Την αποκαλούσαν και Ασπασία, ο Αθήναιος την καταγράφει ως Μιλτώ ήταν η πιο αγαπημένη φίλη του βασιλέως Κύρου. Τον ακολουθούσε σε όλες τις εκστρατείες που έκανε ο Πέρσης βασιλιάς εναντίον του αδερφού του.
Η Μιλτώ ήταν τόσο σοφή και σώφρων, τόσο ωραία και ντροπαλή που κοκκίνιζε, όταν αντίκρυζε, τις άσεμνες στάσεις των παλλακίδων που ήταν μέσα στα ανάκτορα. Αξίζει όμως τον κόπο να δούμε την συναρπαστική ζωή της, έτσι όπως την ξετυλίγει σαν κινηματογραφική ταινία ο ίδιος ο Αιλιανός.
''Η Ασπασία η κόρη του Ερμότιμου η Φωκαΐς ήταν ορφανή από μητέρα που πέθανε στον τοκετό. Ανατράφηκε μέσα στην φτώχεια αλλά με σωφροσύνη και εγκράτεια. Πολύ συχνά έβλεπε όνειρο που της προέλεγε ότι η ζωή της θα ήταν ευτυχισμένη γιατί θα συγκατοικήσει με καλό και αγαθό άνδρα.
Όταν ήταν παιδί της παρουσιάστηκε οίδημα στο πρόσωπο του την στενοχωρούσε πολύ τόσο την ίδια όσο και τον πατέρα της.
Ο πατέρας της την πήγε σε κάποιον γιατρό που υπόσχεται θεραπεία αν του δώσει τρείς στατήρες Ο πατέρας της απάντησε ότι δεν έχει το ποσό ,ο δε γιατρός του είπε ότι δεν είναι πλούσιος για να φτιάξει το φάρμακο.
Εξαιτίας αυτού η Ασπασία στενοχωρήθηκε ακόμη περισσότερο. Βγήκε από το ιατρείο κλαίγοντας. Είχε στα γόνατά της καθρέφτη και βλέποντας τον εαυτό της μέσα ο πόνος γινόταν μεγαλύτερος. Από τους φοβερούς πόνους αδυνατούσε να κοιμηθεί αλλά επιτέλους κάποια στιγμή αποκοιμήθηκε. Βλέπει στον ύπνο της ένα περιστέρι που μεταμορφώθηκε σε γυναίκα και της είπε.''Κάνε κουράγιο ,δεν έχεις ανάγκη ούτε γιατρούς ,ούτε φάρμακα. Εσύ θα στεφανωθείς γρήγορα με
τους ρόδινους στεφάνους της Αφροδίτης''. Και της χαϊδεύει η γυναίκα το οίδημα.
Αυτά άκουσε το κορίτσι και όταν ξύπνησε το οίδημα είχε εξαφανισθεί. Από τότε η Ασπασία ήταν η ωραιότερη από όλες τις κοπέλες αφού ευνοήθηκε από την ωραιότερη Θεά. Και είχε αφθονία χαρίτων που καμμιά παρθένος δεν απολάμβανε τότε. Ήταν ξανθή με κατσαρά μαλλιά Τα μάτια της ήταν μεγάλα ,η μύτη της λίγο καμπυλωτή ,τα αυτιά της μικρά. Το δέρμα της απαλό και ρόδινο.
Για αυτό οι Φωκαείς την αποκαλούσαν από μικρή ηλικία Μυλτώ.
Είχε κόκκινα χείλη ,τα δόντια της ήταν λευκότερα και από το χιόνι . Τα σφυρά της ήταν τέλεια και όπως λέει ο Όμηρος τις ωραιότατες γυναίκες καλλίσφυρος. Η φωνή της ήταν γλυκειά και απαλή .Κάποιος μάλιστα ανέφερε ότι όταν μιλούσε νόμιζε κανένας ότι ακούει Σειρήνα. Δεν ενδιαφερόταν όπως όλες οι γυναίκες για ξένα ζητήματα ούτε ήταν περίεργη. Δεν είχε την πολυτέλεια να ασχολείται με αυτά. Κάποτε πήγε στα ανάκτορα του Κύρου ,του γιούτης Παρυσάτιδος και του Δαρείου και αδερφού του Αρταξέρξη. Όχι όμως με την θέληση του πατέρα της ή δική της αλλά βίαια όπως συμβαίνει πολλές φορές όταν οι πόλεις κυριεύονται ή όταν οι τύραννοι βιάζουν. Ένας από τους σατράπες του Κύρου έφερε και αυτήν μαζί με άλλες παρθένες στον Κύρο. Πολύ γρήγορα προτιμήθηκε αυτή από άλλες παλλακίδες για τους τρόπους της ,την αιδώ ,την αφέλεια και γιατί ήταν ωραιότατη.
Έγινε ακόμα πιο αγαπητή για την συμβουλήν της για επείγοντα ζητήματα και όποιος την άκουσε ποτέ δεν το μετάνοιωσε. Όταν έφτασε η Ασπασία για πρώτη φορά μπροστά στον Κύρο αυτός μόλις είχε δειπνήσει κ είχε πιεί κρασί κατά τον Περσικό τρόπο. Την στιγμή εκείνη του φέρνουν μπροστά του τέσσερις Ελληνίδες ανάμεσά τους και την Ασπασία. Ήταν πολύ καλά ντυμένες. Οι τρείς καλλωπίστηκαν από τις γυναίκες του Κύρου. Τα μαλλιά ωραία χτενισμένα και το πρόσωπό τους βαμμένο με τα καλλυντικά της εποχής. Είχαν διδαχθεί από τις γυναίκες αυτές πως να συμπεριφερθούν ,πως να τον χαϊδέψουν ,πως να μην τον αποστρέφονται όταν τις πλησιάζει ,να μην δυστροπούν αν θελήσει να τις αγγίξει και να υπομένουν τα φιλιά του. Τις έδωσαν δηλαδή μαθήματα και διδάγματα εταιρικά και πως να εκμεταλλεύονται την ομορφιά τους Διαγωνίζονταν κιόλας ποιά θα περάσει την άλλη στην ομορφιά.
Εκτός από την Ασπασία που ούτε θέλησε τα πολυτελή ρούχα ούτε δέχτηκε να την λούσουν αλλά θρηνούσε και καλούσε όλους τους Ελλήνιους και Ελευθέριους Θεούς και φωνάζοντας διαρκώς το όνομα του πατέρα της.Καταριόταν τον εαυτόν της και τον πατέρα της πιστεύοντας ότι η ετοιμαζόμενη για αυτή αλλαγή στα ρούχα και στο σώμα της ήταν δουλεία σαφής και ομολογουμένη.
Την κτύπησαν όμως και αναγκάστηκε και αυτή ναφορέσει τα ρούχα που της προσέφεραν .Το έκανε με μεγάλη πίκρα γιατί έβλεπε ότι την ανάγκαζαν να πράξει εταιρικά και όχι παρθενικά. Όταν παρουσιάστηκαν μπροστά στον Κύρο οι άλλες παρθένες χαμογελούσαν κ υποκρινόταν πως ήταν χαρούμενες.
Όχι όμως και η Ασπασία που κοιτούσε συνεχώς στο πάτωμα ενώ το προσωπό της ήταν κατακόκκινο και τα μάτια της γεμάτα δάκρυα .Ήταν ολοφάνερο ότι ντρεπόταν. Ο Κύρος μόλις είδε τις παρθένες τις διέταξε να τον πλησιάσουν .Οι άλλες πλήν της Ασπασίας υπάκουσαν και μετά χαράς κιόλας .
Η Ασπασία δεν έδωσε καμμιά σημασία στην διαταγή με αποτέλεσμα ο σατράπης που την έφερε να την καθίσει βίαια κοντά στον Κύρο .Ο Κύρος άρχισε να αγγίζει τις κοπέλες Αυτές το ανέχονταν εκτός της Ασπασίας .Μόλις την άγγιξε άρχισε να φωνάζει. Αποπειράθηκε μάλιστα να φύγει όταν με μια δεύτερη χειρονομία της άγγιξε το στήθος. Ο Κύρος τότε εξετίμησε την στάση της .Αμέσως απευθύνθηκε στην σατράπη που έφερε την Ασπασία και τις άλλες και του είπε ότι μόνο η Ασπασία είναι ελεύθερη και αδιάφθορη και ότι οι άλλες φέρονται σαν εταίρες. Για αυτόν τον λόγο ο Κύρος την αγάπησε πολύ κάτι που δεν είχε συμβεί προηγουμένως. Την αγάπησε τόσο που η Ασπασία ανταποκρίθηκε στην αγάπη του .Ήταν τόσο αμοιβαίο το αίσθημα με ομόνοια και σωφροσύνη ώστε δεν απείχε ο σύνδεσμος αυτός από ένα Ελληνικό γάμο. Ο έρωτας αυτός της Ασπασίας με τον Κύρο δεν έμεινε κρυφός .Μαθεύτηκε σε όλη την Ελλάδα ,ιδιαίτερα η Πελοπόννησος μιλούσε υπέρ του Κύρου και εκείνης. Ο Κύρος την αγαπούσε τόσοπολύ που του ήταν αδύνατον να συζήσει με άλλη γυναίκα.
Πολύ συχνά της θύμιζε το όνειρό της με το περιστέρι και όσα προείπε για αυτήν η Θεά.Επίστευε ότι ήταν επίτροπος της Αφροδίτης προς την οποία θυσίαζε ''τελεστήρια'' και ''χαριστήρια''Και κατασκεύασε είδωλο μεγάλου μεγέθους από χρυσό που την απεικόνιζε .Έλεγε ότι το άγαλμα αυτό είναι της Αφροδίτης.Μετά κατασκεύασε αγριοπερίστερο λιθοκόλλητο εξακολουθώντας πάντα να προσφέρει θυσίες.
Αλλά και προς τον πατέρα της Ερμότιμο έστειλε πολλά δώρα και πλούσια και τελικά τον έκανε πλούσιο. Ζούσε η Ασπασία όπως ομολογούσαν και οι Περσίδες γυναίκες με σωφροσύνη Ελληνική. Κάποια μέρα φέρανε στον Κύρο ένα δώρο εκ μέρους του Σκόπα του νεώτερου εκ Θεσσαλίας.
Ήταν ένα περιδέραιο μεγάλης αξίας και εξαίσιας τέχνης. Όλοι όσοι το είδαν το θαύμασαν. Το παίρνει ο Κύρος και το φέρνει ο ίδιος στην Ασπασία που εκείνη την στιγμή κοιμόταν. Εκείνος μη θέλοντας να διαταράξει τον ύπνο της κάθονταν κοντά της ακίνητος. Ξαφνικά εκείνη ανοίγει τα μάτια της και βλέποντάς τον τόν γέμισε όπως συνήθιζε με φιλοφρονήσεις. Αυτός έβγαλε από το κιβώτιο το περιδέραιο της το έδειξε και της είπε πως αυτό είναι άξιο ή για κόρη ή για βασιλομήτορα. Και της το έδωσε. Εκείνη τότε που δεν ξαφνιάστηκε από το δώρο του είπε.' 'Και πως τότε θα τολμήσω να στερήσω από την Παρυσάτιδα ένα τέτοιο δώρο που αξίζει μόνο σε εκείνη που σε γέννησε; Στείλε αυτό το δώρο σε εκείνη .Εγώ και χωρίς αυτό θα σου παρουσιάζω καλόν τον τράχηλον''.
Ο Κύρος που ευχαριστήθηκε πολύ από την απάντησή της την γέμισε φιλιά. Όσα είπανε μεταξύ τους τα έγραψε και τα έστειλε στην μητέρα του μαζί με το περιδέραιο.
Η Παρυσάτιδα παίρνοντας το δώρο αμέσως έσπευσε να ανταμείψει την Ασπασία με μεγάλα και βασιλικά δώρα. Διότι ευχαριστήθηκε πολύ από το δώρο και όχι μόνο από την αξία του .Ευχαριστήθηκε γιατί ενώ μπορούσε να το κρατήσει η Ασπασία παρόλα αυτά υπέδειξε στον γιό της, να το στείλει σε εκείνη.
Μόλις η Ασπασία πήρε τα δώρα και το μεγάλο χρηματικό ποσό που τα συνόδευε έσπευσε να τα στείλει στον Κύρο λέγοντας ότι αυτά ανήκουν στον λαόν του ,από αυτόν προέρχονται και ότι το καλύτερο στολίδι για αυτήν ήταν ο Κύρος και η αγάπη του. Μετά από αυτό ο Κύρος την θαύμασε ακόμα περισσότερο και την επαινούσε όχι μόνο για το κάλλος του σωματός της αλλά και την ευγένεια της ψυχής της. Έτσι περνούσε ο καιρός όταν σε μια μάχη με τον αδερφό του ο Κύρος σκοτώνεται. Ο νικητής κυριεύει το στρατόπεδο του Κύρου και μαζί με αυτό και την Ασπασία. Έπεσε στα χέρια του Αρταξέρξη όχι τυχαία αλλά κατόπιν διαταγής του να ευρεθεί πάση θυσία. Επειδή την παρουσίασαν μπροστά του δεμένη αυτός αγανάκτησε και έκλεισε στην φυλακή τους ενόχους.
Εκείνη διέταξε να την ντύσουν με ότι πιο πολύτιμο ρούχο υπήρχε. Η Ασπασία φόρεσε τα φορέματα παρά την θελησή της με παράπονο και κλαίγοντας διαρκώς. Αυτό γιατί θρηνούσε πάντα τον προσφιλή της Κύρο. Μόλις ντύθηκε και της περιποιήθηκαν το πρόσωπο φάνηκε ευθύς ότι ήταν η ωραιότερη των γυναικών. Ο Αρταξέρξης άρχισε να την ερωτεύεται και την έκανε πρώτη των γυναικών. Την τιμούσε και την περιποιόταν υπερβολικά ελπίζοντας ότι αυτή θα ξεχάσει τον Κύρο και θα τον αγαπήσει αυτόν περισσότερο .Και πράγματι το κατάφερε σιγά σιγά.
Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα πεθαίνει ο ευνούχος Τιριδάτης που ήταν φημισμένος σε όλη την Ασία για την ομορφιά του. Ο Αρταξέρξης τον υπεραγαπούσε και έπεσε σε βαρύ πένθος και φαίνονταν τόσο στενοχωρημένος που κανένας δεν τολμούσε να τον παρηγορήσει .Όλοι πίστευαν ότι το πένθος του ήταν ανίατο .
Μετά τρείς μέρες η Ασπασία φορώντας πένθιμα ρούχα και πήγε στον Αρταξέρξη που την εποχή εκείνη ήταν στα λουτρά. Στάθηκε δακρυσμένη και κοιτώντας προς την γη . Αυτός την είδε και ξαφνιάστηκε και την ρώτησε για ποιόν λόγο ήταν εκεί.Και εκείνη αποκρίθηκε . ''Ήρθα ω βασιλεύ να σε παρηγορήσω στην λύπη και την συμφορά σου αν αυτό σε ευχαριστεί .Αλλοιώς φεύγω''.
Ο Αρταξέρξης ευχαριστήθηκε από την απαντησή της και την διέταξε να πάει στον θάλαμο και να περιμένει . Όταν πήγε να την συναντήσει στον θάλαμο έριξε πάνω της την στολή του ευνούχου και την παρακάλεσε πως αν πράγματι θέλει να ξεχάσει το πένθος του να εμφανίζεται πάντοτε μπροστά του φορώντας την στολή του ευνούχου . Εκείνη ευχαρίστως το έκανε έως ότου ο Αρταξέρξης παρηγορήθηκε και λησμόνησε τον προσφιλή του φίλο .
Αυτή είναι η ιστορία μιας γυναίκας που παρότι γεννήθηκε και μεγάλωσε φτωχή κατέκτησε δυο βασιλιάδες με την ομορφιά την σοφία και την σωφροσύνη της.
ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΛΥΚΑΙΝΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!