε και έκανε επίδειξη πλούτου ή δόξας. Έμεινε στη συνείδηση του λαού ως ο "Ελεήμων" αυτοκράτορας και η Εκκλησία αναφέρει τη μνήμη του στο Μηναίον του Νοεμβρίου. Αν και του άξιζε, δυστυχώς δεν αξιώθηκε να ανακτήσει την Πόλη, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι επί των ημερών του και ανάμεσα σε Σελτζούκους και Λατίνους, η αυτοκρατορία της Νίκαιας ήταν το πιο ισχυρό κράτος που σύντομα θα εκπλήρωνε τον πόθο όλου του λαού : Την επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη.

Πηγές : Βικιπαιδεία, Ιωάννης Σαρσάκης << Ιωάννης Γ' Βατάτζης : Ο άγιος αυτοκράτορας του Βυζαντίου >> - Εκδόσεις : Ορθόδοξος Κυψελη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!