Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Τό κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου....


Αρχιμανδρίτης Κύριλλος Johnson


Δημοιεύθηκε στις 19 Αυγούστου 2010


Από τον MATTHEW NAMEE

Σημείωση του συντάκτη: 
Τήν Δευτέρα, παρουσιάσαμε τον π. Κύριλλο Τζόνσον, ο οποίος ασπάστηκε την Ορθοδοξία τη δεκαετία του 1920 και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του στην Αρχιεπισκοπή Αντιοχείας. 

Στη συνέχεια, την Τρίτη, παρουσιάσαμε ένα άρθρο του Τζόνσον που εξετάζει μια προτεσταντική μετάφραση της Θείας Λειτουργίας. 


Παρακάτω, δημοσιεύσαμε ένα άλλο άρθρο του Τζόνσον, με θέμα «Το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Αυτό το άρθρο εμφανίστηκε αρχικά στο περιοδικό Orthodox American στο τεύχος Οκτωβρίου 1944-Φεβρουαρίου 1945. Α, και παρακαλώ μία προειδοποίηση: 

Ο Τζόνσον μπορεί να είναι... αρκετά τραχύς, υποθέτω.

Ελπίζω κανείς να μην προσβληθεί από τη δημοσίευση αυτού του ιστορικού εγγράφου.

Ένας από τους ευχάριστους μύθους στον απληροφόρητο Ορθόδοξο νου είναι αυτός που συμπεραίνει, ότι οι διάφορες δηλώσεις και διακηρύξεις ορισμένων μεμονωμένων Ορθοδόξων Πατριαρχών σε συνδυασμό με τις Συνόδους τους έχουν δεσμευτική ισχύ στο πεδίο της Ορθόδοξης πίστης και ηθικής. Τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από τα γεγονότα.

Είναι αλήθεια ότι υπήρξε μια εποχή στην Ορθόδοξη ιστορία που τέτοια έγγραφα και διακηρύξεις, αν και τοπικής και φυλετικής προέλευσης, είχαν κάποια βαρύτητα και κύρος. 

Η περίοδος αυτή έληξε με την ανασύσταση του ελληνικού έθνους και την επακόλουθη υποταγή της ορθόδοξης πίστης και θεσμών στο ελληνικό πολιτικό ιδεώδες μεταξύ των εκκλησιαστικών του ελληνικού αίματος. 

Ακόμη και ο πιο απλός μελετητής της ιστορίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας εκπλήσσεται από το γεγονός ότι πολύ συχνά άνθρωποι με υψηλή εκκλησιαστική θέση στην Ορθοδοξία, αν είναι ελληνικού αίματος, ήταν πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν τις θέσεις τους για να προωθήσουν, όχι την καθαρή Ορθοδοξία, αυτή καθαυτή, αλλά τις ελληνικές πολιτικές και φυλετικές φιλοδοξίες.

Αναμφίβολα, η ιδανική σειρά εγγράφων με τα οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί επαρκώς αυτή η θέση είναι αυτή που προήλθε από τα διάφορα Ελληνικά Πατριαρχεία κατά τη διάρκεια των κρίσεων στα ρωσικά εκκλησιαστικά πράγματα μετά τη Ρωσική Επανάσταση.

Όταν ο μακαριστός Ρώσος Πατριάρχης Τύχων, μακαρίας μνήμης, καθαιρέθηκε από Σύνοδο Επισκόπων, ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιος καταδίκασε την πράξη αυτή ως αντικανονική. 

Ο διάδοχός του, Γρηγόριος Ζ ́, ανέτρεψε αυτή τη διακήρυξη και με τη σειρά του ο Γρηγόριος Ζ ́ αντιστράφηκε από τον διάδοχό του, Βασίλειο Γ ́.

Οι Έλληνες που κατέλαβαν το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων αποκαλύπτουν ένα εξ ίσου δυσάρεστο ιστορικό ότι δεν είχαν δικό τους μυαλό, ή καθόλου ορθόδοξο φρόνημα για το θέμα αυτό, εκδίδοντας το ένα έγγραφο μετά το άλλο, το καθένα σε σύγκρουση με τον εαυτό του και με εκείνα που είχαν προηγηθεί. 

Εκτός από το Ρωσικό Πατριαρχείο Μόσχας, μόνο ο Σύρος Πατριάρχης Αντιοχείας φαίνεται να είχε την ικανότητα να αποφασίσει μόνος του και να εμμείνει στις αποφάσεις του.

Αν αντιπαραβάλει κανείς αυτή τη σειρά διακηρύξεων των Ελλήνων εκκλησιαστικών με τα πολιτικά γεγονότα και πιέσεις, τα οποία ήταν παράλληλα με την εμφάνισή τους, σύντομα ανακαλύπτει μια προφανή σχέση μεταξύ της ερμηνείας τους για το ορθόδοξο κανονικό δίκαιο και την πίστη και των πολιτικών εντάσεων στις οποίες υποβλήθηκαν.

Όσο δελεαστικό κι αν είναι να διερευνήσουμε αυτό το πεδίο από την άποψη του ρωσικού ζητήματος, προτιμούμε αυτή τη στιγμή να στρέψουμε την προσοχή σε ένα λιγότερο ελληνικό πολιτικό-εκκλησιαστικό έγγραφο. 

Το κάνουμε αυτό επειδή έχουμε συλλέξει ένα σημαντικό σώμα από πρώτο χέρι και μέχρι στιγμής αδημοσίευτα δεδομένα σχετικά με αυτό το μικρότερο έγγραφο. 

Αναφερόμαστε στην ανακοίνωση του έτους 1922 από τον Μελέτιο τόν Δ' (Μεταξάκη), Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, με αγγλικανικές εντολές.

Τα γεγονότα που είναι απαραίτητα για την κατανόηση των σχετικών προβλημάτων είναι αρκετά απλά. 

Στις 28 Ιουλίου 1922, ο Μελέτιος εξέδωσε δύο έγγραφα. 

Το πρώτο ήταν με τη μορφή προσωπικής επιστολής, όχι προς τον νόμιμο επικεφαλής της προτεσταντικής θρησκείας που ιδρύθηκε με νόμο στην Αγγλία, τον βασιλιά, αλλά προς έναν από τους πολιτικούς διορισμένους του, τον ανώτερο από τους δύο προτεστάντες αρχιεπισκόπους που λειτουργούσαν στην Αγγλία. 

Το άλλο έγγραφο ήταν ένα είδος επιστολής που υπογράφεται από πολλούς που απευθυνόταν στους «Προέδρους των Συγκεκριμένων Ανατολικών Εκκλησιών». 

Το αντικείμενο και των δύο εγγράφων αφορούσε το πολυσυζητημένο ζήτημα της πιθανής εγκυρότητας των προτεσταντικών χειροτονιών στην κρατική θρησκεία της Αγγλίας.

Αυτά τα δύο έγγραφα χαιρετίστηκαν ως ένα θαύμα επτά ημερών σε όλο τον προτεσταντικό κόσμο. 

Με αυτή την αντίδραση συμφωνούμε απόλυτα. 

Δυστυχώς, το περιεχόμενό τους ήταν τόσο όμορφα διατυπωμένο μέσα από τις πιο λεπτές πτυχές και λεπτομέρειες της ελληνικής γλώσσας, που ούτε ο απλός, ούτε ο μορφωμένος αναγνώστης μπορούσαν να είναι σίγουροι για το νόημα που προορίζονταν να μεταδώσουν.

Δεν είναι πρόθεσή μας να προσθέσουμε άλλο ένα δοκίμιο στην αναγκαστικά βαρετή εξήγηση αυτών των εγγράφων. Προφανώς ακολουθούν την εντολή του Αποστόλου Παύλου, τόσο αγαπητή στην ελληνική καρδιά, να είναι "τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα".

Σκοπός μας είναι να ρίξουμε λίγο ιστορικό φως στο συγκεχυμένο υπόβαθρο, το οποίο κατέστησε δυνατή αυτή την τεκμηρίωση, και να ανιχνεύσουμε τις δόλιες ενέργειες του ελληνικού μυαλού όταν η περίσταση απαιτεί να πει κάτι χωρίς να πει τίποτα. 

Μπορεί με ασφάλεια να θεωρηθεί δεδομένο ότι η ιστορική επιστήμη είναι πλήρως δικαιολογημένη να κρίνει οποιοδήποτε έγγραφο, όχι μόνο από την άποψη του περιεχομένου του, αλλά και από την άποψη των συνθηκών και των ανθρώπων που το ανέδειξαν.

Πρώτα ας εξετάσουμε τον άνθρωπο πάνω στην υπογραφή του οποίου αυτά τα δύο έγγραφα είδαν το φως της ημέρας.

Ήταν ένας Μελέτιος. 

Εκ γενετής ήταν Κρητικός. 

Και αν οι εντολές του Αποστόλου Παύλου σημαίνουν κάτι, οι επιφυλακτικοί θα πρέπει αμέσως να τεθούν σε επιφυλακή. 

Η εκκλησιαστική του σταδιοδρομία ήταν παράλληλη με εκείνη του συμπατριώτη του Κρητικού, Βενιζέλου, στο χώρο της ελληνικής πολιτικής. 

Όταν αυτός ο πολιτικός ήταν στην εξουσία στον ελληνικό κόσμο, ο Μελέτιος κατείχε επίσης θέση εξουσίας. 

Όταν έπεσε ο πολιτικός, όπως έκανε πολλές φορές, έπεσε και ο εκκλησιαστικός. Ας παραδεχτούμε αμέσως ότι ήταν και οι δύο πολύ ικανοί άνδρες, έντονα αφοσιωμένοι στο ελληνικό πολιτικό ιδεώδες.

Μετά τον Α ́ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Βενιζέλος έπεσε από την εξουσία. Ο Μελέτιος, ο οποίος ήταν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, έπεσε μαζί του και ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες ως εξόριστος. 

Υπάρχουν επαρκή ιστορικά στοιχεία που δικαιολογούν τη δήλωση, ότι τόσο ο πολιτικός όσο και ο εκκλησιαστικός ήταν πλάσματα των οποίων η δύναμη και η θέση εξαρτιόταν από τη βρετανική εξωτερική πολιτική και υποστήριξη. 

Ως εξόριστος σε αυτή τη χώρα, ο Μελέτιος βρήκε την εύνοια μόνο μιας μειοψηφίας Ελληνοαμερικανών. 

Έλαβε μεγάλη υποστήριξη από ένα τμήμα της Προτεσταντικής Επισκοπικής Εκκλησίας σε αυτή τη χώρα.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου εξορίας ο Θρόνος της Κωνσταντινούπολης έμεινε ξαφνικά κενός και με τόν ίδιο αιφνίδιο τρόπο ο Μελέτιος εξελέγη στο Πατριαρχείο. 

Το πώς χηρεύτηκε ο Θρόνος της Κωνσταντινούπολης και πώς εξελέγη ο Μελέτιος δεν μας απασχολεί εδώ...

Σε αυτή τη χώρα οι Έλληνες με κατάπληξη δέχτηκαν αυτές τις εκλογές. 

Μερικοί χάρηκαν. 

Πολλοί αρνήθηκαν να το δεχτούν ως γεγονός. 

Είναι αυτονόητο ότι οι Προτεστάντες Επισκοπιανοί δέχτηκαν τα νέα με μεγάλη χαρά. 

Το πόσο τεταμένη ήταν η κατάσταση σε αυτή τη χώρα μπορεί να συναχθεί από ένα άρθρο της New York Tribune της 8ης Ιανουαρίου 1922. 

Ο τίτλος ανέφερε ότι αυτές οι εκλογές «κλονίζουν τα θεμέλια της Ελληνικής Εκκλησίας». 

Δεν έκρυβε το γεγονός ότι η κύρια υποστήριξη του Μελετίου προερχόταν από προτεσταντικούς κύκλους.

Στην ίδια την Ελλάδα η Ιερά Σύνοδος της χώρας αυτής αρνήθηκε να δεχθεί την εκλογή του Μελετίου ως κανονική και έγκυρη. Ο Μελέτιος ταξίδεψε στο θρόνο του μέσω Αγγλίας και σήμερα αναφέρεται ότι εισήλθε στον Κεράτιο κόλπο με έναν ...Βρετανό στρατιωτικό.

Ας στραφούμε τώρα στην ανάλυση των συνθηκών, οι οποίες επικρατούσαν κατά τη διάρκεια της σύντομης διοίκησης του Μελετίου στην Κωνσταντινούπολη. 

Ένας διασυμμαχικός στρατιωτικός έλεγχος εισήλθε στην πόλη. 

Αποτελούνταν από εκπροσώπους της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών. 

Η ίδια η πόλη ήταν υποσχεμένη με μυστική συνθήκη στη Ρωσσία στην αρχή του πολέμου. 

Όλα τα έθνη που εκπροσωπούνταν στην πόλη, εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, έπαιζαν το πανάρχαιο παιχνίδι της πολιτικής εξουσίας.

Όπως ήταν φυσικό, τα θρησκευτικά ζητήματα των αιώνων συγχωνεύτηκαν με τα πολιτικά ζητήματα. 

Η Γαλλία και η Ιταλία, εκπροσωπώντας τις ρωμαιοκαθολικές φιλοδοξίες, κινούνταν με όχι πολύ προσοχή για να θεμελιώσουν αξίωση στον καθεδρικό ναό της Ορθοδοξίας, την Αγία Σοφία. 

Αν κάτι ήταν απαραίτητο για να ρίξει τον Μελέτιο ακόμη περισσότερο στα χέρια των Βρετανών, αυτό ήταν περισσότερο από αρκετό.

Παράλληλα αναπτυσσόταν το δράμα της τραγωδίας της Χριστιανικής Μικράς Ασίας. 

Μια αμοιβαία και μυστική συμφωνία της Γαλλίας και της Ιταλίας αφενός για την υποστήριξη των τουρκικών βλέψεων και από την άλλη της Αγγλίας για την υποστήριξη των ελληνικών φιλοδοξιών, με σκοπό να προκύψει μοιραία σύγκρουση των δύο αυτών μικρών δυνάμεων προς αμοιβαίο όφελος των Μεγάλων Δυνάμεων, σφράγισε την καταστροφή των αρχαίων Χριστιανικών Εκκλησιών της Μικράς Ασίας.

Είναι πολύ πιθανό ότι ο Μελέτιος εκείνη την εποχή γνώριζε μόνο τα εξωτερικά αυτής της κατάστασης. 

Το σκληρό γεγονός ήταν ότι έπρεπε να καθίσει στον άβολο θρόνο του στο Φανάρι και να παρακολουθήσει την αυξανόμενη ένταση μεταξύ των διαφόρων μελών του συμμαχικού στρατιωτικού ελέγχου και να ακούει κάθε μέρα τις νέες ελληνικές καταστροφές στη Μικρά Ασία.

Οι συνέπειες της κατάστασης ήταν εμφανείς στον Μελέτιο. 

Κάθε μέρα η μειωμένη ελληνική φυλή αποδεκατιζόταν σε όλη τη Μικρά Ασία. 

Η Μεγάλη Ιδέα μιας ανασυσταθείσας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διαλυόταν σε σκόνη και στάχτη μπροστά στα μάτια του. 

Ο Μελέτιος, ο Έλληνας εθνικιστής, έγινε ένας απελπισμένος άνθρωπος. 

Είχε μόνο ένα τελευταίο κόσμημα να ξοδέψει για να προσελκύσει τον βρετανικό ιμπεριαλισμό για να σταματήσει τον αποδεκατισμό των ομοφύλων του στη Μικρά Ασία. 

Το κόσμημα ήταν η Ορθόδοξη Πίστη του. Θα πρόσφερε αυτό το πολύτιμο κόσμημα στη διεθνή πολιτική σε μια τελευταία απελπισμένη χειρονομία. 
Από τη φυλετική αγωνία του Μελετίου γεννήθηκε η διακήρυξή του για τις αγγλικανικές χειροτονίες.

Μερικά χρόνια μετά την έκδοσή του περάσαμε ένα πολύ ευχάριστο απόγευμα με τον Μελέτιο στο Κάϊρο της Αιγύπτου. 
(Η βρετανική επιρροή τον είχε μεταφράσει στο θρόνο της Αλεξάνδρειας.) 

Κατά τη διάρκεια της μακράς συζήτησής μας για τις Ορθόδοξες υποθέσεις παρουσιάσαμε το θέμα αυτών των δύο κειμένων. Χωρίς κανένα δισταγμό ο Μελέτιος τα συζήτησε με αρκετή ειλικρίνεια. 

Παραδέχτηκε ότι είχαν εκδοθεί ενάντια στην καλύτερη ορθόδοξη κρίση του. Επεσήμανε επίσης ορισμένα σχετικά γεγονότα, τα οποία θα πρέπει να γίνουν μέρος των πρακτικών εάν αυτά τα έγγραφα πρόκειται να κριθούν στη σωστή τους προοπτική.

Από τις σημειώσεις μας σχετικά με αυτή τη συζήτηση σκιαγραφούμε αυτά τα πράγματα, τα οποία φαίνεται να έχουν κάποια ιστορική σημασία. 

Προλόγισε τις παρατηρήσεις του λέγοντας ότι ως Έλληνας δεν θα μπορούσε να αναμένεται να καθίσει ήσυχα και να μην χρησιμοποιήσει τα πάντα υπό τις διαταγές του σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τη Μικρασιατική καταστροφή. 

Κατέστησε σαφές ότι αντιλαμβανόταν πλήρως ότι αν κέρδιζαν οι Τούρκοι έχανε το θρόνο της Κωνσταντινούπολης. 

Δεν προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ασυμφωνίες που περιέχονται στα έγγραφα. 

Η μόνη απογοήτευσή του ήταν ότι δεν εκτίμησε σωστά τήν βρετανική γνώμη (κάτι που οι Έλληνες είναι πάντα επιρρεπείς να κάνουν).

Δεν έκανε καμμία προσπάθεια να αρνηθεί ότι τα έγγραφά του δεν πέτυχαν τίποτα για την υπόθεση της Ελλάδας. 

Αυτό δεν μπορούσε να το καταλάβει. Όπως τόσοι άλλοι Έλληνες εκκλησιαστικοί, είχε έρθει σε επαφή μόνο με τη μειονότητα της Υψηλής Εκκλησίας και δεν είχε σαφείς αντιλήψεις για τον σταθερό και αξιοσέβαστο Προτεσταντισμό της πλειοψηφίας της αγγλικής εκκλησίας. 

Ήταν πραγματικά πεπεισμένος ότι η πλειοψηφία του κλήρου και των μελών του Κατεστημένου γνωρίζαν για την διακήρυξη του Λέοντα XIII που κήρυξε τις αγγλικές χειροτονίες άκυρες και άκυρες ως προς τον τύπο και την πρόθεση, και θα αντάμειβε αδρά οποιαδήποτε δήλωση περί του αντιθέτου.

Ήταν σε αυτό το σημείο που ο Μελέτιος αναστέναξε και είπε: «Αλλά αυτοί οι Άγγλοι, απλά δεν έχουν καμμία αίσθηση της ιστορίας». 

Γοητευμένοι από αυτή τη δήλωση συνεχίσαμε περαιτέρω, και ο Μελέτιος απάντησε πλήρως ως προς το νόημά του, και το ακόλουθο είναι ένα περίγραμμα των πεποιθήσεών του ως ορθόδοξου θεολόγου.

Πρώτον, τόνισε, ως Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δεν είχε κανένα ιστορικό, ή κανονικό δικαίωμα να παρεμβαίνει στα εκκλησιαστικά προβλήματα της χριστιανικής Δύσης. 

Υποστήριξε ότι οι βάσεις της αιώνιας διαμάχης μεταξύ της Έδρας της Κωνσταντινούπολης και της Έδρας της Ρώμης βασίζονταν στη θέση ότι η Έδρα της Ρώμης δεν είχε κανονική δικαιοδοσία στη χριστιανική Ανατολή. 

Με τον ίδιο τρόπο αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η έδρα της Κωνσταντινούπολης δεν είχε κανένα κανονικό δικαίωμα να παρεμβαίνει στα εσωτερικά προβλήματα της έδρας της Ρώμης και ασφαλώς το ζήτημα των αγγλικανικών ταγμάτων, που προέρχονταν από τη Ρώμη, ήταν ουσιαστικά ένα πρόβλημα που υπαγόταν στη δικαιοδοσία αυτού του Πατριαρχείου.

Προφανώς, είπε, η Αγγλία δεν θα μπορούσε με καμμία διαστρέβλωση της λογικής να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στη δικαιοδοσία οποιουδήποτε Ανατολικού Πατριαρχείου. 

Και το να τολμήσει κανείς να διευθετήσει οποιοδήποτε εκκλησιαστικό πρόβλημα ανακύψει μεταξύ των ετεροδόξων λαών της περιοχής αυτής θα κατέστρεφε μια για πάντα το θεμέλιο και τον ακρογωνιαίο λίθο πάνω στον οποίο είχαν στηθεί όλες οι έριδες μεταξύ του Πατριαρχείου της Ανατολής και της Ρώμης.

Γράφοντας τα έγγραφά του, ο Μελέτιος υποστήριξε ότι έκανε τα ελληνικά του αρκετά ασαφή και διακριτικά, ώστε να μην δεσμεύει την Ορθοδοξία σε οποιαδήποτε αβάσιμη θέση. 

Όταν έθεσα ειλικρινείς αμφιβολίες, επεσήμανε περαιτέρω ότι το περισσότερο που θα μπορούσε να αποκομίσει κάποιος από την ικανοποίηση των εγγράφων του ήταν μια απλή γνώμη· και ότι, αν και μια γνώμη που προήλθε από τον Πατριάρχη και τη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης, παρέμεινε μια γνώμη και τίποτα περισσότερο, και οι απόψεις ποτέ δεν είχαν και πιθανότατα ποτέ δεν θα είχαν καμία δεσμευτική ισχύ στη σφαίρα του δόγματος ή στην ορθόδοξη συνείδηση.

Επειδή δεν ήμουν ακόμα πεπεισμένος, επανέλαβε ότι αν επανεξέταζα τα έγγραφα με προσοχή, θα ανακάλυπτα ότι η Κωνσταντινούπολη είχε εξετάσει μόνο την έκθεση μιας επιτροπής, σημειώνοντας απλώς τα πράγματα που περιέχονταν σε αυτήν. 

Στη συνέχεια έκανε διάκριση μεταξύ της εγκυκλίου του προς τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και της ιδιωτικής επιστολής του προς τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ. 

Το πρώτο που κρατούσε ήταν το έγγραφο πάνω στο οποίο μπορούσε να αποφανθεί η Ορθοδοξία. Το τελευταίο ήταν προσωπικό ζήτημα. Μια ανάλυση των δύο εγγράφων θα αποκαλύψει γιατί ο Μελέτιος έκανε αυτή τη διάκριση. 

Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί σχετικά ότι όλα τα αντίγραφα και οι μεταφράσεις που κυκλοφόρησαν στην Αγγλία αυτής της επιστολής φέρουν την απλή υπογραφή του Μελετίου, όχι τον βαθμό και τον τίτλο του

Ο κ. Μελέτιος στη συζήτησή μας ήθελε να έχω κατά νου ότι στην εγκύκλιό του ήταν σαφές ότι τόσο ο ίδιος όσο και η Σύνοδός του, αποδεχόμενοι την έκθεση της επιτροπής, την αποδέχθηκαν ως γνώμη και ζήτησαν περαιτέρω γνώμη από άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία.

Αν οι Άγγλοι είχαν κάποια αίσθηση της ιστορίας, συνέχισε ο Μελέτιος, οι Άγγλοι θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί να μιλήσει μόνο ως σύνολο.

«Οι απόψεις», είπε ο Μελέτιος με μια λάμψη στο μάτι του, «είναι, τελικά, απλώς απόψεις, και οι Έλληνες, ως λαός, έχουν την φήμη ότι μπορούν να τις αλλάξουν πολύ γρήγορα. Θυμήσου, γιε μου, υπάρχει μια τεράστια διαφορά μεταξύ απόψεων και συμπερασμάτων».

Αυτή είναι λοιπόν μια σύντομη περίληψη της εκτίμησης του ίδιου του Μελετίου για τα δικά του έγγραφα.

Υπάρχει μια άλλη οπτική γωνία σε όλο αυτό το εμπλεκόμενο ζήτημα του ιστορικού πλαισίου αυτών των εγγράφων, η οποία αξίζει να δοθεί προσοχή. 

Έχει να κάνει με το ερώτημα ποιος συνέστησε αυτήν την επιτροπή και τι ακριβώς έλεγε η πλήρης έκθεσή της. 

Όταν κατοικούσαμε στην Κωνσταντινούπολη, δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε αυτή την αναφορά, όπως και όλοι οι άλλοι. Απλώς υπολογίστηκε ως ένας από τον αριθμό των εγγράφων που έλειπαν. 

Αν και δεν είμαστε σε θέση να πούμε οριστικά ότι δεν υπήρξε ποτέ τέτοια έκθεση, μέχρι να εκπονηθεί θα παραμείνουμε της άποψης ότι δεν υπήρξε ποτέ. 
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα παραχθεί ποτέ. Γνωρίζοντας την ικανότητα του Φαναρίου να παράγει έγγραφα όταν και όπου χρειάζεται, πιστεύουμε ότι είναι απολύτως πιθανό, εάν ασκηθεί πίεση, η έκθεση να εκπονηθεί σύντομα.

Τουλάχιστον δύο συμπεράσματα δικαιολογούνται από οποιονδήποτε ιστορικό αυτών των συγκεκριμένων εγγράφων. 

Το πρώτο είναι, ότι μετά την ανασύσταση του ελληνικού έθνους σε μια επισφαλή ύπαρξη, οι Έλληνες εκκλησιαστικοί είναι πολύ επιρρεπείς στο να θεωρούν τους εαυτούς τους ως Έλληνες με την πολιτική έννοια πρώτα και ως εκπροσώπους της Ορθόδοξης Πίστης μετά. 

Δεύτερον, η χριστιανική μας φιλανθρωπία απαιτεί να μην κρίνουμε πολύ σκληρά τις πράξεις των Ελλήνων ιεραρχών, όταν ως άνδρες και μέλη μιας άλλοτε μεγάλης φυλής χρησιμοποιούν κάθε όργανο που έχουν υπό τις διαταγές τους για να ανακόψουν το κύμα της καταστροφής του ελληνικού λαού από τις χριστιανικές δυνάμεις της Δύσης. 

Ως έγγραφα αυτές οι δηλώσεις, τις οποίες εξετάσαμε, δεν συνιστούν παρά μία ενδιαφέρουσα εκκλησιαστική περιέργεια, αντανακλώντας τις πολιτικές πιέσεις και εντάσεις των Ελλήνων ως πολιτικών όντων. Ως δηλώσεις της Ορθόδοξης διδασκαλίας και δόγματος είναι εντελώς ανούσιες και δεν αξίζουν το χαρτί στο οποίο γράφτηκαν.




ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΑΡΙΓΩ ΖΑΡΑΦΟΠΟΥΛΑ


ΣΧΕΤΙΚΑ:






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἐνημερώνουμε τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μας, ὅτι σχόλια, τὰ ὁποῖα ἐμπεριέχουν προσβλητικοὺς χαρακτηρισμούς, διαφημίζουν κόμματα ἢ εἶναι γραμμένα μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες (γκρήκλις), θὰ διαγράφωνται ἄνευ προειδοποιήσεως!