Η Κατρίν Ντιόρ, 20 ετών, Παρίσι, 1937. Φωτογραφία: Συλλογή Christian Dior Parfums
Στην Κατρίν Ντιόρ, τη μικρότερη αδελφή του σχεδιαστή μόδας Κριστιάν Ντιόρ, έλαχαν φρικτές δοκιμασίες στη διάρκεια του πολέμου, αλλά αυτή άντεξε. Αυτή η ιστορία αναφέρεται στο πώς η ανάγκη μπορεί τον έναν να τον ωθήσει σε αποτρόπαιες πράξεις, ενώ τον άλλον μπορεί να τον παρακινήσει για μεγάλα επιτεύγματα, και στο πώς από τον εφιάλτη γεννιέται η ομορφιά.
Κύριε Ντιόρ, κοιτάξτε γύρω σας!
Παρίσι, 1947. Χειμώνας. Στην πόλη πνέουν παγωμένοι βόρειοι άνεμοι. Η ευφορία της νίκης είχε περάσει. Γύρω-γύρω επικρατούσε μεγάλη θλίψη. Οι άνθρωποι είχαν μάθει για τη ζωή κάτι που θα προτιμούσαν να μην το είχαν γνωρίσει ποτέ.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, στις 12 Φεβρουαρίου του 1947, ο σχεδιαστής μόδας Κριστιάν Ντιόρ παρουσίασε την πρώτη του συλλογή στην αβενιού Μονταίν. Μέσα στο σκοτάδι και την καταστροφή, ένα παραμυθένιο σκηνικό, μια εξέγερση ενάντια στην μακάβρια πραγματικότητα.
Στην αίθουσα ήταν παρούσα η αδελφή του Κατρίν. Σε αυτήν αφιέρωσε και το δημοφιλές άρωμα Miss Dior, που πρωτοεμφανίστηκε το ίδιο έτος. Η γυναίκα-λουλούδι, όπως την αποκαλούσε ο αδελφός της, ενέπνευσε το δημιουργό στη σύλληψη της συλλογής: φουντωτές, σαν τον αφρό, φούστες για απίστευτα λεπτή μέση, κεντήματα, δαντέλες, μεταξωτά ροδοπέταλα και το αγαπημένο ροζ χρώμα, το χρώμα του σπιτιού τους με τους παστέλ ροζ ακατέργαστους τραχείς τοίχους του. Η τρυφερή απόχρωση των αγαπημένων τους λουλουδιών από τον κήπο της μητέρας τους Μαντλέν. Το χρώμα της παιδικής τους ηλικίας. Σαν να μην είχαν μεσολαβήσει αυτά τα τρομακτικά χρόνια.
Η συλλογή προκάλεσε και τεράστιο ενδιαφέρον, αλλά και θύελλα διαμαρτυριών. Κύριε Ντιόρ, κοιτάξτε γύρω σας! Τον κατηγόρησαν για αδιανόητη σπατάλη. Οι δημοσιογράφοι, έχοντας υπολογίσει το κόστος των φορεμάτων, έγραψαν ότι με αυτά τα λεφτά θα μπορούσε να αγοράσει κανείς, για παράδειγμα, 789 000 κιλά κρέας και να ταΐσει τους πεινασμένους. Στη Γαλλία ήταν η περίοδος που η προμήθεια τροφίμων και ρούχων γινόταν με κουπόνια. Ήταν η περίοδος που πολλές γυναίκες είχαν αντικαταστήσει στις πιο βαριές δουλειές τους άντρες που είχαν σκοτωθεί στον πόλεμο. Για ποια πολυτελή ρούχα μπορούμε να μιλάμε;
Όμως, συνέβη κάτι το απίστευτο. Μέσα σε αυτήν την απάνθρωπη παγωνιά – ο χειμώνας του 1947 έμεινε στην ιστορία ως ο πιο κρύος χειμώνας στη Γαλλία τον 20ο αιώνα – η θηλυκότητα, η ομορφιά και το εκλεπτυσμένο στυλ των φορεμάτων προσήλκυσαν τους ανθρώπους στη ζωή που είχαν χάσει και την οποία είχαν σχεδόν ξεχάσει.
Οι ιστορικοί της μόδας θα γράψουν αργότερα: η επιθυμία να αγγίξουν αυτήν την ομορφιά ήταν τόσο μεγάλη που έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αναγέννηση του πνεύματος της Γαλλίας και γέννησε νέα τάση στη μόδα: τη μαζική παραγωγή ενδυμάτων σε βιομηχανική κλίμακα. Παρά τις αντιξοότητες, εκατομμύρια γυναίκες άρχισαν να ονειρεύονται αυτά τα φορέματα και τα κοστούμια.
Το να καλλιεργήσεις τριανταφυλλιά ή να δημιουργήσεις όμορφο φόρεμα είναι πράξη ελπίδας και πίστης
Οπότε, αυτό ήταν απάντηση στο βασικό ερώτημα που κυριαρχούσε: είχαν θέση αυτές οι πολυτελείς, αψεγάδιαστες, νοσταλγικές σιλουέτες, που παρέπεμπαν ξεκάθαρα στην Belle Epoque; Υπερβολικά άτοπα, υπερβολικά παραμυθένια… Χρειάζεται, όμως, η ομορφιά; Άρα γε, μετά από τόσους εφιάλτες είμαστε ικανοί ακόμα να εκτιμάμε την ομορφιά; Είμαστε ικανοί, ισχυριζόταν ο Ντιόρ, είναι κάτι σαν μια πρόγευση της ευτυχίας, η οποία οπωσδήποτε θα έρθει. Μετά το μακάβριο σκοτάδι η ομορφιά είναι πιο σημαντική από ποτέ. Το να καλλιεργήσεις τριανταφυλλιά ή να δημιουργήσεις όμορφο φόρεμα είναι πράξη ελπίδας και πίστης στο μέλλον.
Ακόμα και στο Ράβενσμπρικ, σε αυτό το φρικαλέο στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι γυναίκες ζωγράφιζαν κρυφά και κεντούσαν μικροσκοπικά τριαντάφυλλα: με αυτόν τον τρόπο αντιστέκονταν στον απανθρωπισμό, δηλαδή, σε αυτό που προσπαθούσαν να τους σπρώξουν οι κατακτητές. Μόνο η ομορφιά μπορεί να αντισταθεί στην ασχήμια του πολέμου. Ο Κριστιάν το ήξερε από την αδελφή του.
Έπλενε σε λουτρό οξέων βλήματα που δεν είχαν εκραγεί
Η Κατρίν και ο Κριστιάν Ντιόρ. Φωτογραφία: https://uvelirnoedelo.ru/, https://interesnyefakty.org/Η αδελφή του Κατρίν ήταν μέλος της Γαλλικής Αντίστασης. Συγκέντρωνε στοιχεία για τις μετακινήσεις των γερμανικών στρατευμάτων, σχεδίαζε χάρτες με λεπτομερείς πληροφορίες για τις νάρκες εδάφους, επέβλεπε άλλα μέλη. Οι συναντήσεις μερικές φορές γίνονταν στο διαμέρισμα που νοίκιαζαν με τον αδελφό της. Ο Κριστιάν εκείνο τον καιρό ήταν βοηθός του σχεδιαστή Λουσιέν Λελόνγκ, οι αρμοδιότητες του οποίου ήταν να ντύνει τις γυναίκες των αξιωματικών ναζί στο κατεχόμενο Παρίσι.
Τον Ιούλιο του 1944 την συνέλαβαν και την οδήγησαν στο κτίριο που κατέλαβε η Γκεστάπο, στην οδό Rue de la Pompe, στο πιο καλαίσθητο 16ο διαμέρισμα του Παρισιού. Την βασάνισαν και αργότερα την μετέφεραν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ράβενσμπρικ. Εκεί την έβαλαν να εργάζεται και να πλένει σε λουτρό οξέων βλήματα που δεν είχαν εκραγεί. Το οξύ κατέστρεφε τα χέρια και με την αναπνοή έμπαινε στα πνευμόνια. Λίγοι επιβίωναν.
Ο Κριστιάν προσπαθούσε να βοηθήσει την αδελφή του, αλλά κανένας από τους υψηλόβαθμους πελάτες του Λελόνγκ δεν ήθελε να εμπλακεί σε αυτήν την ιστορία.
Θεράπευε τον εαυτό της με αυτό που αγαπούσε πιο πολύ από όλα: τα λουλούδια
Η Κατρίν επέστρεψε στο Παρίσι το Μάϊο του 1945. Ήταν αγνώριστη. Ο Κριστιάν την προσπέρασε, όταν ήρθε να την υποδεχτεί στο σιδηροδρομικό σταθμό. Είχε πάθει σοκ. Ονειρευόταν να ετοιμάσει για την αδελφή του το αγαπημένο της σουφλέ με τυρί. Αλλά δε γνώριζε ότι δε θα μπορούσε να φάει για πολύ καιρό ακόμα. Είχε χτυπημένα και καταστραμμένα νεφρά, είχε πάθει ζημιά στα ισχία, στην πλάτη και στις πατούσες. Δεν μπορούσε να κάνει πλέον παιδιά. Μέχρι το τέλος της ζωής της πάλευε με τους νυχτερινούς εφιάλτες και την κατάθλιψη. Η Κατρίν σιώπησε κυριολεκτικά για πολλούς μήνες. Δεν μπορούσε να μιλάει, πόσο μάλλον να συζητάει αυτά που είχε βιώσει.
Τελικά, όμως, η Κατρίν τα κατάφερε. Θεράπευε τον εαυτό της με αυτό που αγαπούσε πιο πολύ από όλα: τα λουλούδια. Το φθινόπωρο του 1945 πήρε άδεια για να πουλάει λουλούδια στις αγορές του Παρισιού και άνοιξε φάρμα, όπου καλλιεργούσε τριανταφυλλιές και γιασεμιά. Ο αδελφός της τα χρησιμοποιούσε στην παραγωγή αρωμάτων και την στήριζε σε όλα.
Ομαδική αμνησία
Γυναίκες κρατούμενες στο Ράβενσμπρικ, 1939. Φωτογραφία: Bundesarchiv/en.wikipedia.orgΤο 1952, η Κατρίν κατέθεσε σε δικαστήριο, έχοντας ρόλο-κλειδί στην αναγνώριση των εγκληματιών που βασάνιζαν την ίδια και τους συντρόφους της στην Αντίσταση. Αυτοί δεν ήταν Γερμανοί κατακτητές, αλλά Γάλλοι, και ανάμεσά τους υπήρχαν και γυναίκες, οι οποίες ψυχρά κατέγραφαν τα όσα συνέβαιναν.
Η δίκη ολοκληρώθηκε αθόρυβα, καθώς δεν της έδωσαν ιδιαίτερη σημασία ούτε τα ΜΜΕ ούτε η κοινή γνώμη. Ο πόλεμος ήταν πληγή, την οποία οι Γάλλοι προτιμούσαν να μην την ξύνουν. Πολλοί από όσους επέστρεψαν από τα γερμανικά στρατόπεδα διηγούνταν ότι κανένας από το περίγυρό τους δεν ήθελε να ξέρει τίποτα από αυτά που είχαν περάσει οι ίδιοι. Ήθελαν να ξεχάσουν γρήγορα όλα τα δεινά, λες και αυτά δεν υπήρχαν. Γιατί η χώρα χρειάστηκε ομαδική αμνησία;
Κατοχή: η επιλογή ανάμεσα στη συνεργασία και την αντίσταση
Μητέρα και κόρη, τις οποίες ξύρισαν για τη συνεργασία με τους κατακτητές. Φωτογραφία: Ρομπέρ Κάπα / https://nikolai-endegor.livejournal.com/Η Άννα Σέμπα στο βιβλίο της «Παριζιάνες» συγκέντρωσε πλήθος μαρτυριών γυναικών, αυτών που αντιστάθηκαν στο καθεστώς, αυτών που συνεργάστηκαν και αυτών που απλώς προσπαθούσαν να επιβιώσουν.
Το Παρίσι της πολεμικής περιόδου ήταν γυναικεία πόλη. Στο Παρίσι υπήρχαν λίγοι, πολύ λίγοι άντρες: ορισμένοι πολεμούσαν, άλλοι κρύβονταν, δύο εκατομμύρια αιχμαλωτίστηκαν. Οι γυναίκες στο Παρίσι δεν είχαν δικαίωμα ψήφου έως το 1946. Δεν είχαν λογαριασμούς στις τράπεζες, ούτε είχαν δικαίωμα να δουλεύουν χωρίς την άδεια του πατέρα τους ή του άντρα τους. Δεν είχαν δικαιώματα, αλλά δεν ήταν τρομοκρατημένες.
Οι παριζιάνες, καθώς έρχονταν καθημερινά σε επαφή με τους Γερμανούς κατακτητές, στην αρχή σημείωναν ότι ήταν ευγενικοί και ότι συχνά μιλούσαν και γαλλικά. Η γροθιά σχηματίζονταν σιγά-σιγά, και ο τρόμος του πολέμου μπήκε σε κάθε σπίτι μόνο τότε, όταν αυτοί οι «μαυρισμένοι ξανθοί στρατιώτες Βάγκνερ» άρχισαν να σπρώχνουν στις πλατείες και στα γήπεδα τους Εβραίους για να τους στείλουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η επιλογή ανάμεσα στη συνεργασία και την αντίσταση έγινε αναπόφευκτη. Οπότε, οι παριζιάνες έκρυβαν τους Εβραίους, έριχναν φυλλάδια, ακόμα και τότε που δεν ήταν ενεργά μέλη της Αντίστασης.
Ανάμεσα στην ανυπακοή και τη συνεργασία υπήρχε μια μεγάλη «ηθική γκρίζα ζώνη», την οποία έπρεπε να διασχίσουν όλοι οι Γάλλοι προκειμένου να επιβιώσουν.
Πολλοί ισχυροί της γης είχαν σχέσεις με τους ναζί, κάποιοι από καταναγκασμό και κάποιοι από συμπάθεια. Η Κοκό Σανέλ είχε σχέση με τον αξιωματικό της γερμανικής κατασκοπείας Χανς Γκούντερ φον Ντινκλάγκ. Ο Χούγκο Μπος έφτιαχνε στρατιωτικές στολές για τη «Νεολαία Χίτλερ», χρησιμοποιώντας καταναγκαστικούς εργάτες, ως επί το πλείστον γυναίκες. Ο οίκος ζήτησε συγγνώμη για τη συμμετοχή του στον πόλεμο, σχεδόν 60 χρόνια μετά τη λήξη του. Η οικογένεια Λουί Βιτόν και αυτή συνεργαζόταν με τους Γερμανούς.
Και μετά ήρθε η απελευθέρωση
Μια από τις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Γαλλίας ήταν οι πρώτες εβδομάδες μετά την απελευθέρωση. Άρχισαν δημόσια να ξυρίζουν τα κεφάλια γυναικών που ήταν ύποπτες για τη σχέση τους με τους Γερμανούς, να ζωγραφίζουν ή να σημαδεύουν με πυρακτωμένο σίδηρο σβάστικες πάνω στο σώμα, να τις βιάζουν, να τις σκοτώνουν. Κάποιες από αυτές ήταν αθώες, απλώς ήταν θύματα της γενικότερης σύγχυσης.
Αυτό ήταν σκέτη τρέλλα. Τρελλαμένοι από την ατιμωρησία άντρες-«νικητές» έκαναν εκκαθαρίσεις και όσων ανέχτηκαν τους κατακτητές ή ακόμα χειρότερα, τους βοήθησαν, αλλά και όσων πολέμησαν τους ναζί με τον τρόπο που μπορούσαν. Σχεδόν 50 000 άτομα εκτελέστηκαν χωρίς δικαστικές διαδικασίες εκείνες τις μέρες. Αντέγραψαν τις μεθόδους των ναζί. Όλο αυτό κράτησε μέχρι που να καθιερωθεί έστω κάποια στοιχειώδης δημόσια τάξη. Η πόλη άρχισε να περιπολείται.
Οι τριανταφυλλιές της ανάστασης
Ο πόλεμος είναι πολύ άσχημο πράγμα. Σηκώνει από το βυθό της ψυχής το μακάβριο μίγμα μίσους και εχθρότητας, απαξιώνοντας την ανθρώπινη ζωή. Το αν το καταδικάζεις ή όχι, ο καθένας αποφασίζει μόνος του.
Μετά το θάνατο του αδελφού της, το 1957, η Κατρίν έκλεισε την επιχείρησή λουλουδιών στο Παρίσι και μετακόμισε σε εξοχικό σπίτι που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της. Εκεί καλλιεργούσε τριανταφυλλιές και γιασεμιά, σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής της. Ακόμα και τώρα ανθίζουν, αλλά πλέον χωρίς την ίδια. Είναι τρομερά ανθεκτικά, αντέχουν και στην πιο δυνατή παγωνιά. Η Κατρίν πέθανε σε ηλικία 90 ετών.
Στο (στρατόπεδο) Ράβενσμπρικ επίσης ανθίζουν τριανταφυλλιές. Τις φύτεψαν οι κρατούμενες που είχαν επιβιώσει. Βρήκαν το κουράγιο να επιστρέψουν σε αυτό το τρομερό μέρος μετά τη λήξη του πολέμου για να φυτέψουν τριανταφυλλιές, στη μνήμη των γυναικών, αδελφών, μητέρων, θυγατέρων και φιλενάδων που είχαν σκοτωθεί εκεί. Αυτές οι τριανταφυλλιές ονομάστηκαν τριανταφυλλιές της ανάστασης και βρίσκονται εκεί όπου υπήρχε παλαιότερα ομαδικός τάφος.
Άνθρωποι εμφυτεύουν μικροτσίπ στο σώμα τους – Τραπεζικές κάρτες, ηλεκτρονικά κλειδιά, προσωπικά στοιχεία, όλα στο χέρι τους
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://primenews.press/anthropoi-emfytevoun-mikrotsip-sto-soma-tous-trapezikes-kartes-ilektronika-kleidia-prosopika-stoicheia-ola-sto-cheri-tous
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγωνίστηκαν για να διώξουν τους Γερμανούς, ωστε να υπάρχει χώρος για τα τριτοκοσμικά σκουπίδια. Είναι (ήταν) ευτυχισμένοι οι Γάλλοι "αντιστασιακοί" με την σημερινή κατάντια της χώρας τους; Πολέμησαν για να μην "πάρουν" την χώρα τους οι Γερμανοί, ωστε να την παραδώσουν στους πρώην ανθρωποφάγους; Τους προειδοποίησε ο "μεγάλος εχθρός" οτι "η Γαλλία θα είναι το πρώτο αφρικανικό κράτος της Ευρώπης". Είχε απόλυτο δίκιο. Ομως τα γκοϊμ προτίμησαν τους εκλεκτούς του γιαχβέ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝομίζω, εδώ κάνετε μεγάλο άλμα μέσα στον χρόνο και δεν είναι σωστό. Κάθε κατακτητής είναι μισητός και ανεπιθύμητος και πρέπει οι λαοί να αντιστέκονται και να πολεμούν για την ελευθερία, συνεπώς δεν μπορούμε να μιλάμε για το ποιος κατακτητής θα ήταν προτιμότερος.
Διαγραφή